Η Εκκλησία έχει πολύ πληρέστερη εικόνα της πραγματικής κατάστασης που βιώνουν οι Έλληνες, αυτούς τους χαλεπούς καιρούς, από οποιονδήποτε άλλον.
Πολύ πληρέστερη πάντως από την εικόνα που έχει ο Πρωθυπουργός, οι περισσότεροι αρχηγοί, οι υπουργοί, οι καθηγητές, οι διανοούμενοι και βεβαίως, οι δημοσιογράφοι.
Γιατί; Γιατί απλούστατα η Εκκλησία διαθέτει το μεγαλύτερο δίκτυο άμεσης και αδιαμεσολάβητης επικοινωνίας με τη μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων.
Iδιαιτέρως, με την πλειοψηφία των ανθρώπων και των νοικοκυριών της ανέχειας, της φτώχειας, της ανάγκης και της δυσκολίας. Τώρα δε και με την πλειοψηφία των πεινασμένων, των άστεγων, των νεόπτωχων.
Δεν πρόκειται δε για ένα απλό δίκτυο επικοινωνίας αλλά κυρίως για Δίκτυο συμπαράστασης.
Αυτό το αναντικατάστατο Δίκτυο συγκροτούν οι διάσπαρτες σε κάθε γειτονιά, σε κάθε συνοικία, σε κάθε χωριό και οικισμό, Ενορίες.
Όταν λοιπόν ο Αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος περιγράφει, στην Επιστολή του προς τον πρωθυπουργό, με αυτούς τους δραματικούς τόνους, την κατάσταση, ξέρει πολύ καλά (σχεδόν ονομαστικά) ποιών ανθρώπων τη φωνή απόγνωσης έχει δανειστεί για να απευθυνθεί εξ ονόματός τους, όπως είναι το χρέος του, στην πολιτική ηγεσία και στον κόσμο ολόκληρο.
Ο Αρχιεπίσκοπος και η Εκκλησία, δεν είναι μόνο (που είναι!) μάγειρας φαγητού για τους πεινασμένους, ή μόνο (που είναι!) διανομέας κουβερτών για τους άστεγους.
Οφείλει να είναι και η Φωνή τους και η Ελπίδα τους και η πνευματική τους Ηγεσία. Μεταξύ άλλων και για να μπορέσει (ή πάντως για να προσπαθήσει) να αποτρέψει τη λαίλαπα που προβλέπει καθαρά ότι έρχεται.
Και την προβλέπει, γιατί δεν έχει μεν την ακριβή εικόνα των άψυχων αριθμών, που έχει ο κ. Παπαδήμος και το οικονομικό επιτελείο του, έχει όμως την αμεσότατη και τη ζωντανή εικόνα των Ανθρώπων, τους οποίους υποτίθεται ότι (πρέπει να) υπηρετούν οι αριθμοί.
Είναι όμως περίεργο ότι κάθε φορά που η Εκκλησία ενδιαφέρεται ή παρεμβαίνει σε θέματα που ενδιαφέρουν την καθημερινή ζωή των ανθρώπων, κάθε φορά πού αναφέρεται στην Πατρίδα, στην Ιστορία, στην Παιδεία, στην Εθνική μας παράδοση ή ασκεί έλεγχο και κριτική (όπως οφείλει), σε όσα κρίνει ότι ενδεχομένως άστοχα ή άκριτα τεκταίνονται εις βάρος ή δαπάναις του λαού, μερικοί δημοσιογράφοι εκδηλώνουν πάντοτε και περίπου ως εάν έχουν έμμονη ιδέα με το θέμα, την ενόχλησή τους, διότι δήθεν η Εκκλησία «ασκεί πολιτική».
Αλλά εάν αυτές οι παρεμβάσεις, μαζί με την τεράστια και εν πολλοίς άγνωστη κοινωνική και φιλανθρωπική της δράση, θεωρούνται ή είναι πράγματι άσκηση πολιτικής, γιατί όχι; Ποιος φοβάται το Λόγο ή την πράξη της Εκκλησίας (ακόμη και αν είναι πολιτικός λόγος) και γιατί; Ποια είναι τα συμφέροντα και ποιες είναι οι Δυνάμεις που δεν θέλουν την Εκκλησία στα πόδια τους;
Είναι όντως θλιβερό ότι οι ίδιοι άνθρωποι επαναφέρουν πεισματικά και μόνιμα, χωρίς καν να γνωρίζουν περί τίνος πρόκειται, τα ίδια, κάθε φορά θέματα. Εκείνα π.χ. της μισθοδοσίας των ιερέων, της φορολογίας της εκκλησιαστικής περιουσίας ή του χωρισμού της Εκκλησίας από το Κράτος. Αλλά αυτά τα θέματα έχουν προ πολλού διευθετηθεί από κοινού με την Πολιτεία. Ο δε «χωρισμός» της Εκκλησίας από την κρατική εξουσία δεν αποτελεί απειλή για την Εκκλησία. Μάλλον το αντίστροφο.
Το θέμα όμως δεν είναι αυτό. Ο Μακαριότατος στην Επιστολή του προς τον κ. Παπαδήμο επισημαίνει ότι τα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί και εκείνα που επιχειρείται να ληφθούν, για την «αντιμετώπιση της Κρίσης» είναι αβάσταχτα πλέον για το λαό. Και είναι. Οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην εξαθλίωση και σε ακόμη μεγαλύτερη φτώχεια και δυστυχία όλους τους Έλληνες (πλην των γνωστών, αριθμητικά ελαχίστων). Ναρκοθετούν τα συστήματα υγείας, πρόνοιας, παιδείας . Σπρώχνουν τους νέους στην απόγνωση και στη μετανάστευση.
Η πιθανότερη συνέπεια όλων αυτών είναι μια ανεξέλεγκτη και φονική κοινωνική έκρηξη. Ίσως μαζί και με την ανεξέλεγκτη χρεοκοπία.
Αυτοί που μας κυβερνούν φέρουν τεράστια ευθύνη γι’ αυτή την εξέλιξη. Τώρα όμως προηγείται και κατεπείγει η αναζήτηση μιας λύσης που θα αποτρέψει την καταστροφή.
Προηγείται δε το να προσδιορισθεί και να γίνει σε όλους σαφές τι ακριβώς συνιστά «καταστροφή».
Η αναζήτηση και η εφαρμογή της λιγότερο επώδυνης λύσης δεν είναι ευθύνη ούτε ανήκει στις δυνατότητες και στην τεχνογνωσία της Εκκλησίας. Ευθύνη Της όμως είναι να επισημάνει μεγαλοφώνως και με παρρησία, τους κινδύνους που εγκυμονούν επιλογές οι οποίες κατά την κρίση της, είναι εσφαλμένες και επικίνδυνες για το λαό και για την Πατρίδα.
Αυτό ακριβώς (και ορθότατα) κάνει με την Επιστολή του προς τον πρωθυπουργό, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος.