Σε μια χώρα όπου ο λαϊκισμός πουλιέται σε ποσότητες χονδρικής, αρκεί να φωνάξεις «φέρτε πίσω τα κλεμμένα» και αμέσως εξασφαλίζεις την κοινωνική επιδοκιμασία. Και οι συνταξιούχοι που βγαίνουν σε απευθείας σύνδεση με τα λαϊκά πρωινάδικα, λέγοντας σε πανελλήνιο ακροατήριο ό,τι έλεγαν πέντε λεπτά νωρίτερα στο καφενείο, μεταξύ πρέφας και κολτσίνας, έχουν αδιαπραγμάτευτα δίκιο. «Τα βάρη να τα σηκώσουν εκείνοι που τα δημιούργησαν». Η νηφαλιότητα είναι έτσι κι αλλιώς δύσκολη υπόθεση. Αλλά στο τηλεοπτικό περιβάλλον μέσα στο οποίο διεξάγεται ο δημόσιος διάλογος γίνεται δυσκολότερη. Προφανώς το κλεπτοκρατικό μοντέλο που θριάμβευσε μεταπολιτευτικά στην Ελλάδα καταχράσθηκε δημόσιο χρήμα. Αλλά το δημοσιονομικό έλλειμμα, που αναγκάζει τη χώρα να δανείζεται με επιτόκια Αιγύπτου και να υποθηκεύει το μέλλον των επόμενων γενεών, δεν το δημιούργησαν μόνοι κάποιοι επίορκοι πολιτικοί και κάποιοι αμφιλεγόμενης ηθικής επιχειρηματίες. Το δημιούργησαν επίσης οι εξήντα χιλιάδες συντάξεις που καταβάλλονται σε νεκρούς και τσεπώνουν οι γιοι και οι κόρες τους, το δημιούργησαν οι εκατό χιλιάδες παράνομες αναπηρικές συντάξεις που σε κάνουν να νομίζεις ότι η Ελλάδα είναι χώρα ανιάτως ασθενών και παραλύτων, το δημιούργησαν οι αποζημιώσεις που καταβάλλονται σε αγρότες για ανύπαρκτες ζημίες υπό τον εκβιασμό των μπλόκων, το δημιούργησαν η διόγκωση του δημόσιου τομέα και η αξίωση των συνδικάτων κανένας να μην αξιολογείται και κανένας να μην απολύεται, ακόμη κι αν δεν πατάει το πόδι στη δουλειά του, το δημιούργησαν οι παράλογες πρόωρες συνταξιοδοτήσεις που επιτεύχθηκαν κάτω από καθεστώς πολιτικού φαβοριτισμού ή κοινωνικών εκβιασμών, το δημιούργησε η υπερσυνταγογράφηση για φάρμακα που συχνά καταλήγουν στους γείτονες, το δημιούργησε η υπεξαίρεση του ΦΠΑ που δεν γίνεται μόνο από μεγάλες επιχειρήσεις (αντιθέτως...) και η φορολογική προστασία επαγγελματικών ομάδων όπως οι ιδιοκτήτες ταξί ή οι πρατηριούχοι βενζίνης που τώρα θεωρούν αδιανόητο να συμβιβασθούν. Το δημιούργησαν δεκάδες αιτίες πίσω από τις οποίες δεν βρίσκεται απαραίτητα το «ντόπιο και ξένο μεγάλο κεφάλαιο», αλλά συνηθισμένοι άνθρωποι που, κατά τα λοιπά, δεν έχουν πρόβλημα να καταγγέλλουν όλους τους υπόλοιπους από τα τηλεοπτικά παράθυρα. Λοιπόν, με ποιον τρόπο όλος αυτός ο κόσμος θα φέρει πίσω όσα ηθικά ή νομικά ανεπίτρεπτα ενθυλάκωσε; Και αν αυτή η κρίση μπορεί να φέρει και κάτι καλό, ίσως είναι η ευκαιρία να συνειδητοποιήσουμε ως κοινωνία ότι η αδιάκριτη συνηγορία σε κάθε διεκδίκηση που αφορά το δημόσιο χρήμα, δεν είναι πάντα ούτε «προοδευτική» ούτε «κοινωνικά ευαίσθητη»...
Του Μάκη Βοϊτσίδη στον «Αγγελιοφόρο»