ΜΑΝΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ
Ο επικεφαλής του IIF Τσαρλς Νταλάρα μάλλον δεν είναι απλώς… ένα ακόμη υψηλόβαθμο στέλεχος του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου, που χρειάζεται «ραβασάκι» από τα μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα τα οποία εκπροσωπεί, προκειμένου να ανοίξει ζητήματα με μια δημόσια τοποθέτησή του.
Αυτό είναι κάτι που φαίνεται ξεκάθαρα, σε όποιον διαβάσει προσεκτικά τη συνέντευξή του στη σημερινή «Real News». Εκεί, ο άνθρωπος που τα ξημερώματα της 27ης Οκτωβρίου συνθηκολόγησε για το ύψος του «κουρέματος» του ελληνικού χρέους, μετά τον συντεταγμένο «εκβιασμό» που δέχτηκε από τον Άνγκελα Μέρκελ και τον Νικολά Σαρκοζί, με την επαπειλούμενη χρεοκοπία της Ελλάδας, διαμορφώνει ένα μωσαϊκό προτεραιοτήτων για το μέλλον, που φαντάζει εξαιρετικά ενδιαφέρον.
Διαπιστώνει πρόοδο στις διαπραγματεύσεις για το PSI, παραδέχεται ωστόσο ότι το βασικό ζητούμενο είναι να βρεθεί «κοινός τόπος» με την Ελλάδα. Κάτι που συνεπάγεται ότι ο κοινός αυτός τόπος… αναζητείται.
Προβλέπει ότι η Συμφωνία θα έχει υλοποιηθεί στις αρχές του 2012, την ίδια στιγμή όμως δεν εμφανίζεται ιδιαίτερα αισιόδοξος για τις προοπτικές της οικονομίας, καθώς εκτιμά ότι η βαθιά ύφεση θα συνεχίσει να αφήνει το ανεξίτηλο αποτύπωμά της, και καθόλη τη διάρκεια του 2013.
Παρά την προφανή σύγκρουση συμφερόντων με την άτεγκτη πολιτική και οικονομική προσέγγιση της Άνγκελα Μέρκελ, ο Τσαρλς Νταλάρα προχωρεί σε μια προσωπική υπέρβαση, και παραδέχεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να αποδεχθεί, τουλάχιστον ως έναν βαθμό, την ηγεμονία του Βερολίνου, προκειμένου να διαμορφωθούν οι κατάλληλες βάσεις για την έξοδο από την κρίση χρέους και την ύφεση.
Η συνέντευξή του ωστόσο περιλαμβάνει και μια αιχμή-βόμβα. Αναφέρεται στους πλούσιους Έλληνες επιχειρηματίες που έχουν… μεταναστεύσει στο εξωτερικό τα χρήματά τους, και τους καλεί να τα επιστρέψουν στη χώρα, και να επενδύσουν σε αναπτυξιακές δράσεις.
Να κάνουν δηλαδή αυτό που κάνουν οι Ιταλοί και οι Γάλλοι, όπως και όσοι πλούσιοι και επιχειρηματίες άλλων ευρωπαϊκών χωρών σε κρίση, κατανοούν μια αυτονόητη πραγματικότητα: Δεν μπορούν να επιβιώσουν οι ίδιοι, χωρίς να επιβιώσει η χώρα τους. Πολύ περισσότερο, δεν μπορούν να επιβιώσουν… σε βάρος της χώρας τους.