Γράφει ο Γιώργος Αγαπητός
Ο όρος P.S.I. βουίζει καθημερινά στα αυτιά των πολιτών, αλλά κανένας αρμόδιος δεν μπήκε στον κόπο να εξηγήσει την έννοια, την αναγκαιότητα, τη διαδικασία και τις συνέπειές του.
Τα ΜΜΕ χρησιμοποιούν τον όρο με ευκολία, θεωρώντας ότι ο κάθε ακροατής πρέπει να το γνωρίζει, ξεχνούν όμως ότι η χρηματοοικονομική ορολογία εξελίσσεται ταχύτερα από την τεχνολογία. Γι΄αυτό πολλοί συγχέουν το PSΙ με το ιατρικό PSA και τα spreads με αρωματικό spray.
Τα ΜΜΕ χρησιμοποιούν τον όρο με ευκολία, θεωρώντας ότι ο κάθε ακροατής πρέπει να το γνωρίζει, ξεχνούν όμως ότι η χρηματοοικονομική ορολογία εξελίσσεται ταχύτερα από την τεχνολογία. Γι΄αυτό πολλοί συγχέουν το PSΙ με το ιατρικό PSA και τα spreads με αρωματικό spray.
Το σχέδιο P.S.I. είναι μία μέθοδος αναδιάρθρωσης του δημοσίου χρέους με την εμπλοκή των ιδιωτών (Private Sector Involvement), που κατέχουν κρατικά ομόλογα της χώρας η οποία αντιμετωπίζει πρόβλημα αναχρηματοδότησης και βιωσιμότητας του χρέους της.
Η προσφυγή μιας χώρας στην αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους είναι «αναγκαίο κακό» όταν το μέγεθος και το ποσοστό του ως προς το ΑΕΠ είναι ανησυχητικά υψηλό και αδυνατεί ο κρατικός της προϋπολογισμός να καλύψει τις υπέρογκες δαπάνες εξυπηρέτησής του (τοκοχρεολύσια). Αυτό σημαίνει ότι το δημόσιο χρέος μιας χώρας δεν είναι βιώσιμο. Σ΄αυτήν την περίπτωση η χώρα έχει πολλές εναλλακτικές λύσεις:
*Να δημιουργήσει πλεόνασμα στον κρατικό προϋπολογισμό το οποίο να υπερβαίνει το ύψος των τοκοχρεολυσίων, ώστε να αποφεύγει καινούργιο δανεισμό για την εξόφληση παλαιών δανείων. Για να επιτευχθεί αυτό απαιτείται θετικός ρυθμός ανάπτυξης, σημαντική αύξηση των φορολογικών εσόδων και δραστική μείωση των δημοσίων δαπανών.
*Να προσφύγει σε εσωτερικό ή εξωτερικό δανεισμό, αλλά με χαμηλά επιτόκια και με την ουσιαστική συμβολή της ΕΚΤ.
*Να χαρακτηριστεί ένα τμήμα του δημοσίου χρέους ως «επονείδιστο» και να διαγραφεί.
Εάν αυτά δεν είναι εφικτά εξαιτίας της ύφεσης, της φοροδιαφυγής, της παραοικονομίας, των ανελαστικών δημοσίων δαπανών, του υψηλού κόστους δανεισμού και της απροθυμίας της ΕΚΤ, τότε η άλλη επιλογή είναι η στάση πληρωμών μισθών- συντάξεων (προσωρινά) και τοκοχρεολυσίων. Δηλαδή η χώρα κηρύσσει πτώχευση-χρεοκοπία. Η επιλογή αυτή έχει τεράστιες αρνητικές κοινωνικές-οικονομικές επιπτώσεις και επιπλέον, εάν η χώρα είναι μέλος της ευρωζώνης, θα δημιουργηθεί το φαινόμενο «ντόμινο» με συνέπεια τον κλονισμό της σταθερότητας του κοινού νομίσματος και την καταστροφή της ΟΝΕ. Οι επιπτώσεις όμως αυτές είναι για τη χώρα μας ισχυρό διαπραγματευτικό όπλο, δεδομένης και της οικονομικής κατάρρευσης που απειλεί και πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
*Η άλλη επιλογή είναι να επιδιώξει μονομερώς άμεση ή έμμεση, μερική ή ολική απομείωση του υφιστάμενου χρέους. Η μερική αλλά έμμεση απομείωση του δημοσίου χρέους είναι η γνωστή περίπτωση του «κουρέματος» (haircut) κατά ένα σημαντικό ποσοστό, με ταυτόχρονη ανταλλαγή (επαναγορά) των κατεχόμενων ομολόγων (PSI), με αντίστοιχα μελλοντικής λήξης.
Οι τέσσερες πρώτες επιλογές δεν είναι εφικτές γιατί η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε βαθειά ύφεση, οι χρηματοπιστωτικές αγορές δεν μας δανείζουν με χαμηλό επιτόκιο, κανείς δεν δέχεται να μας χαρίσει το χρέος και είναι πλέον αργά για κήρυξη χρεοκοπίας.
Απομένει, συνεπώς, η τελευταία λύση, η οποία είναι αποδεκτή από την Τρόικα, βρίσκεται σε εξέλιξη διαπραγμάτευσης και εάν η ελληνική κυβέρνηση επιτύχει μια ευνοϊκή συμφωνία θα προκύψει μείωση του ύψους του δημοσίου χρέους-των τοκοχρεολυσίων και δυνατότητα αναθέρμανσης της οικονομίας. Οι πόροι που θα εξοικονομηθούν από τη μείωση των τοκοχρεολυσίων και το νέο δάνειο των 139 δις. ευρώ, θα πρέπει να κατευθυνθούν όχι μόνον στις τράπεζες, αλλά κυρίως στους εργαζόμενους.
Εάν, συνεπώς, τα μέτρα που θα συνοδεύσουν το νέο Μνημόνιο και τη νέα Δανειακή Σύμβαση δεν είναι επαχθή, θα εξασφαλίσουν σημαντικά οφέλη για την πραγματική οικονομία.
Η «εμπλοκή» των ιδιωτών (τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες και ασφαλιστικά ταμεία) μπορεί να είναι υποχρεωτική ή εθελοντική, δηλ. εάν επιβληθεί μονομερώς και υποχρεωτικά (πιστωτικό γεγονός) από την Ελλάδα κάτι που νομικά δικαιούται, ή εάν οι ιδιώτες προθυμοποιηθούν μόνοι τους να συμβάλουν στην υλοποίηση της διαδικασίας (επιλεκτική χρεοκοπία/ selective default).
Το ποσοστό «κουρέματος» της ονομαστικής αξίας των ομολόγων, στην περίπτωση της χώρας μας, προβλέπεται ότι θα υπερβεί το 50%, ενώ το υπόλοιπο 50% θα μοιραστεί κατά 35% σε νέα ομόλογα και 15% σε διετή ομόλογα μέσω του EFSF. Αυτό σημαίνει ότι το ποσό του δημοσίου χρέους που περιλαμβάνεται σε αυτή τη διαδικασία θα μειωθεί, τουλάχιστον, κατά 50% και τα μελλοντικά τοκοχρεολύσιά του θα περιοριστούν σημαντικά ανάλογα με το ύψος του επιτοκίου και την επιμήκυνση που θα οριστεί κατά την ανταλλαγή των υπαρχόντων με τα νέα ομόλογα.
Το τελικό όφελος θα εξαρτηθεί από: Το σύνολο των ομολόγων που θα αφορά, το ύψος του επιτοκίου (και η σύνδεσή του με το ρυθμό ανάπτυξης), το νόμισμα εξόφλησης του χρέους, την περίοδο χάριτος, το χρόνο επιμήκυνσης των νέων ομολόγων, το δίκαιο (ελληνικό ή αγγλικό) που θα διέπει αυτή την ανταλλαγή, τον τρόπο ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών και τα συνοδευτικά περιοριστικά οικονομικά μέτρα για την επόμενη τριετία. Ειδικότερα, το συνολικό δημόσιο χρέος είναι 370 δις ευρώ, αλλά το PSI καλύπτει τα 205 δις ευρώ που κατέχουν ιδιωτικοί φορείς, δηλ. εξαιρούνται 55 δις. ευρώ (ΕΚΤ και κεντρικές τράπεζες) και τα 110 δις ευρώ της Τρόικα.
Τα ομόλογα των 205 δις. ευρώ είναι στην κατοχή: Των ελληνικών τραπεζών (50 δις ευρώ), των ελληνικών ασφαλιστικών ταμείων (30 δις ευρώ), των ευρωπαϊκών τραπεζών-ασφαλιστικών εταιρειών (55 δις ευρώ) και των Ευρωπαίων διαχειριστών διαφόρων κεφαλαίων (70 δις ευρώ). Σκόπιμο και επωφελές θα ήταν να εξαιρεθεί το «κούρεμα» των ομολόγων που κατέχουν τα ασφαλιστικά ταμεία για να αποφευχθεί βίαιη πτώχευση των ταμείων και των συνταξιούχων.
Σύμφωνα με τις διαπραγματεύσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη, εάν το επιτόκιο κυμανθεί μεταξύ 2-4% το όφελος του κρατικού προϋπολογισμού θα είναι σημαντικό, ιδιαίτερα εάν υπαχθούν στο σχέδιο PSI : Το δάνειο της Τρόικα και τα ελληνικά ομόλογα που κατέχει η ΕΚΤ. Δυστυχώς οι δύο τελευταίες περιπτώσεις έχουν μάλλον εξαιρεθεί από τις διαπραγματεύσεις. Σχετικά με τον προσδιορισμό του επιτοκίου των νέων ομολόγων αυτός θα εξαρτηθεί από τις ημερομηνίες λήξης των ομολόγων που κατέχουν οι τράπεζες (ελληνικές και ξένες), δεδομένου ότι εκείνα που λήγουν στο άμεσο μέλλον εμπεριέχουν χαμηλό κίνδυνο , ενώ εκείνα που λήγουν μετά από πολλά χρόνια συνοδεύονται από υψηλό κίνδυνο, άρα και υψηλό επιτόκιο.
Επιπλέον, πρέπει να αποφευχθεί η σύνδεση της εξόφλησης του χρέους με τη δικαιοδοσία των αγγλικών δικαστηρίων, κάτι που συνέβη με την προηγούμενη δανειακή σύμβαση των 110 δις ευρώ, η οποία αναφερόταν σε διακρατικό ( με εμπράγματες εγγυήσεις), κι όχι σε χρέος από ιδιώτες. Θα πρέπει επίσης να προβλεφθεί ότι η εξόφληση του μελλοντικού δημοσίου χρέους θα είναι σε νόμισμα της χώρας εκείνης της περιόδου. Το τελευταίο δεν συμφέρει τους δανειστές και κατά συνέπεια θα υποβοηθήσουν τη χώρα να μην αναγκαστεί να φύγει από την ευρωζώνη, γιατί η υποτιμημένη πλέον νέα δραχμή θα είναι εις βάρος τους.
Αναφορικά με τις ζημιές των δανειστών θα πρέπει να πειστούν ότι η άρνησή τους να συμμετέχουν στο σχέδιο PSI θα οδηγήσει σε στάση πληρωμών και χρεοκοπία, με συνέπεια την ολική απώλεια της αξίας των ομολόγων που κατέχουν. Η εθελοντική, συνεπώς, συμμετοχή των δανειστών μακροχρόνια θα είναι προς όφελός τους και η ζημιά τους θα μετριαστεί ακόμη περισσότερο με την προβλεπόμενη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.
Το σχέδιο αυτής της ανακεφαλαιοποίησης περιλαμβάνει ένα ποσοστό αύξησης κεφαλαίου με ιδία συμμετοχή, ένα ποσοστό με κοινές μετοχές από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) και ένα ποσοστό με προνομιούχες μετοχές του ΤΧΣ. Η πράξη πάντως έχει δείξει ότι οι τράπεζες τελικά καταφέρνουν την αποφυγή ζημιών και αυτό θα επιδιώξουν και με το PSI.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι μεγάλη ελληνική τράπεζα πρότεινε, με έγκριση της Τράπεζας της Ελλάδος, σε κατόχους (π.χ. ΝΠΔΔ) ομολόγων της (υβριδικών) που λήγουν το 2014, την επαναγορά τους από την ίδια με την καταβολή του 45% της ονομαστικής τους αξίας. Δηλαδή ένα ομόλογο 1 εκ. ευρώ που λήγει το 2014 ζητά η τράπεζα να το επαναγοράσει στην τιμή των 450 χιλ. ευρώ, κερδίζοντας από κάθε τέτοιο ομόλογο τουλάχιστον 550 χιλ. ευρώ ,εάν την επόμενη διετία δεν συμβεί οικονομική κατάρρευση.
Η συμμετοχή των ιδιωτών στο PSI υπερβαίνει το 60%, αλλά τελικά και οι υπόλοιποι θα συμφωνήσουν γιατί γνωρίζουν ότι η Ελλάδα έχει το δικαίωμα να επιβάλλει (νομοθετικά) τη συμμετοχή τους (ρήτρα συλλογικής δράσης), χωρίς να δημιουργηθεί πιστωτικό γεγονός και χωρίς να ωφεληθούν οι κερδοσκόποι (CDS), οι οποίοι έχουν ποντάρει στην κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας.
Από την παραπάνω ανάλυση αβίαστα προκύπτει ότι εάν οι διαπραγματεύσεις της Ελλάδος είναι προσεκτικές και αποτελεσματικές, θα προκύψουν οικονομικοί πόροι για εκκίνηση της αναπτυξιακής διαδικασίας και την αποδυνάμωση του σκληρού προγράμματος λιτότητας που εφαρμόζεται για τους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους. Αυτό σημαίνει ότι η κυβέρνηση πρέπει να δεσμευτεί και να εξηγήσει τι συνεπάγεται αυτή η αναδιάρθρωση για τους μισθούς-συντάξεις, την ανεργία, τα συρρικνωμένα κοινωνικά αγαθά (υγεία, πρόνοια, παιδεία, κοινωνική ασφάλεια), τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
Η ενημέρωση αυτή των πολιτών είναι απαραίτητη γιατί όλοι διερωτώνται και δεν αντιλαμβάνονται γιατί ενώ: Μειώνονται οι μισθοί-συντάξεις και οι κοινωνικές δαπάνες, αυξάνονται οι φορολογικοί συντελεστές, επιβάλλονται μόνιμες έκτακτες εισφορές, εν τούτοις το δημόσιο χρέος παραμένει τεράστιο ακόμα και μετά το «κούρεμα».
Οι αρμόδιοι, συνεπώς, πρέπει να πετύχουν ώστε το σχέδιο PSI να είναι: Ευκαιρία κι όχι παγίδα (Δούρειος Ίππος), σωτήριο και όχι καταστροφικό, φάρμακο και όχι φαρμάκι για τους εργαζόμενους και την οικονομία.
Η πραγματική οικονομία (δηλ. η ανάπτυξη) θα ενισχυθεί εάν: Οι μισθοί-συντάξεις επανέλθουν στα επίπεδα του 2009, καταργηθούν οι έκτακτοι φόροι-εισφορές, μειωθεί ο ΦΠΑ κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες και το αφορολόγητο στη ΦΕΦΠ επιστρέψει στις 12000 ευρώ. Μόνον έτσι θα ενισχυθεί η οικονομική δραστηριότητα, η απασχόληση και η απόδοση των φορολογιών. Δυστυχώς, το εφαρμοζόμενο πρόγραμμα λιτότητας και η ενίσχυσή του με επιπλέον περιοριστικά μέτρα του νέου Μνημονίου, δεν συμβάλλουν στην ουσιαστική έξοδο από την ύφεση, την ενίσχυση της απασχόλησης και τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους.
Εξάλλου αυτό επιβεβαιώνεται από τον στόχο του δημοσίου χρέους για το 2020. Συγκεκριμένα, ο στόχος είναι το 120% του ΑΕΠ, δηλ. το δημόσιο χρέος θα είναι 262 δις ευρώ και το ΑΕΠ 118 δις ευρώ. Άρα το ΑΕΠ για την οκταετία 2012-2020 θα αυξηθεί συνολικά μόνον κατά 2,5% (0,30% ετησίως, δηλ. μηδενική ανάπτυξη), το οποίο μάλιστα είναι πολύ αισιόδοξη πρόβλεψη γιατί η οικονομία βρίσκεται ήδη σε πενταετή ύφεση και αρνητικό ρυθμό ανάπτυξης άνω του 6%.
-Ο κ. Γ. Αγαπητός είναι πρώην Υπουργός Οικονομικών