Ενα από τα ζητήματα που φέρεται να θέτει επισήμως η τουρκική πλευρά είναι η αλλαγή των ελληνικών βιβλίων Ιστορίας και η απαλοιφή των αναφορών που έχουν στη Μικρασιατική Καταστροφή, στη σφαγή και την πυρπόληση της Σμύρνης, καθώς και στη γενοκτονία του ποντιακού Ελληνισμού. Με τον τρόπο αυτόν ο Ταγίπ Ερντογάν φαίνεται να πραγματοποιεί μια μεγάλη ιδεολογική στροφή και να αλλάζει επί το αρνητικότερον με βάση το εσωτερικό πολιτικό παιχνίδι. Τα σημάδια αυτοκριτικής που είχε δείξει ο Ερντογάν για τα θλιβερά γεγονότα του παρελθόντος φαίνεται ότι παραχωρούν τη θέση τους στην παραδοσιακή αδιαλλαξία και την άρνηση. Να θυμίσουμε ότι ένα χρόνο πριν ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είχε δηλώσει ότι οι πολίτες που «... είχαν διαφορετική εθνική ταυτότητα» είχαν εκδιωχθεί από την Τουρκία ως «αποτέλεσμα φασιστοειδούς αντίληψης». Με τη διαπίστωση αυτή ο Ερντογάν ανέτρεπε άρδην τη βασική επιχειρηματολογία του τουρκικού εθνικισμού και του βαθέος κράτους. Συγκεκριμένα ο Ερντογάν είχε δηλώσει σε τοπικό συνέδριο του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης: «Επί χρόνια, στη χώρα αυτή έγιναν κάποια πράγματα. Εκδιώχθηκαν όσοι είχαν διαφορετική εθνική ταυτότητα. Μήπως βγήκαμε κερδισμένοι; Θα πρέπει να το σκεφτούμε. Αλλά κανείς δεν κάθησε να σκεφτεί με ψυχραιμία. Αυτό στην πραγματικότητα ήταν αποτέλεσμα φασιστοειδούς αντίληψης. Στο λάθος αυτό ορισμένες φορές υποπέσαμε και εμείς, αλλά όταν σκέφτεται κανείς με ψυχραιμία αντιλαμβάνεται, και λέει, τι λάθη κάναμε». Η υποδοχή αυτών των δηλώσεων του Ερντογάν ήταν εξαιρετικά θετική. Οι μη ακροδεξιές τουρκικές εφημερίδες τις χαρακτήρισαν «ιστορική αυτοκριτική Ερντογάν για τις μειονότητες». Η εφημερίδα Vatan, σε άρθρο με τίτλο «Φασιστική εκκαθάριση», έδωσε συγχαρητήρια στον Ερντογάν για το θάρρος του. Ανέφερε επίσης: «O εκτουρκισμός της Μικράς Ασίας ξεκίνησε το 1915 με τον εκτοπισμό των Αρμενίων...». Η αλλαγή της πολιτικής Ερντογάν και η προσχώρησή του στην παραδοσιακή κεμαλική πολιτική άρνησης των γενοκτονιών και της υπεράσπισης του προγράμματος των εθνικών εκκαθαρίσεων που είχαν εκπονήσει οι Νεότουρκοι από το 1911 αποτυπώνεται στις τουρκικές απαιτήσεις για αλλαγή των ελληνικών βιβλίων Ιστορίας. Η ελληνική πλευρά όμως έχει τις δικές της «κόκκινες γραμμές» που διαμορφώνονται από τις αδιαμφισβήτητες ακαδημαϊκές προσεγγίσεις και από τις εσωτερικές κοινωνικές και ιδεολογικές συνθέσεις που συνέβησαν κατά τη δεκαετία του ’90, οπότε και αναγνωρίστηκαν επισήμως οι δραματικές εκείνες σελίδες της νεοελληνικής ιστορίας, έπειτα από επτά δεκαετίες συνειδητής απώθησης. Είναι κοινή πεποίθηση πλέον στον διεθνή ακαδημαϊκό χώρο που μελετά το έγκλημα της γενοκτονίας, ότι στον Πόντο και σε όλη τη Μικρά Ασία συνέβη μια από τις μεγάλες γενοκτονίες του 20ού αιώνα. Ο καθ’ ύλην διεθνής ακαδημαϊκός οργανισμός International Association of Genocide Scholars - IAGS (Διεθνής Ενωση Μελετητών Γενοκτονιών) εξέδωσε τον Δεκέμβριο του 2007 το εξής ψήφισμα: «ΔΕΔΟΜΕΝΟΥ ότι η άρνηση της γενοκτονίας αναγνωρίζεται ευρέως ως το τελικό στάδιο της γενοκτονίας, που επιφυλάσσει στους δράστες της γενοκτονίας την ατιμωρησία και αποδεδειγμένα προετοιμάζει το έδαφος για μελλοντικές γενοκτονίες. ΔΕΔΟΜΕΝΟΥ ότι η γενοκτονία μειονοτικών πληθυσμών από το οθωμανικό κράτος κατά τη διάρκεια και μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο απεικονίζεται συνήθως ως γενοκτονία των Αρμενίων αποκλειστικά, με μερική μόνο αναγνώριση των ποιοτικά όμοιων γενοκτονιών άλλων χριστιανικών μειονοτήτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. ΨΗΦΙΖΟΥΜΕ ότι είναι πεποίθηση της Διεθνούς Ενώσεως Ακαδημαϊκών για τη Μελέτη των Γενοκτονιών ότι η εκστρατεία των Οθωμανών εναντίον των χριστιανικών μειονοτήτων της αυτοκρατορίας μεταξύ 1914 και 1923 αποτέλεσε μια γενοκτονία των Αρμενίων, των Ασσυρίων και των Ελλήνων του Πόντου και της Ανατολίας. ΨΗΦΙΖΟΥΜΕ ακόμα ότι η ένωση ζητεί εκ τούτου από την κυβέρνηση της Τουρκίας να αναγνωρίσει τις γενοκτονίες αυτών των πληθυσμών, να εκδώσει μια επίσημη απολογία και να προχωρήσει σε άμεσα και σημαντικά βήματα για αποκατάσταση». (http: //www. genocidetext. net).
Θα ήταν άτοπο να δεχθούμε ότι θα μπορούσαν να γίνουν δεκτές οι τουρκικές εθνικιστικές προτάσεις, με αποτέλεσμα την εκ νέου όξυνση των ενδοελληνικών αντιθέσεων και της υπενθύμισης και πάλι της μεγάλης ιστορικής αδικίας που διεπράχθη εις βάρος των ελληνικών προσφυγικών πληθυσμών.
* Ο κ. Βλάσης Αγτζίδης είναι ιστορικός.