Η 17η Φεβρουαρίου του 1992 ήταν μια ημερομηνία που θα μπορούσε να αλλάξει τον κόσμο. Αν άλλαζε πρώτα την Ιταλία. Δεν συνέβη τίποτα από τα δυο, αξίζει ωστόσο να σταθεί κανείς στη σημειολογία της περίστασης, και στη φιγούρα που προσωποποίησε εκείνο το υπερβατικό τόλμημα.
Ένας Ιταλός Εισαγγελέας, ο Αντόνιο Ντι Πιέτρο,
μαζί με άλλους συναδέλφους του, ξεκίνησαν μια εκτεταμένη έρευνα διαφθοράς για τον πολιτικό κόσμο των «ατζούρι». Που είχε ως αρχικό στόχο τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι, κατέληξε ωστόσο να οδηγήσει στον κατακερματισμό της Κεντροδεξιάς και της Κεντροαριστεράς. Επιτρέποντας στον «Καβαλιέρε» να κυριαρχεί στην πολιτική ζωή της Ιταλίας, μέχρι και σήμερα.
Η επιχείρηση ονομάστηκε «Mani Pulite», δηλαδή… Καθαρά Χέρια, και οδήγησε στη Δικαιοσύνη ιερά τοτέμ της πολιτικής ζωής της Ιταλίας, όπως για παράδειγμα τον Μπετίνο Κράξι. Το επόμενο βήμα, θα ήταν μια λαμπρή σταδιοδρομία για τον Αντόνιο Ντι Πιέτρο, που ωστόσο δεν ήρθε ποτέ. Για να αποδειχτεί ότι η αυτογνωσία της χρησιμότητας, είναι εξαιρετικά σημαντική και απολύτως απαραίτητη για τη διαδρομή του καθενός.
Ο Ντι Πιέτρο ήταν μια χαρισματική προσωπικότητα. Ξεχώρισε στον χώρο της Δικαιοσύνης, ενώ υπήρξε από τους πρώτους που κατανόησαν τόσο γρήγορα και τόσο ξεκάθαρα τη χρησιμότητα των νέων τεχνολογιών, του διαδικτύου και αργότερα των social media.
Με την πολιτική ωστόσο δεν τα κατάφερε. Διετέλεσε υπουργός της κυβέρνησης του Ρομάνο Πρόντι, τον οποίο είχε επίσης ερευνήσει την περίοδο της επιχείρησης «Καθαρά Χέρια», για να καταλήξει να γίνει και ο ίδιος ο Ντι Πιέτρο αντικείμενο έρευνας για τις πράξεις του.
Τελικά αποδείχτηκε ότι δεν είχε καμία εμπλοκή σε σκανδαλώδεις συμπεριφορές και αποφάσεις, το κακό ωστόσο είχε ήδη γίνει. Και ο Αντόνιο Ντι Πιέτρο τοποθέτησε έκτοτε το προσωπικό εκτόπισμά του… στο ράφι. Αναλογιζόμενος, εκείνος, η Ιταλία και όλοι εμείς, πόσο διαφορετική θα μπορούσε να είναι η πολιτική, αν αντανακλούσε και στην άσκηση της εξουσίας το αυθεντικό ταλέντο και τη χαρισματική προσωπικότητά του.