ΜΑΝΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ
Η διαβίβαση στη Βουλή της δικογραφίας για την παραποίηση στοιχείων του ελλείμματος του 2009 από την Ελληνική Στατιστική Αρχή, ειδικότερα στο σκέλος της διερεύνησης τυχόν ευθυνών από το τότε πολιτικό δίδυμο που χάρασσε τις τύχες της χώρας, δηλαδή τον Γιώργο Παπανδρέου και τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου, συνιστά εκκωφαντική εθνική εξέλιξη.
Όχι απλά και μόνο επειδή είναι η πρώτη φορά, μετά από πολλά χρόνια, που η Δικαιοσύνη προηγείται της πολιτικής, και προσδιορίζει η ίδια την αλληλουχία των εξελίξεων, αντί να ακολουθεί ή ακόμη και να άγεται από τις διαθέσεις της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας.
Ούτε καν σε σχέση με το κατά πόσο η έρευνα θα οδηγήσει σε τελεσίδικο αποτέλεσμα, δηλαδή θα αποδώσει ευθύνες, και όχι φυσικά απλά και μόνο σε χαμηλόβαθμα στελέχη.
Αλλά κυρίως επειδή προσφέρει το πολιτικό ερέθισμα για να γίνει σε δημόσιο ακροατήριο, δηλαδή ενώπιον μιας οργισμένης κοινωνίας η οποία ζητά επιτακτικά απαντήσεις, η πλέον σφαιρική συζήτηση για το πώς φτάσαμε ως εδώ. Θα πρόκειται ουσιαστικά για τη Δίκη του Μνημονίου, και μάλιστα σε… απευθείας μετάδοση. Χωρίς φυσικά να γίνει… μακελειό.
Η υπόθεση της παραποίησης των στοιχείων του ελλείμματος του 2009, συνδέεται ευθέως με την προσφυγή της Ελλάδας στον μηχανισμό στήριξης του Μνημονίου. Αν το έλλειμμα δεν εμφανιζόταν τόσο υψηλό, δεν θα υπήρχε η αιτιολογική εξήγηση για να ζητήσει η χώρα τη βοήθεια των διεθνών εταίρων, οι οποίοι έκτοτε μετατράπηκαν σε… δανειστές.
Ούτε θα είχαν δικαιολογηθεί δηλώσεις όπως του Γιώργου Παπακωνσταντίνου περί «Τιτανικού», που εκτόξευσαν την απόδοση των spreads σε επίπεδα συντελεσμένης χρεοκοπίας. Ή αργότερα, του ίδιου του Γιώργου Παπανδρέου ότι «κυβερνά μια διεφθαρμένη χώρα».
Η διερεύνηση του οδικού χάρτη που μας οδήγησε στην εθνική αυτοκαταστροφή του Μνημονίου, είναι εξαιρετικά κρίσιμη παράμετρος. Ειδικά σήμερα, που όλοι διαπιστώνουν το μάταιο των στοχεύσεων του Μνημονίου, αλλά η Γερμανία κυρίως, αρνείται πεισματικά να προχωρήσει στη θεμελιώδη επαναδιατύπωσή του.
Είναι όμως χρήσιμη και για έναν άλλο λόγο: Επειδή μπορεί να ενισχύσει τη δυναμική της διαπραγμάτευσης που θα επιδιώξει να κάνει η επόμενη κυβέρνηση. Μια κυβέρνηση η οποία θα προκύψει μέσα από τη λαϊκή ετυμηγορία. Που για να είναι ανόθευτη και επαρκώς συνειδητοποιημένη, θα πρέπει να έχει προηγηθεί η «κάθαρση» του πως φτάσαμε ως εδώ.
Και φυσικά, να έχει διορθωθεί η εθνική «ανορθογραφία» του σημερινού Κοινοβουλίου. Η πλειοψηφία του οποίου, προέκυψε από την πολιτική παραπλάνηση του «λεφτά υπάρχουν». Για να μην ξεχνιόμαστε, δηλαδή.