Ένας 15χρονος που χάνει τη ζωή του από σφαίρα αστυνομικού είναι απώλεια που δικαιολογεί από ειρηνικές μαθητικές πορείες μέχρι εμπρησμούς καταστημάτων, βιβλιοθηκών και πανεπιστημίων επί δέκα μέρες. Ένας 15χρονος που χάνει τη ζωή του από βόμβα τρομοκρατών είναι απλώς μια δυσάρεστη απώλεια που μπορεί να συζητηθεί για δυο τρεις μέρες. Τίποτε περισσότερο. Τα μόνα κεριά που άναψαν για το θάνατο του Αφγανού ρακοσυλλέκτη και την τύφλωση της αδελφής του ήταν τα κεριά των συμπατριωτών τους. Η μαθητική οργή που είχε ξεχειλίσει για το θάνατο του Αλέξη Γρηγορόπουλου, από τα ακριβά ιδιωτικά των βορείων προαστίων μέχρι τα λαϊκά τεχνικά λύκεια του δυτικού Πειραιά, εξαντλήθηκε - ούτε πενήντα άνθρωποι δε βρέθηκαν για να οργανώσουν μια μικρή πορεία και κανένα ποίημα δε γράφτηκε, έστω το ίδιο ερασιτεχνικό με το ποίημα της κοπέλας που το Δεκέμβρη του 2008 είχε κάνει το γύρο των εφημερίδων και των τηλεοράσεων. Και μέσα σ' αυτό το περιβάλλον υποκρισίας, οι τρεις άνθρωποι που χτες κάηκαν ζωντανοί από τις μολότοφ κουκουλοφόρων θα αντιμετωπιστούν ως «παράπλευρες απώλειες της λαϊκής οργής». Ή κάπως έτσι. Πιθανώς δε θ΄ αξιωθούν ποτέ μια ηρωική δήλωση του Αλαβάνου. Το πολύ πολύ του Τσίπρα. Σε μια Ελλάδα που έχει χάσει το μέτρο παντού, οι ανθρώπινες ζωές μετριούνται ανάλογα με το ποιος τις αφαιρεί. Ο Μπακογιάννης πυροβολήθηκε πισώπλατα, αλλά οι άνθρωποι που καταδικάστηκαν για τη δολοφονία του βγαίνουν στην τηλεόραση και κάνουν υποδείξεις για την ποιότητα της δημοκρατίας - και υπάρχουν πολίτες που κάθονται και τους ακούνε. Τα θύματα της 17 Νοέμβρη πήγαιναν άκλαυτα, γιατί μια ολόκληρη κοινωνία, μέσα στη στρέβλωση της Μεταπολίτευσης, ψιθύριζε «όλο και κάτι θα είχαν κάνει». Και ο 23χρονος αστυφύλακας που τις προάλλες πυροβολήθηκε εν ψυχρώ πίσω από το Πολυτεχνείο προκάλεσε τις ελάχιστες απαραίτητες δηλώσεις συμπάθειας του πολιτικού συστήματος - είναι απλώς ένας «μπάτσος», δηλαδή κατ' επιλογήν αναλώσιμος. Αν η τρομοκρατία σ' όλες τις μορφές της, από τις δολοφονίες μέχρι τους βανδαλισμούς, βασιλεύει στην Ελλάδα, αυτό προεχόντως οφείλεται στην ανοχή ενός μεγάλου και την επιδοκιμασία ενός μικρότερου αλλά υπολογίσιμου τμήματος της ελληνικής κοινωνίας. Ακόμη χειρότερα: Στυγνά εγκλήματα προβάλλονται από ΜΜΕ ως «ηρωισμός», πασπαλίζονται με ιδεολογική άχνη και προκαλούν εκδηλώσεις συμπαράστασης. Και όσο υπάρχει αυτή η ιδιότυπη κοινωνική νομιμοποίηση, έτσι θα συνεχίσουν τα πράγματα. Και ακόμη χειρότερα...
Του Μάκη Βοϊτσίδη στον «Αγγελιοφόρο»