ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΠΡΑΤΣΟΣ
Στη Le Monde της 16.11.2011 αναλύεται ίσως το πιο κεντρικό θέμα το οποίο απασχολεί την ευρωζώνη σχετικά με τον κατευνασμό της πίεσης των αγορών, το οποίο αποτελεί παράλληλα λόγο διαφωνίας Η.Π.Α – Γερμανίας για την ακολουθούμενη νομισματική πολιτική σχετικά με την απορρόφηση των κρατικών χρεών.
Το ερώτημα φέρνει σε αντίθεση το Νότο με το Βορρά της Ευρώπης : πρέπει να μετατραπεί η ΕΚΤ σε ένα είδος FED των ΗΠΑ με μαζικές επεμβάσεις ώστε να βοηθηθούν τα κράτη τα οποία πιέζονται από τα χρέη τους;
Από το Μάϊο του 2010, η ΕΚΤ αγόρασε κρατικά ομόλογα ύψους 187 δις ευρώ, καταρχάς της Ελλάδας, της Πορτογαλίας, της Ιρλανδίας και ύστερα της Ιταλίας και της Ισπανίας από τον Αύγουστο του 2011. Πάντοτε όμως υπενθύμισε –πρόσφατα με τον Μ. Nτράγκι -ότι αυτό το πρόγραμμα είναι προσωρινό και περιορισμένο μέχρι το EFSF να αναλάβει το ρόλο του. Παράλληλα υποστήριξε ότι τα κράτη θα πρέπει να υλοποιήσουν τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις ώστε να βελτιωθεί η κατάσταση.
Το ποσό των 440 δις ευρώ του EFSF, κρίνεται περιορισμένο, ενώ μόνο το μισό ποσό είναι διαθέσιμο. Επειδή με την πάροδο του χρόνου τα εργαλεία σταθεροποίησης και δημιουργίας εμπιστοσύνης εξαφανίζονται σιγά- σιγά , τελικά απομένει μόνο η ΕΚΤ να αναλάβει το ρόλο του δανειστή, όπως το κάνουν οι FED και η τράπεζα της Αγγλίας.
Αυτό το θέμα είναι εκρηκτικό για τις σχέσεις Σαρκοζύ – Μέρκελ. Παράλληλα όμως πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι τα μέλη του G20 πιέζουν ώστε να γίνουν περισσότερες προσπάθειες στην ευρωζώνη, αποκαθιστώντας το ρόλο της Ε.Κ.Τ.
Πολλές λύσεις είναι δυνατές :
- θα μπορούσε η ΕΚΤ να προβεί σε μαζικές αγορές ομολόγων, όπως το κάνει η FED.
- θα μπορούσε η ΕΚΤ να τονίσει ότι δε θα ανεχόταν μεγάλη διαφορά στα spread μεταξύ του γερμανικού επιτοκίου και αυτό των υπολοίπων χωρών. Αυτή η δήλωση θα μπορούσε να λειτουργήσει ανασχετικά στις κερδοσκοπικές διαθέσεις των αγορών και να τις οδηγήσει να κάνουν πίσω.
- η μετατροπή του EFSF σε τράπεζα, ώστε να μπορεί να επωφελείται της απεριόριστης ρευστότητας της ΕΚΤ, όπως το προτείνουν η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία.
- στα πλαίσια της οργάνωσης της οικονομικής διακυβέρνησης της ευρωζώνης να τροποποιηθούν οι συνθήκες, ώστε να επανακαθοριστεί ο ρόλος της ΕΚΤ. Κανείς όμως δε μπορεί να τολμήσει αυτό το βήμα, διότι είναι ένα θέμα ταμπού για τη Γερμανία.
Από την οπτική γωνία του Βερολίνου και της Φρανκφούρτης, αυτοί οι δρόμοι περιέχουν τον κίνδυνο της μείωσης της φήμης της ΕΚΤ. Επίσης, θα οξύνουν τις εσωτερικές της αντιθέσεις, ενώ παράλληλα βρίσκονται σε αντίθετη κατεύθυνση με αυτό που επιβάλλουν οι ευρωπαϊκές συνθήκες.
Δύο είδη εμμονών της Γερμανίας αποτελούν εμπόδιο στην αύξηση της ευελιξίας για την απορρόφηση των κρατικών χρεών της ευρωζώνης:
- η εμπειρία του υπερπληθωρισμού της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και η μετέπειτα άνοδος του Χίτλερ, έχει χαραχτεί στη συνείδηση των Γερμανών. Πιστεύουν ότι η ΕΚΤ πρέπει να παραμείνει στο ρόλο για τον οποίο δημιουργήθηκε, δηλ. να εξασφαλίζει κυρίως τη σταθερότητα των τιμών και να στηρίζει τις οικονομικές πολιτικές της Ένωσης. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το τελευταίο χρονικό διάστημα, δύο Γερμανοί –ο Α. Βέμπερ και ο Γ. Σταρκ- εγκατέλειψαν την ΕΚΤ λόγω διαφωνίας για την επαναγορά κρατικών ομολόγων.
- το ηθικό δίδαγμα : η εξασφάλιση «ζωής» στους κακούς μαθητές δεν τους βοηθά να κάνουν τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις.
Τέλος παίζεται και ο ρόλος της ανεξαρτησίας της Κεντρικής Τράπεζας, η οποία δε θέλει να υποκύπτει σε πολιτικές πιέσεις. Ειδικότερα όταν πρόκειται για τίτλους υποβαθμισμένους, οι οποίοι θα χειροτερέψουν εμφανώς την κατάσταση του ισολογισμού της.
Θα θέλαμε να σημειώσουμε, ότι στο πάρε – δώσε των διαπραγματεύσεων στο υψηλότερο ευρωπαϊκό επίπεδο, φαίνεται ότι η αποδοχή κανόνων στενής δημοσιονομικής πειθαρχίας, αποτέλεσμα της οικονομικής διακυβέρνησης με τις ανάλογες αυτόματες επιπτώσεις –εάν αυτοί δεν τηρηθούν- μπορεί να ανταλλαγεί με περισσότερη ευελιξία για τη δημιουργία με τον έναν ή άλλο τρόπο, συνθηκών για την καλύτερη διαχείριση του κρατικού χρέους και την ελαχιστοποίηση της πίεσης των αγορών.