Στις 15 Μαρτίου του 2006 έφυγε από τη ζωή ο Γεώργιος Ράλλης, σε ηλικία 87 ετών. Με μια «γεμάτη» ζωή πίσω του δηλαδή, με πολιτικές φορτίσεις, συγκινήσεις και σημαντικές στιγμές, που αποτυπώθηκαν στο εθνικό αφήγημα.
Ο σεβάσμιος πολιτικός, ίσως ένας από τους ελάχιστους οι οποίοι δικαιούνται να διεκδικούν τον χαρακτηρισμό του «ευπατρίδη» από το λεξιλόγιο και τη ρητορική της Ιστορίας, είχε δυο ξεχωριστές στιγμές, στον σχεδόν έναν χρόνο της πρωθυπουργίας του, μετά τη μεταπήδηση του Εθνάρχη Κωνσταντίνου Καραμανλή στην Προεδρία της Δημοκρατίας, το 1980.
Στην προεκλογική περίοδο της αναμέτρησης του 1981, τότε που το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου εφορμούσε καλπάζοντας για την κατάληψη της εξουσίας, ο Γεώργιος Ράλλης… μάλωσε τους οπαδούς της Νέας Δημοκρατίας, όταν κατά τη διάρκεια μιας προεκλογικής συγκέντρωσης άρχισαν να αποδοκιμάζουν, στο άκουσμα του ονόματος του γιου του Γεωργίου Παπανδρέου. «Δεν θέλω… ου», ήταν η προτροπή Ράλλη, πλήρως ξένη προς τα πολωτικά ήθη και έθιμα της Μεταπολίτευσης.
Η δεύτερη στιγμή ήρθε το βράδυ των εκλογών που σήμαναν τον εκλογικό θρίαμβο του ΠΑΣΟΚ, όταν ο Γεώργιος Ράλλης τηλεφώνησε στον Ανδρέα Παπανδρέου και τον συνεχάρη για τη νίκη του. Περιττή η επισήμανση ότι αν οι ισορροπίες ήταν… ανάποδες, και ο Ανδρέας είχε ηττηθεί, θα είχε… βραχυκυκλώσει τα τηλέφωνα, και θα κήρυττε «Ανένδοτο».
Ακόμη πιο σημαντική ωστόσο, ήταν η πρόβλεψη-ευχή που έκανε ο Γεώργιος Ράλλης, ως ηττημένος της κάλπης του 1981 πλέον, για την τύχη που θα είχε η Ελλάδα στα χέρια του ΠΑΣΟΚ. «Εύχομαι οι Έλληνες να μη μετανιώσουν για την επιλογή τους αυτή», είπε. Μετά από 31 χρόνια, οι Έλληνες δεν το έχουν μετανιώσει απλά. Ντρέπονται ακόμη και να θυμούνται.