Του ΘΕΜΗ ΤΖΗΜΑ
Δικηγόρου, μέλους του Εθνικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ
Ο λόγος δεν αποτελεί μόνο εκφραστικό μέσο. Διαμορφώνει επίσης τη σκέψη καθενός ατομικά και συλλογικά. Η διαστροφή των εννοιών συνιστά πυλώνα κάθε μορφής ολοκληρωτισμού και απόπειρα μαζικού αποπροσανατολισμού. Θα αναρωτηθεί κανείς αν και κατά πόσον έχουμε την πολυτέλεια σήμερα να ασχολούμαστε με τέτοιου είδους θέματα. Κι όμως: Ακριβώς σε αυτή τη συγκυρία η μάχη των εννοιών αποτελεί πρώτιστο καθήκον προκειμένου να αντιμετωπίσουμε και να αποδομήσουμε την καθεστωτική προπαγάνδα που με τόση ένταση ασκείται.
Εν προκειμένω, η ντόπια ελίτ και η κυβέρνηση επιχειρούν να καταπνίξουν την αμφισβήτηση της πολιτικής τους, εμφανίζοντας την τελευταία ως αυτονόητο μονόδρομο, σωτήριο για τη χώρα.
«Δεν υπήρχε άλλος δρόμος» υποστήριζαν για το πρώτο μνημόνιο. Στο ίδιο πλαίσιο θα κινηθεί η ρητορεία και για το δεύτερο. Φυσικά αποκρύπτουν ότι κανένας δρόμος δεν υπάρχει από μόνος του. Τους δρόμους τους φτιάχνουμε οι άνθρωποι, είτε μέσω πολιτικών εκπροσώπων, είτε αμεσοδη-μοκρατικά, ως λαοί. Η έλλειψη άλλου δρόμου, πέραν αυτού των μνημονίων, οφείλεται σε επιλογές που έκαναν μια σειρά παραγόντων. Η κυβέρνηση, προηγούμενες κυβερνήσεις της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ, η ευρωπαϊκή και η υπερατλαντική ελίτ. Η δική τους αδυναμία ή απροθυμία να ανοίξουν άλλο δρόμο ταυτίζεται με μια σχεδόν μεταφυσική αδυναμία να υπάρξει άλλος δρόμος, λες και οι συνταγές της τρόικας έχουν γραφτεί στην πέτρα.
Οι ιδιωτικοποιήσεις βαφτίζονται «μεταρρυθμίσεις». Μεταρρύθμιση σημαίνει διόρθωση ή βελτίωση. Ο εν λόγω όρος χρησιμοποιείται από την τρέχουσα κυβερνητική ρητορική προκειμένου να υπονοηθεί μια προοδευτική πολιτική. Αλλά οι ιδιωτικοποιήσεις των 50 δισ. συνιστούν απλά γενικό ξεπούλημα δημόσιας περιουσίας εν μέσω υποτιμητικής κερδοσκοπίας, με ελάχιστο δημοσιονομικό όφελος μέσομακροπρόθεσμα. Συνεπάγονται εξαφάνιση της παρουσίας του Δημοσίου σε κρίσιμους κλάδους της εθνικής οικονομίας και δραματικό περιορισμό του αναπτυξιακού του ρόλου. Αρα ποιων τη ζωή ή την οικονομική κατάσταση βελτιώνουν; Ολων, σίγουρα όχι. Των ελλήνων ολιγαρχών που θέλουν να ενισχύσουν τον παρασιτισμό τους εις βάρος της εθνικής οικονομίας και των ξένων πατρώνων τους, σίγουρα ναι. Του υπολοίπου λαού, όχι. Αρα οι ιδιωτικοποιήσεις των 50 δια για τους πολλούς δε συνιστούν μεταρρύθμιση αλλά αντι-μεταρρύθμιση.
Η δραματική συρρίκνωση των κοινωνικών δικαιωμάτων και η υποτίμηση της μισθωτής εργασίας ονομάζονται «ευελιξία», ενώ συνιστούν μέθοδο αύξησης της ανταγωνιστικότητας όχι στη βάση βελτίωσης της παραγωγικότητας, που αποτελεί κατά βάση ευθύνη του εργοδότη, αλλά στη βάση της φτωχοποίησης των εργαζομένων. Μια διαδικασία «ανατολικοευρωπαιοποίησης». Αρα στην πραγματικότητα η πλειονότητα υποτάσσεται στις απαιτήσεις της ολιγαρχίας, ώστε η τελευταια να μπορεί να αποφεύγει την από μεριάς της ευελιξία.
Η ασκούμενη πολιτική συνολικά βαφτίζεται «επανάσταση του αυτονόητου». Αυτονόητο είναι το προφανές, το ολοφάνερο εκείνο που ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί χωρίς καμία προσπάθεια. Η επανάσταση, από την άλλη, αφορά το γκρέμισμα της παλιάς τάξης πραγμάτων και όλων των έως τότε προφανών αληθειών. Εξ ορισμού η επανάσταση αντιφάσκει και αντιπαρατίθεται με κάθε αυτονόητο. Η «επανάσταση του αυτονόητου» φιλοδοξεί ν εμφανίσει την ασκούμενη πολιτική ως υπεράνω αμφισβήτησης και ως ριζοσπαστικά νέα. Αντίθετα, αμφισβητείται από τη πλειονότητα του λαού και συνιστά πιστό αντίγραφο γηρασμένων και αποτυχημένων πολιτικών. Η αντιδραστικότητα βαφτίζεται επαναστατικότητα και η διαφωνία της πλειονότητας του λαού υποτιμάται από το ισοπεδωτικό «αυτονόητο».
Τέλος, η κυβέρνηση μιλά για σωτηρία της χώρας, δηλαδή για διάσωση του λαού. Πώς διασωζόμαστε από την αγέλη των ευρωπαίων μονεταριστών και των ταλιμπάν του παγκόσμιου νεοφιλελευθερισμού, που μας ωθούν βαθύτερα στην κρίση όταν υλο ποιούμε απαρέγκλιτα την πολιτική τους; Πώς διασώζεται ο λαός ενόσω φτωχοποιείται, τρομοκρατείται, καταπιέζεται και εγκλωβίζεται σε έναν οικονομικό και κοινωνικό γύψο αόριστης διάρκειας; Η μάχη των εννοιών είναι η σημαντικότερη μάχη διανοητικής, κοινωνικής και πολιτικής απελευθέρωσης του λαού. Είναι η μάχη για την αλήθεια και θα δοθεί στις πλατείες, στους χώρους δουλειάς, στα κόμματα, στα ΜΜΕ. Είναι μια μάχη που πρέπει να κερδηθεί.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ,