Ερώτηση του Ευρωβουλευτή Κ. Πουπάκη στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με τα σχέδια
άνισης οικονομικής μεταχείρισης των πολιτών που δεν θα χρησιμοποιούν πιστωτικές
κάρτες στις συναλλαγές τους
Σύμφωνα με
πρόσφατα δημοσιεύματα, το ελληνικό υπουργείο Οικονομικών σχεδιάζει τη μείωση
των συντελεστών ΦΠΑ σε 20% από 23% και 10% από 13% μόνο για τις συναλλαγές που
θα γίνονται με πιστωτικές ή χρεωστικές κάρτες ή με χρήση τραπεζικών
επιταγών, σε μια προσπάθειά του να αποδίδεται άμεσα στο Δημόσιο ο φόρος, αποκλείοντας
με αυτόν το τρόπο τις επιχειρήσεις να εισπράττουν τον ΦΠΑ. Το συγκεκριμένο
μέτρο, εφόσον εφαρμοστεί, υποχρεώνει στην ουσία τους Έλληνες καταναλωτές να συναλλάσσονται
ως επί των πλείστων με "πλαστικό χρήμα" προκειμένου, σε περίοδο
οικονομικής καχεξίας, να επωφεληθούν της έκπτωσης του 3% στον ΦΠΑ. Θίγει
παράλληλα, ζητήματα όπως ο έλεγχος των οικονομικών συναλλαγών από τις τράπεζες
και η άνιση μεταχείριση μεταξύ πολιτών/ καταναλωτών κατόχων κάρτας και μη.
Στο πλαίσιο
κοινοβουλευτικού ελέγχου, ο ευρωβουλευτής Κώστας
Πουπάκης προέβη σε σχετική ερώτηση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μέσω της
οποίας θέτει αυτά τα ζωτικά για τη δημοκρατική και ηθική νομιμοποίηση του
μέτρου, θέματα. Συγκεκριμένα:
1.
Πώς
προστατεύεται το δικαίωμα της ίσης μεταχείρισης των πολιτών/καταναλωτών έναντι
των αρχών όταν θα υπάρχουν πολίτες που θα πληρώνουν περισσότερους φόρους εάν
δεν δεχθούν να συναλλάσσονται μέσω των τραπεζικών ιδρυμάτων;
2.
Πώς
κρίνει το γεγονός ότι οι πολίτες ουσιαστικά, μέσω της έκπτωσης φόρου σε μια
περίοδο υπερφορολόγησης, υποχρεώνονται να πληρώνουν με τη μεσολάβηση πιστωτικών
καρτών που έχουν υψηλότατα επιτόκια και έτσι να υπαχθεί ολόκληρη η οικονομική
τους ζωή υπό τον έλεγχο των τραπεζών; Με ποιο τρόπο οι τράπεζες θα ελέγχονται
σχετικά με το ύψος των επιτοκίων;
3.
Πώς
μπορούν να προστατευτούν οι πολίτες από τον κίνδυνο εκμετάλλευσης ευαίσθητων
προσωπικών τους δεδομένων από τρίτους και ειδικά τις τράπεζες, καθώς μπορούν να
χρησιμοποιηθούν για παρακολούθηση των καταναλωτικών συνηθειών;
Όπως τονίζει ο Έλληνας ευρωβουλευτής: "Η
γνωστή και καταστροφική συνταγή της "υπερχρέωσης" των ελληνικών
νοικοκυριών μέσω των τραπεζικών προϊόντων έρχεται ξανά στο προσκήνιο, όχι για
να αποδώσει αυτή τη φορά μια επίπλαστη ευημερία αλλά για να ενισχύσει, δήθεν,
την καταναλωτική αδυναμία, με σκοπό να πριμοδοτούνται οι τράπεζες μέσω των
επιχειρήσεων. Αντί να προωθείται η καθολική μείωση των συντελεστών του ΦΠΑ με
τη συνακόλουθη μείωση των τιμών για όλους τους πολίτες, προκειμένου, να αυξηθεί
η κατανάλωση και να ενισχυθεί η επιχειρηματικότητα, το κράτος διαχωρίζει τους
πολίτες σε δύο κατηγορίες. Επιβραβεύει όσους δέχονται να εκχωρήσουν την
αυτονομία της οικονομικής τους δραστηριότητας στις τράπεζες, ενώ τιμωρεί με
διαφορετικά ποσοστά φορολογίας όσους αρνούνται να υπαχθούν στο συνένοχο για την
κρίση, τραπεζικό σύστημα που ενώ στηρίζεται συστηματικά -πολλές φορές σε βάρος
των πολιτών- συνεχίζει να κρατά κλειστή τη "στρόφιγγα" του δανεισμού
ακόμα και για υγιείς μικρομεσαίες επιχειρήσεις εντείνοντας το πρόβλημα
ρευστότητας και την ασφυξία στην αγορά".