«Η Νέα Δημοκρατία απευθύνεται προς όλους τους έλληνες, με καθαρές προτάσεις, με ενιαίο πολιτικό λόγο και με σαφή ευρωπαϊκό προσανατολισμό. Και, πιστεύω πως αν οι πολίτες μας ακούσουν και όχι μόνον μας κρίνουν αλλά μας συγκρίνουν κι όλας, θα δώσουν ισχυρή εντολή στη Νέα Δημοκρατία, να προχωρήσει αμέσως μετά τις εκλογές».
Για το θέμα της ημερίδα σημείωσε: «Όπως γνωρίζεται το Ινστιτούτο Δημοκρατίας «Κωνσταντίνος Καραμανλής» κάνει πάντα μία επιστημονική προσέγγιση της πολιτικής σε όλα τα ζητήματα και όχι μόνον στην οικονομία. Διότι δυστυχώς σήμερα, έχει γίνει μονοσήμαντη αυτή η πολιτική, και, είναι καθαρά οικονομική. Άλλωστε η οικονομία έχει πολλές επιπτώσεις σε όλες τις πολιτικές δράσεις. Σήμερα, έχουμε μία εκδήλωση που δείχνει πόσο πολύ επηρεάζεται ψυχολογικά ο πολίτης από το αν η οικονομία πηγαίνει καλά ή όχι. Και αυτό είναι φυσικό. Θα δείτε λοιπόν ευρήματα από τις ποιοτικές μετρήσεις τις οποίες έχουμε κάνει που δείχνουν πράγματι, πόσο επηρεάζει η οικονομία την ψυχολογία αλλά και η ψυχολογία την οικονομία. Και, γι’ αυτό το ζητούμενο είναι να μπορούμε τάχιστα ως άνθρωποι να προσαρμοζόμαστε σε νέα δεδομένα και να έχουμε μία ψυχολογία η οποία μπορεί να δώσει και ανάταση στην οικονομία. Αυτά είναι τα σημερινά κατά τη γνώμη μου συμπεράσματα, της σημερινής εκδήλωσης του Ινστιτούτου».
 
Στην ομιλία του, με την οποία άρχισε η ημερίδα, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης τόνισε ότι το πολιτικό σκηνικό σήμερα έχει τεράστιες παθογένειες: «Όσο επικίνδυνο αποδείχθηκε το «Λεφτά υπάρχουν» για την Πατρίδα μας άλλο τόσο και πολύ περισσότερο είναι το «το χρέος είναι παράνομο ή δεν το πληρώνουμε» τόνισε ο κ. Μειμαράκης.
Η γενική διεύθυντρια του Ινστιτούτου Μαριάνα Πυργιώτη σε δηλώσεις της τόνισε: «Το Ινστιτούτο Δημοκρατίας «Κωνσταντίνος Καραμανλής» σε συνεργασία με το (CES Center for European Studies) διοργανώνουν αυτή την ημερίδα, που είναι στην πραγματικότητα μία προσπάθεια να ερμηνεύσουμε την οικονομική κρίση, σε όρους της κοινωνίας. Αυτό δηλαδή που λέμε: σηκώνομαι το πρωί, δεν μπορώ να πάω στη δουλειά μου, έχω κατάθλιψη, έχουν αυξηθεί οι αυτοκτονίες…. Εάν δεν αναλύσουμε και ερμηνεύσουμε αυτό το φαινόμενο, είναι πάρα πολύ δύσκολο, οποιαδήποτε προσπάθεια ανάκαμψης, να έχει επικοινωνία μαζί του.
Αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε –και αυτή είναι ακριβώς η έρευνα που έχει κάνει για λογαριασμό μας, η METRON ANALYSIS, – είναι το δεύτερο κύμα, είναι κάτι σα βαρόμετρο- που δείχνει ότι η Ελλάδα και η ελληνική κοινωνία είναι κυριολεκτικά σε συνθήκες πολέμου, από ψυχολογικής πλευράς, και, αυτό πρέπει να το αντιστρέψουμε.
Τα νούμερα, είναι εξαιρετικά αποθαρρυντικά και κυρίως και το περίφημο κοινωνικό κράτος. Οκτώ στους δέκα έλληνες, δεν στρέφονται στο κοινωνικό κράτος για βοήθεια αλλά σε φίλους, σε γνωστούς, την οικογένεια, την εκκλησία …. Δείχνει δηλαδή ό,τι δεν υπάρχουν οι καν δομές για να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα των ανθρώπων, τα δικά μας προβλήματα. Δεν πάμε πουθενά γιατί δεν υπάρχει κάτι οργανωμένο. Και, αυτό επίσης πρέπει να το λάβουν υπόψη τους, που θα ρίξουν τα χρήματά τους –τα λίγα πια χρήματα που έχουμε, οι κρατικοί φορείς, για να μπορέσουμε να κρατήσουμε τον κόσμο όρθιο.
Δεν είναι ψυχιατρική η έρευνα, είναι κοινωνιολογική. Ο πρόεδρος του Διεθνούς Κάντρου CSPC Mooli Lahad –ήρθε από την Ιαπωνία για να καταλάβετε- θα μας δείξει και τρόπους που μπορούμε να αντιδράσουμε και να συσπειρωθούμε.
Περίπου τα ευρήματα είναι ίδια. Αυτό που είναι ίσως λίγο καλύτερο σ’ αυτή τα φάση της έρευνας, είναι ό,τι ο κόσμος πιστεύει πως δεν έχει πιο κάτω άρα αρχίζει να ελπίζει ό,τι ίσως πάει κάτι πιο πάνω».
Ο πρόεδρος της εταιρία «Μέτρον Ανάλυσις» Στράτος Φαναράς δήλωσε:
«Η έρευνα αυτή που βρίσκεται τώρα στο δεύτερο κύμα της, αποτυπώνει μία σαφή σχέση ανάμεσα στην οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών και των ανθρώπων και την ψυχολογία τους. Αυτό βέβαια μπορεί να ακούγεται λίγο ως αυτονόητο, ωστόσο, αν δει κανείς τις επιπτώσεις που έχει αυτή η σχέση θα καταλάβει πως η άρση αυτής της αρνητικής ψυχολογίας, είναι απαραίτητη παράμετρος, πολύ πιο σημαντική κατά τη γνώμη μου, από τις όποιες κυβερνητικές πολιτικές, για να μπορέσει η χώρα να ανακάμψει. Η αρνητική ψυχολογία έχει επηρεάσει το αίσθημα της ασφάλειας, έχει επηρεάσει τη δραστηριότητα, την παραγωγικότητα των ανθρώπων, έχει οδηγήσει ειδικά τους νέους ανθρώπους σε μία στρατηγική εξόδου και απομάκρυνσης από τη χώρα. Όλα αυτά τα στοιχεία δεν μπορούν σε καμιά περίπτωση να αντισταθμιστούν από ένα ελάχιστο εύρημα ελπίδας –που ωστόσο πρέπει να το κρατήσουμε- ό,τι όλοι οι δείκτες που παρακολουθούμε σχετικά με προοπτική, φαίνεται να έχουν μια μικρή βελτίωση. Φαίνεται δηλαδή οι άνθρωποι να θεωρούν ό,τι αυτή η τεράστια αβεβαιότητα έστω και με κόστος ιδιαίτερα προσωπικό, κάπου εδώ παίρνει τέλος. Αυτό είναι ένα στοιχείο προοπτικής, μια αχτίδα, που για να διατηρηθεί κατά τη γνώμη μου θα πρέπει να συνοδευτεί από βελτίωση του πολιτικού κλίματος και αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα του πολιτικού κόσμου: Να αποκαταστήσει ξανά τις σχέσεις εμπιστοσύνης που έχουν διαταραχθεί με την κοινωνία».