Θα μπορούσαν να είναι οι 100 ημέρες που θα άλλαζαν τον κόσμο, θα… έγραφαν διαφορετικά την Ιστορία, και θα κληρονομούσαν μέχρι τις μέρες μας ένα διαφορετικό πολιτικό και ηγετικό αποτύπωμα. Δεν ήταν. Ξεκίνησαν με ενθουσιώδη χειροκροτήματα, κατέληξαν ωστόσο στο Βατερλό. Και την από τότε ισόβια συνύπαρξη της συμπαθούς περιοχής του Βελγίου, με την έννοια της παταγώδους αποτυχίας.
Σαν σήμερα, την 1η Μαρτίου του 1815, ο Ναπολέων Βοναπάρτης, ο Α’ και πραγματικός αυτοκράτορας της Γαλλίας, κατάφερνε να δραπετεύσει από το νησί Έλβα στο οποίο βρισκόταν εξόριστος, να επιστρέψει στη χώρα που προσπάθησε να κάνει ακόμη πιο σπουδαία με τις επιτυχίες του στα πεδία των μαχών, και να ανακαταλάβει την εξουσία για περίπου 100 μέρες.
Στο διάστημα αυτό, ο ηγεμόνας στον οποίο η Ιστορία συμπεριφέρθηκε άδικα, για τον απλούστατο λόγο ότι «συγγραφείς» της ήταν οι νικητές της μάχης στο Βατερλό, εκείνοι που έβλεπαν στη μορφή του Μεγάλου Ναπολέοντα έναν διαρκή κίνδυνο για να επιβάλλουν στην Ευρώπη ένα πέπλο καταναγκαστικής πειθαρχίας, σαν και αυτό που σκόρπισε η Ιερά Συμμαχία υπό τον Μέτερνιχ, δεν κατάφερε να ολοκληρώσει ό, τι είχε αφήσει ημιτελές στο προηγούμενο διάστημα της κυριαρχίας του.
Οι στρατηγοί τους οποίους εμπιστεύτηκε και αποδείχτηκαν κατώτεροι των περιστάσεων στο Βατερλό, έμελλε τελικά να σφραγίσουν και τη δική του μοίρα. Η ιστορική μνήμη ωστόσο δυσκολεύεται να συγκρατηθεί. Και να μην αναρωτιέται, τι θα είχε συμβεί στην Ευρώπη, αν εκείνες οι 100 μέρες του Ναπολέοντα, είχαν οδηγήσει σε διαφορετική διαδρομή τους λαούς μιας ηπείρου ταλαιπωρημένης και εξαντλημένης.