Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2013

ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΕΣ ΛΟΙΜΩΞΕΙΣ 3.000 θάνατοι ετησίως στην Ελλάδα

Μάστιγα για την Ελλάδα αποτελούν οι νοσοκομειακές λοιμώξεις, δηλαδή οι λοιμώξεις τις οποίες “αποκτούν” οι ασθενείς που νοσηλεύονται στο νοσοκομείο.


Της Νικολέττας Μπούκα

Ετησίως καταγράφονται 3.000 θάνατοι στην Ελλάδα, ενώ χρόνο με το χρόνο παρατηρείται αυξητική τάση.
Το 10% των ασθενών που νοσηλεύονται στα ελληνικά νοσοκομεία προσβάλλονται από σοβαρές λοιμώξεις, με αποτέλεσμα τον διπλασιασμό της διάρκειας νοσηλείας τους. Απ’ αυτούς, το 30% νοσηλεύονται σε μονάδες εντατικής θεραπείας, ενώ το επιπλέον κόστος νοσηλείας αγγίζει τα 1.200.000.000 ευρώ ετησίως.
Τα στοιχεία αυτά ανακοίνωσε χθες ο καθηγητής Παθολογίας-Λοιμωξιολογίας του πανεπιστημίου Αθηνών και διευθυντής της Δ’ παθολογικής κλινικής του πανεπιστημιακού νοσοκομείου “Αττικόν” Γεώργιος Πετρίκκος, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου με αφορμή τη συνεργασία του υπουργείου Υγείας με το πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ για την υλοποίηση προγράμματος κατά των νοσοκομειακών λοιμώξεων.
Ιδιαίτερα ευάλωτοι είναι οι ασθενείς με πολλά νοσήματα, όπως καρδιακή ανεπάρκεια και διαβήτη, όσοι βρίσκονται σε μηχανική υποστήριξη, οι ηλικιωμένοι και φυσικά τα νεογνά. Όσον αφορά τις αιτίες που ευνοούν την εμφάνισή τους, είναι κυρίως το ίδιο το περιβάλλον του νοσοκομείου, που είναι γεμάτο μικρόβια, η κατάσταση του αρρώστου και η αλόγιστη χορήγηση αντιβιοτικών, στα οποία τα μικρόβια αποκτούν πολυανθεκτικότητα.

ΦΤΑΙΕΙ ΚΑΙ Ο ΙΑΤΡΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ
Όπως εξήγησε ο καθηγητής Μικροβιολογίας του πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος του διοικητικού συμβουλίου του ΚΕΕΛΠΝΟ Αθανάσιος Τσακρής, η αντοχή στις λοιμώξεις είναι αποτέλεσμα της κατάχρησης και υπερκατανάλωσης των υπαρχόντων αντιβιοτικών. Ωστόσο, εξαπλώνεται ταχύτατα εξαιτίας της έντονης μετακίνησης ατόμων μεταξύ των διαφόρων χωρών για λόγους τουριστικούς, ιατρικούς ή οικονομικούς.
“Ο ιατρικός τουρισμός είναι από τους κυριότερους, αφού και πολίτες από τις αναπτυγμένες χώρες καταφθάνουν στις αναπτυσσόμενες χώρες αναζητώντας γρήγορη και φθηνή ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Συγκεκριμένα, το 2012 περισσότεροι από 1.600.000 Αμερικανοί επιχείρησαν ένα ‘νυστεροσαφάρι’, συνδυάζοντας τουρισμό και εγχείριση. Ο κλάδος γνωρίζει μια ξέφρενη ανάπτυξη, της τάξης του 35%”, είπε ο κ. Τσακρής και εξήγησε ότι “συνεπώς η διασπορά στις διάφορες χώρες της Ευρώπης πολυανθεκτικών βακτηρίων οφείλεται κυρίως σε μετακινήσεις ασθενών-φορέων που έχουν ιστορικό προηγούμενης νοσηλείας σε χώρες όπου ενδημεί ο συγκεκριμένος τύπος αντοχής. Μάλιστα, ο χρόνος ανάπτυξης φορείας σε ενδημικό νοσοκομειακό περιβάλλον ποικίλλει από μόλις 3 ημέρες έως 27 ημέρες, ενώ η φορεία μπορεί να ανιχνεύεται για διάστημα μεγαλύτερο των 6 μηνών. Σημαντικός παράγοντας για παρατεταμένη φορεία είναι η παρουσία καθετήρων, καθώς και η παραμονή σε οίκο ευγηρίας”.
Σύμφωνα με τον κ. Τσακρή, η εμπειρία έδειξε ότι αφότου η συχνότητα των ανθεκτικών στελεχών περάσει ένα κρίσιμο σημείο, η διασπορά τους είναι πλέον μη αναστρέψιμη και καταγράφεται εξάπλωση στην κοινότητα, στο περιβάλλον και στην τροφική αλυσίδα. Επομένως είναι απαραίτητο να ληφθούν έγκαιρα μέτρα για τον περιορισμό της εξάπλωσης της αντοχής.

ΜΙΚΡΟΒΙΑΚΗ ΑΝΤΟΧΗ ΚΑΙ ΣΕ ΚΟΙΝΟΥΣ ΘΑΛΑΜΟΥΣ
Η Ελλάδα παραμένει μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών με το υψηλότερο ποσοστό νοσοκομειακών λοιμώξεων, με τη μεγαλύτερη συχνότητα απομόνωσης πολυανθεκτικών παθογόνων και με το υψηλότερο ποσοστό χρήσης αντιβιοτικών στον νοσοκομειακό χώρο.
Όπως ανέφερε η υφυπουργός Υγείας Ζέττα Μακρή, η μικροβιακή αντοχή στη χώρα μας δεν περιορίζεται σε κλινικά τμήματα υψηλού κινδύνου, όπως στις μονάδες εντατικής νοσηλείας, αλλά αφορά πλέον και στους ασθενείς που νοσηλεύονται σε κοινούς θαλάμους, σε ιδρύματα χρόνιων πασχόντων και σε κέντρα φυσικής αποκατάστασης.
“Ο έλεγχος των λοιμώξεων που συνδέονται με τη νοσηλεία των ασθενών στους χώρους παροχής υγείας αποτελεί βασική αρμοδιότητα και ευθύνη των διοικήσεων των νοσοκομείων και των ιδρυμάτων. Η αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα των διοικήσεων αναφορικά με τον περιορισμό των νοσοκομειακών λοιμώξεων θα βασιστεί στην παρακολούθηση της διαχρονικής εξέλιξης συγκεκριμένων δεικτών ελέγχου λοιμώξεων”, τόνισε η κ. Μακρή.
Παράλληλα, εξήγησε ότι οι συγκεκριμένοι δείκτες υπολογίζονται με βάση δεδομένα που πρέπει να συλλέγονται από τις δομές υγείας. Στη συνέχεια αποδίδονται στους αρμόδιους φορείς, κοινοποιούνται στο υπουργείο και στο ΕΣΥ-net και αποτελούν βασικό κριτήριο αξιολόγησης της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας για κάθε νοσοκομείο.
Κάθε μονάδα υγείας υποχρεούται να κοινοποιεί στο υπουργείο Υγείας και να αναρτά στο ΕΣΥ-net τη συνολική ετήσια δαπάνη για τον περιορισμό των νοσοκομειακών λοιμώξεων στο συγκεκριμένο νοσηλευτικό ίδρυμα και τη συνολική ετήσια δαπάνη για τη θεραπεία των νοσοκομειακών λοιμώξεων στους νοσηλευθέντες ασθενείς στο συγκεκριμένο νοσηλευτικό ίδρυμα.
Επίσης, συστήνεται Επιτροπή Νοσοκομειακών Λοιμώξεων σε κάθε μονάδα υγείας, η οποία θα λαμβάνει οδηγίες από το ΚΕΕΛΠΝΟ ως αρμόδιος φορέας για την πρόληψη των νοσοκομειακών λοιμώξεων. Υποχρεωτική θεωρείται η παρουσία νοσηλεύτριας επιτήρησης λοιμώξεων.

ΒΟΗΘΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗ Μ. ΒΡΕΤΑΝΙΑ
Για την αντιμετώπιση του τεράστιου αυτού υγειονομικού προβλήματος, το υπουργείο Υγείας προχωρά σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ της Μ. Βρετανίας για την εφαρμογή στην Ελλάδα πρωτοκόλλου δράσης, το οποίο έχει εφαρμοστεί στο Κέμπριτζ τα τελευταία χρόνια με τεράστια επιτυχία.
Το πρωτόκολλο αυτό θα εφαρμοστεί πιλοτικά στο νοσοκομείο “Αττικόν” με την ευθύνη του καθηγητή Γεώργιου Πετρίκκου και σε συνεργασία με τον καθηγητή Μικροβιολογίας Αθανάσιο Τσακρή και θα είναι διάρκειας εννέα μηνών.
“Ειδικές ομάδες επιστημόνων του Κέμπριτζ θα έρχονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα στην Ελλάδα και θα παρακολουθούν την πορεία του προγράμματος, με στόχο την καλύτερη εφαρμογή και αποτελεσματικότητά του”, εξήγησε ο διευθυντής του Τμήματος Έρευνας και Ανάπτυξης του Κέμπριτζ, Stephen Kelleher.
Ο διευθυντής Διεθνών Συνεργασιών για την Εκπαίδευση και την Έρευνα του Κέμπριτζ, Τάκης Κότης, επεσήμανε ότι πριν από τέσσερα χρόνια στο Κέμπριτζ καταγράφονταν ετησίως περίπου 50 σοβαρά κρούσματα νοσοκομειακών λοιμώξεων. Ωστόσο, με την εφαρμογή αυτού του προγράμματος τα κρούσματα σχεδόν μηδενίστηκαν, με αποτέλεσμα να σωθούν εκατοντάδες ζωές και να εξοικονομηθούν εκατομμύρια λίρες.