«Σήμερα ζούμε ένα κορυφαίο θρησκευτικό και ιστορικό γεγονός. Σήμερα σταματούν «τα δάκρε τη Παναΐας», καθώς υποδέχεται εδώ πολυάριθμα τα παιδιά της». Ο Οικουμενικός Πατριάρχης, Βαρθολομαίος, λυγίζει από τη συγκίνηση. Μόλις έχει ολοκληρωθεί η πρώτη λειτουργία στο μοναστήρι της Παναγίας, στο όρος Μελά, μετά τον ξεριζωμό του 1922, ανήμερα το Δεκαπενταύγουστο. Μία γυναίκα κλαίει με λυγμούς. Δεν έχει ποντιακή καταγωγή, λέει. Ηρθε για να ζήσει μία στιγμή Ιστορίας μαζί με περίπου 500 προσκυνητές, που από τις επτά το πρωί ανέβηκαν το μονοπάτι που οδηγεί στο μοναστήρι, έχοντας στα δεξιά τους να ρέει ορμητικά τον ποταμό Πυξίτη και στα αριστερά τους τα αιωνόβια δέντρα να συμπάσχουν τον οδοιπόρο ρίχνοντάς πάνω του τη σκιά τους. Στους πρόποδες του όρους Μελά παραμένουν άλλοι 3.000. Η χωροταξία του μοναστηριού επιτρέπει την παρουσία μόνο περίπου 500 ατόμων στη Θεία Λειτουργία. Δύο γιγαντοοθόνες που στήθηκαν εκεί αναλαμβάνουν να εκμηδενίσουν την απόσταση από το μοναστήρι, μεταδίδοντας σε απευθείας μετάδοση την τελετή. Από το σημείο εκείνο, μικρά λεωφορεία αναλαμβάνουν να μεταφέρουν εκείνους που φέρουν την κάρτα εισόδου μέχρι το μονοπάτι. Το βουνό δεν κάνει διακρίσεις. «Επίσημοι» και μη βαδίζουν το μονοπάτι που άλλοτε «αγριεύει» και άλλοτε διευκολύνει το πέρασμα. Στα μισά της διαδρομής, ένας Τούρκος ντυμένος με την παραδοσιακή στολή των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής του Πόντου παίζει τη λύρα του, υποδεχόμενος με το αζημίωτο τους «συμπατριώτες» του. Κάποιοι κοντοστέκονται και χορεύουν, κάποιοι άλλοι αναλογίζονται την κοινή παράδοση των δύο λαών. Το τι είναι «δικό τους» ή «δικό μας» είναι δυσδιάκριτο πια…
«Σημάδια…»
Η παρουσία της Αστυνομίας σε όλη τη διαδρομή έντονη, περισσότερο ενισχυτική προς την ευταξία και ίσως και φιλική στα καραβάνια των προσκυνητών, εκφράζοντας με αυτόν τον τρόπο την πολιτική των τοπικών αρχών και –σίγουρα- της τουρκικής κυβέρνησης, που κάνει ανοίγματα στις μη μουσουλμανικές κοινότητες, θέλοντας να σβήσει τις αναφορές σε ευρωπαϊκές και αμερικανικές εκθέσεις για την παραβίαση των θρησκευτικών δικαιωμάτων στη χώρα. Μετά από 20 λεπτά πεζοπορίας στο εντυπωσιακό αλπικό τοπίο των βουνών του Πόντου, το μοναστήρι ξεπροβάλλει «σκαρφαλωμένο» στα βράχια, μισοκρυμμένο από τα σύννεφα που έχουν κάτσει στην κορυφή του όρους Μελά. Το μοναστήρι πήρε με τα χρόνια την ονομασία Σουμελά από την έκφραση «η Παναγία που βρίσκεται συ Μελά (στο βουνό Μελά)». Κάποιοι βιάζονται να ανέβουν τα περίπου 80 απότομα σκαλιά που οδηγούν στην πύλη του μοναστηριού και μετά να κατέβουν τα -επίσης απότομα- 54 σκαλοπάτια που χωρίζουν την απόσταση από το προαύλιο όπου θα τελεστεί η λειτουργία. Τα σύννεφα φεύγουν και βγαίνει ήλιος και λίγο αργότερα, κατά την είσοδο του Οικουμενικού Πατριάρχη στο χώρο της τελετής, φυσά ένα δροσερό αεράκι. Ορισμένοι -που έχουν ξεκινήσει τα χαράματα με καταιγίδα από την Τραπεζούντα- ερμηνεύουν την εύνοια του καιρού ως «σημάδι» της Παναγίας. Ισως εισακούστηκαν και οι προσευχές του μητροπολίτη Νεαπόλεως, Βαρνάβα. «Για τη Χάρη σου γίνονται όλα, Παναγία μας…», έλεγε την προηγουμένη. Μαζί με το μητροπολίτη Δράμας, Παύλο, βρίσκονται από τα χαράματα στο μοναστήρι προσπαθώντας να ρυθμίσουν όλες τις λεπτομέρειες. Ακόμη και στη διάρκεια της λειτουργίας τα μάτια τους διερευνούν το χώρο για να βεβαιωθούν ότι όλα θα πάνε καλά.
«Γέφυρα» εμπιστοσύνης
Λίγα λεπτά πριν από τις 10 το πρωί μπαίνει στο μοναστήρι και ο κ. Βαρθολομαίος. Κοντοστέκεται αναλογιζόμενος – ίσως- εκείνο που περιέγραφε αργότερα σε προσκυνητές. Το γεγονός ότι είχε επισκεφτεί για πρώτη φορά το μοναστήρι ως αρχιμανδρίτης και κάποιες δεκαετίες αργότερα θα ερχόταν να λειτουργήσει για πρώτη φορά ως Πατριάρχης, στην πρώτη λειτουργία που τελείται στο χώρο μετά τον ξεριζωμό των κατοίκων της περιοχής που γέμιζαν της ημέρα της γιορτής της Παναγίας ασφυκτικά το χώρο πριν από 87 χρόνια. «Εργο Θεού» χαρακτηρίζει ο ίδιος το γεγονός ότι η ιστορία θα καταγράψει εκείνον ως τον πρώτο Πατριάρχη, που στους 16 αιώνες της παρουσίας του μοναστηρίου, θα λειτουργήσει το μοναστήρι. «Αξιος, άξιος», φωνάζουν οι πιστοί, ενώ εκείνος στο λόγο του μνημονεύει τους προκατόχους του που δεν έζησαν αυτήν τη μυστηριακή εμπειρία. «Ας είναι η Παναγία η Σουμελιώτισσα, η Αθηνιώτισσα Παναγία, η Παναγία του Ευαγγελιστού Λουκά, η Κυρία του Πόντου, εγγυήτρια καλυτέρων ημερών διά τους δύο λαούς, οι οποίοι συναντώνται σήμερον εις το εδώ εορτάζον πανίερον σέβασμά της! «Εκεί ατέν προσκύναναν Χριστιανοί και Τούρκοι». Το προσκύνημά μας αυτό ας είναι μία επί πλέον γέφυρα επικοινωνίας και εμπιστοσύνης ανάμεσα εις τους δύο λαούς», στέλνει, αργότερα, μήνυμα απαριθμώντας τους Οθωμανούς σουλτάνους που «αγάπησαν, υποστήριξαν και ενίσχυσαν το μοναστήρι και τους μοναχούς».
Η στιγμή που περνά και δε χάνεται…
Τηλεοπτικά συνεργεία από όλο τον κόσμο καταγράφουν την τελετή. Παίρνουν συνεντεύξεις από προσκυνητές από την Ελλάδα και τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ενωσης, τους ρωτούν τι σημαίνει για εκείνους η παρουσία τους στην ιστορική αυτήν τελετή και αν βρήκαν τα χωριά και τα σπίτια που άφησαν οι πρόγονοί τους. Δεν τους ρωτούν (γιατί αγνοούν ενδεχομένως), γιατί αρκετοί από τους παρισταμένους ποντιακής καταγωγής, αν και γνωρίζονται, δε μιλούν μεταξύ τους ή γιατί κάποιοι πολιτικοί παίρνουν πόζα στο φακό με «φόντο» πίσω τους τον Πατριάρχη να τελεί την λειτουργία. Ολα αυτά, άλλωστε, μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα, όταν ο κ. Βαρθολομαίος λαμβάνει ως δώρο από τα χέρια του μητροπολίτη Δράμας την ποδιά που υφάνθηκε πριν από 100 χρόνια στον Πόντο και διαβεβαιώνει ότι θα φυλαχτεί μαζί με τα άλλα κειμήλια της Ορθοδοξίας στο Φανάρι. «Σβήνουν» τα ανθρώπινα πάθη, το λεπτό που μεσολαβεί πριν από την έναρξη της λειτουργίας, όταν η σιωπή αναλαμβάνει να γράψει -πριν από τους ιστορικούς- την Ιστορία. Παραμερίζουν οι διχόνοιες στη θέα του 81χρόνου Γιώργου Σαλαφοντίδη, που με το μπαστούνι του ανέβηκε στο βουνό, κατέβηκε τα απότομα σκαλοπάτια και στάθηκε όρθιος σ' όλη τη διάρκεια της λειτουργίας. «Ηρθα να δω τα μέρη του πατέρα μου. Στο χωριό του δεν πήγα. Δεν πειράζει. Ας είναι καλά η Παναγία που με αξίωσε να είμαι σήμερα εδώ», λέει. «Δε στενοχωρήθηκες που δε βρήκες το σπίτι του πατέρα σου;», τον ρωτάμε. «Καθόλου. Ο,τι ήταν να δω, το είδα…».
Αναζητώντας τις ρίζες τους
Τα «40ρια» που καταγράφει σε βαθμούς Κελσίου ο καιρός και η υγρασία του Εύξεινου Πόντου, που φτάνει και ξεπερνά το 95%, συνοδεύουν όλες τις μέρες τους προσκυνητές που βρέθηκαν στον Πόντο. Αγόγγυστα ακολουθούν το πρόγραμμα της εκδρομής σε Τραπεζούντα, Κερασούντα, Τρίπολη, Κοτύωρα. «Βρέχει κόλλα», σχολιάζει κάποιος και δεν απέχει από την πραγματικότητα, όταν νιώθεις το δέρμα, από την υγρασία, να κολλά με το κόκαλο. Η Σοφία Παπαγεωργίου κατεβαίνει από το όρος Μελά κρατώντας λίγα λουλούδια που έκοψε από τις πλαγιές. Η προγιαγιά της, η Κατίνα, μας λέει, που πέθανε 110 χρόνων, είχε κοινωνήσει τελευταία φορά πριν φύγει από τον Πόντο στην Παναγία Σουμελά. Η ίδια, λίγη ώρα νωρίτερα, θα κοινωνούσε την πρώτη φορά που θα γινόταν λειτουργία, από τότε, στο μοναστήρι. «Η Παναγία μάς αξίωσε να το ζήσουμε αυτό. Τα λουλούδια τα πάω στον τάφο της…», μας λέει. Ο Τάσος Κτενάς ήρθε για το προσκύνημα από τη Μελβούρνη της Αυστραλίας. «Δε γινόταν να λείψουμε σήμερα. Μόλις το μάθαμε, βγάλαμε αμέσως τα εισιτήρια. Είχαμε λόγο, καθώς η σύζυγός μου, Μαρία, κατάγεται από τη Ματσούκα (την πόλη που ανήκει, διοικητικά, το μοναστήρι Παναγία Σουμελά). Πήγαμε και βρήκαμε -με τη βοήθεια των τοπικών αρχών που άνοιξαν τα αρχεία τους- και το σπίτι και το μαγαζί που είχε ο πατέρας της. Τότε ήταν μπακάλικο, σήμερα είναι φούρνος. Κλάψαμε και γελάσαμε μαζί με τους νυν ιδιοκτήτες που μας υποδέχτηκαν θερμά», διηγείται. Η Καταρίνα Καρυπίδου, σουηδικής καταγωγής, συνόδευσε από τη Δράμα τον ελληνικής καταγωγής σύζυγό της στην αναζήτηση των ριζών του. «Ζούμε 46 χρόνια μαζί και αισθάνομαι Ποντιο-σουηδέζα! Οι Πόντιοι κρύβουν μεγάλη δύναμη και αυτό φαίνεται από τον τρόπο που κράτησαν τις παραδόσεις τους και τις μετέδωσαν στα παιδιά τους. Η σημερινή μέρα είναι η μεγαλύτερη στη ζωή μας», μας λέει. Δίπλα της η Ολγα Κατσαγιάννη, από τη Νεάπολη Θεσσαλονίκης, συγκινημένη μιλά για την εμπειρία της στον Πόντο. «Μεγαλώσαμε με αυτές τις διηγήσεις. Αυτά που είδαμε, όμως, ξεπέρασαν τη φαντασία μας. Ευχαριστούμε τη Παναγία που μας βοήθησε να τα ζήσουμε».
Η «άλλη πλευρά»
Η «άλλη» πλευρά δεν κρύβει τον ενθουσιασμό της για τα γκρουπ των τουριστών που φτάνουν στα Κοτύωρα για να επισκεφτούν εκκλησίες που έχουν σήμερα άλλες χρήσεις. Ο Ριζάι και η σύζυγός του, Αϊσέ, σταματούν τον 81χρονο Γιώργο Σαλαφοντίδη και του πιάνουν κουβέντα. Ο κ. Γιώργος, που μιλάει τουρκικά, εκτελεί χρέη μεταφραστή. «Μας αρέσει που έρχονται Ελληνες εδώ. Οι παππούδες μας μας μιλούσαν για τους Ελληνες που ζούσαν εδώ και για τα έθιμά τους. Μακάρι να ερχόμασταν και εμείς τόσο συχνά στην Ελλάδα», μας λέει ο Ριζάι. «Αγαπάμε τους Ελληνες», συμπληρώνει η Αϊσέ. Εξω από το ναό του Αγίου Νικολάου, στην Κερασούντα, διακριτικά συνοδεύουν τους εκδρομείς αστυνομικοί. Ενας από αυτούς, ο Σεΐντάν, αρχίζει να μιλά ποντιακά. Συνεννοούνται άψογα. Αγκαλιάζονται και φωτογραφίζονται. «Δεν ξέρω από πού προέρχεται αυτή η γλώσσα, αλλά μου την έμαθε η γιαγιά μου από την Τραπεζούντα. Χειροκροτώ το γεγονός ότι αυτοί οι άνθρωποι έρχονται εδώ για να δουν πού έζησαν οι προγονοί τους», δηλώνει και ποζάρει στο φακό.
ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΟΝ ΠΟΝΤΟ ΣΟΦΙΑ ΠΑΚΑΛΙΔΟΥ