Του Νίκου Κοτζιά
Η παραγωγή όλο και περισσότερων πληθωριστικών δολαρίων από τις ΗΠΑ (πρόσφατα, ουσιαστικά, 600 δισεκατομμύρια δολάρια) ενώ δεν δείχνουν να μπορούν να ενισχύσουν σημαντικά το παραγωγικό τους δυναμικό, συνδυάζεται με την ενίσχυση της συναλλαγματικής ισχύος της Λ.Δ. της Κίνας. Η τελευταία διαθέτει, πλέον, άνω των 2,6 τρισεκατομμυρίων δολαρίων ως συναλλαγματικό απόθεμα. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αυτής της περιόδου είναι, επίσης, το γεγονός ότι για πρώτη φορά οι επενδύσεις που διαθέτουν οι πολυεθνικές εταιρείες των ΗΠΑ στο εξωτερικό είναι μικρότερες από εκείνες των πολυεθνικών εταιρειών τρίτων κρατών στις ίδιες τις ΗΠΑ. Σε αυτή την υποχώρηση θέσεων των ΗΠΑ μεγάλο ρόλο παίζει, επιπλέον, η μη εισαγωγή σε αυτές, εξαιτίας φορολογικών αντιπαραθέσεων, των κερδών εξωτερικού των μεγάλων αμερικανικών εταιρειών. Αυτά φτάνουν φέτος το ένα τρισεκατομμύριο δολάριο και συνολικά υπολογίζονται να είναι άνω των τριών τρισεκατομμυρίων.Οι ΗΠΑ για την κατάστασή τους, δεν κατηγορούν τις αμερικάνικες εταιρείες που δεν επανεισάγουν τα κέρδη τους από επενδύσεις στο εξωτερικό, αλλά την Κίνα για τις πολιτικές που ακολουθεί. Πρώτον, και κύριο, την κατηγορούν ότι διατηρεί το εθνικό της νόμισμα σε σχετικά χαμηλή ισοτιμία, τουλάχιστον 15-20%. Δεύτερον, ότι δεν προστατεύει τα πνευματικά δικαιώματα και έτσι υφαρπάζει τεχνολογικές δημιουργίες των αμερικανικών εταιρειών, και τρίτον, ότι επιδοτεί παρανόμως τις εξαγωγικές εταιρείες της. Από τη μεριά της η Κίνα απαντά με την επιδίωξη συγκρότησης ενός κοινού μετώπου με χώρες που είναι και αυτές πλεονασματικές. Κατηγορεί δε τις ΗΠΑ για την αυξανόμενη παραγωγή πληθωριστικού χρήματος.Προκειμένου να βγουν οι ΗΠΑ από τη δύσκολη κατάσταση στην οποία βρίσκονται πρότειναν στην πρόσφατη σύνοδο των G20, που έγινε στη Σεούλ της Κορέας, την καθιέρωση του +_4% ως ορίου σε πλεονάσματα και ελλείμματα. Η Γερμανία, με την νέα εθνικιστική της αυτοπεποίθηση, χαρακτήρισε την πρόταση των ΗΠΑ ως σταλινική πολιτική που επιδιώκει με αριθμητικές δεσμεύσεις να εισάγει από την πίσω πόρτα αρχές της σχεδιασμένης οικονομίας. Ότι είναι μια πρόταση που επιδιώκει να τιμωρήσει τις παραγωγικές οικονομίες με εξαγωγικό προσανατολισμό. Σε αυτό βρήκε συμπαράσταση σε ένα βαθμό από την Κίνα και σχετικά πιο περιορισμένα από τη Βραζιλία. Τέλος, η Ινδία συντάχθηκε μεν με τις γενικότερες αμερικάνικες επιλογές ως προς την νομισματική πολιτική, όχι, όμως, δε, με την συγκεκριμένη πρόταση του +-4%.Ουσιαστικά, η Γερμανία απορρίπτει τις αμερικάνικες προτάσεις για δείκτες – όρια ως σταλινικές, την ίδια στιγμή που επιβάλλει στο όνομα των αριθμητικών δεικτών μια ακραία κατασταλτική πολιτική στην ΕΕ. Δηλαδή, επιβάλλει τη λογική των αριθμών – δείκτες στην ΕΕ με αυξανόμενη κατασταλτική λειτουργία, εκεί όπου έχει τον πρώτο λόγο, διότι την συμφέρει, ενώ την απορρίπτει ως προς τις παγκόσμιες αγορές.Εισερχόμενοι στην δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα βρισκόμαστε σε μια φάση ανάπτυξης νομισματικών πολέμων ανάμεσα στις χώρες με ελλειμματικά ισοζύγια και σε εκείνες με πλεονασματικά. Δίπλα στις παλιές διαχωριστικές γραμμές όπως Δύση – Ανατολή, αναπτυγμένος και αναπτυσσόμενος κόσμος, Μητρόπολη – Περιφέρεια, Ιμπεριαλισμός και Αντιιμπεριαλισμός, αυταρχικός και φιλελεύθερος καπιταλισμός γεννιέται (χωρίς βέβαια να αντικαθιστά τις προηγούμενες) μια νέα σημαντική αντίθεση, αυτή ανάμεσα στις χώρες με ελλείμματα και σε εκείνες που κερδίζουν από τα ελλείμματα των πρώτων. Πρόκειται για μια διαχωριστική γραμμή που αφορά άμεσα την Ελλάδα. Τόσο ως προς την θέση της στο παγκόσμιο και ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, όσο και ως προς τις συμμαχίες της, ιδιαίτερα στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρέπει, δηλαδή, να κατανοηθεί ότι βρισκόμαστε σε μια διαμάχη παγκόσμιας κλίμακας στην οποία οι διαχωρισμοί γίνονται στη βάση εθνικών συμφερόντων και όχι ως προς το ποιος είναι καλός ή κακός, ούτε ως προς το ποιος είναι περισσότερο ικανός ή ανίκανος στα ζητήματα της αφηρημένης νομισματικής πολιτικής.
epirusgate