Του ΣΑΚΗ ΑΠΟΣΤΟΛΑΚΗ
Πριν από αρκετά χρόνια, πάνω από 10, και προτού γίνει η Εγνατία οδός, πηγαίναμε με τον Γιώργο Χουρμουζιάδη και ακόμη έναν συνάδελφο στο Δισπηλιό. Μας πήγαινε με το μικρό μπλε αυτοκίνητο που είχε τότε και οδηγούσε ο ίδιος.
Μπορεί ακόμη να είχα μόνο δίπλωμα μοτοσικλέτας, αλλά γρήγορα κατάλαβα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Ο καθηγητής οδηγούσε αργά. Υπερβολικά αργά, θα έλεγα. Τόσο που κάθε λίγο και λιγάκι γυρνούσα πίσω για να δω μήπως κάποια νταλίκα έχει κολλήσει από πίσω μας και ο εκνευρισμένος οδηγός της θελήσει να περάσει από πάνω μας.
Μετά τη Βέροια, ο δρόμος είχε μόνο μία λωρίδα ανά κατεύθυνση κι έπρεπε ν' ανεβούμε και να κατεβούμε την Καστανιά. Το μοναδικό δρόμο από τη Θεσσαλονίκη για την Καστοριά, που αποτελούσε και την Εθνική οδό. Ολες οι νταλίκες από την Ηγουμενίτσα προς τον Εβρο, και το αντίθετο, περνούσαν από εκεί.
Αναπαράσταση του προϊστορικού λιμναίου οικισμού του ΔισπηλιούΟ Γ. Χουρμουζιάδης μιλούσε ασταμάτητα. Περισσότερο μας δίδασκε, παρά μιλούσε. Δεν τον ενοχλούσαν τα αυτοκίνητα που μας προσπερνούσαν επικίνδυνα, μπαίνοντας στο αντίθετο ρεύμα, ούτε οι οδηγοί τους που εξέφραζαν την οργή τους, ο καθένας με το δικό του ξεχωριστό τρόπο.
Ο Γ. Χουρμουζιάδης μιλούσε για τον προϊστορικό λιμναίο οικισμό του Δισπηλιού και έλεγε πως δεν του αρκούσε να φέρει στο φως τα ευρήματα, αλλά να δει και να μάθει ο κόσμος, ο επισκέπτης, πώς ζούσε ο προϊστορικός άνθρωπος εκεί, γιατί μπήκε στον κόπο να χτίσει έναν οικισμό πάνω σε πασσάλους και όχι λίγο πιο πέρα, στο στέρεο έδαφος. Είχε ήδη ξεκινήσει να κάνει την αναπαράσταση με τις καλύβες και τα εργαλεία των κατοίκων του οικισμού και ανυπομονούσε να γεμίσει ο τόπος ζωή. Επισκέπτες κάθε ηλικίας και, κυρίως, μαθητές.
Το ατύχημα
Και κάποιες φορές με έκανε να ξεχνάω την πολύ χαμηλή ταχύτητα με την οποία κινούμασταν, μέχρι που μου αποσπούσε την προσοχή ο οδηγός ενός αυτοκινήτου που είχε εγκλωβιστεί από πίσω μας. Ο σοβαρός τραυματισμός σε ένα τροχαίο ατύχημα, που συνέβη όταν ήταν νέος, ήταν η αιτία που ο Γ. Χουρμουζιάδης οδηγούσε τόσο αργά. Είχε ακρωτηριαστεί στο πόδι του, αλλά ελάχιστοι μπορούσαν να το καταλάβουν όταν περπατούσε. Και ποτέ του δεν δέχτηκε να χρησιμοποιήσει την αναπηρία του για να έχει διαφορετική μεταχείριση. Θα μπορούσε να παίρνει και επίδομα αναπηρίας, αλλά ο Γ. Χουρμουζιάδης δεν ήταν τέτοιος άνθρωπος.
Η διαφορετική φιλοσοφία του για το αρχαίο εύρημα έγινε πράξη πολλά χρόνια πριν το Δισπηλιό. Στη δεκαετία του '70, όταν του ανατέθηκε να σχεδιάσει τη νέα μόνιμη έκθεση του Αρχαιολογικού Μουσείου Βόλου. Ο Γ. Χουρμουζιάδης έβγαλε τα ευρήματα έξω από τις σκονισμένες παλιές βιτρίνες. Οπου μπορούσε, τις τοποθέτησε όχι στους τοίχους των αιθουσών, αλλά στο κέντρο τους. Δεν ήθελε να υπάρχει τίποτα ανάμεσα στον επισκέπτη και στο εύρημα που θα διακόπτει την πολιτισμική και ιστορική τους σχέση. Ηθελε ο επισκέπτης του μουσείου να μπορεί να βιώσει το εύρημα. Να το δει από όλες του τις πλευρές. Να μπορεί να το περιεργαστεί. Να καταλάβει, τι, πώς και γιατί ο πρόγονός του έφτιαξε το συγκεκριμένο αντικείμενο και ποια ανάγκη του κάλυπτε.
Το ίδιο και στο Δισπηλιό. Δημιούργησε τρεις καλύβες, πιστά αντίγραφα των προϊστορικών, και τους ξύλινους διαδρόμους με τους οποίους επικοινωνούσαν η μία με την άλλη. Η πρώτη είναι μόνο ο σκελετός. Η δεύτερη, σε πιο προχωρημένο στάδιο. Η τρίτη είναι ολοκληρωμένη και μέσα υπάρχει η εστία, τα μαγειρικά σκεύη και τα εργαλεία του προϊστορικού ανθρώπου της περιοχής.
Ηθελε να βλέπει ο επισκέπτης όλα τα στάδια της δημιουργίας αυτής της καλύβας. Πώς φτιαχνόταν; Πώς δένονταν τα ξύλα μεταξύ τους, πώς έριχνε μετά τη λάσπη και πώς έφτιαχνε τη στέγη που πρόσθετε στο τέλος. Και έκανε αυτό που ονειρευόταν. Δημιούργησε ένα χώρο που συγκεντρώνει πάρα πολλούς επισκέπτες κάθε χρόνο. Από μαθητές νηπιαγωγείου, μέχρι συλλόγους και ΚΑΠΗ. Και όταν μπορούσε, πήγαινε εκεί και μιλούσε στα παιδιά με πολύ μεγάλη υπομονή. Απαντούσε σε κάθε απορία τους. Για να τους δείξει ότι είμαστε συνέχεια αυτών των προϊστορικών ανθρώπων. Οτι ο πολιτισμός είναι συνεχής και ότι η αρχαιολογία και η ανασκαφή είναι ένας συνεχής δρόμος που καταλήγει στο παρελθόν.
Λάτρευε τον γραπτό λόγο
Ε, αυτός ο άνθρωπος, ο ομότιμος καθηγητής Αρχαιολογίας του ΑΠΘ και πρώην βουλευτής Α' Θεσσαλονίκης του ΚΚΕ, πέθανε χθες, σε ηλικία 81 ετών. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 26 Νοεμβρίου του 1932 και από μικρή ηλικία άρχισε να γράφει. Εγραψε ποιήματα, διηγήματα, θεατρικά μονόπρακτα, σενάρια, αρχαιολογικά άρθρα, βιβλιοκρισίες, διαλέξεις, δοκίμια, ευθυμογραφήματα, συστατικές επιστολές, εγκυκλοπαιδικά λήμματα, ανακοινώσεις για επιστημονικά συνέδρια, πολιτικές προκηρύξεις και πολιτικά άρθρα, επιφυλλίδες σε εφημερίδες, στίχους για λαϊκά τραγούδια, χαιρετισμούς για πολιτικές συγκεντρώσεις, «ακόμα και για ένα γάμο στο Ασχαμπάτ» όπου τον είχαν καλέσει, όταν επισκέφτηκε το Τουρκμενιστάν. Εγραψε εισηγητικές εκθέσεις για διδακτορικά, κείμενα διαφημίσεων, «αγορεύσεις» για τη Βουλή... «Εγραψα και δυο επικήδειους, έναν για τον Κίτσο Μακρή και έναν για τον Μανόλη Ανδρόνικο! Και σε έναν τοίχο, όταν ήμουνα πρόσκοπος, έγραψα με μεγάλα κόκκινα γράμματα: "Σ' αγαπώ". Κι όσο περνάει ο καιρός, γράφω ασταμάτητα, γιατί εκείνο που θέλω να γράψω δεν το έγραψα ακόμα! Κι όταν πια δεν έχω τι άλλο να γράψω, θα πάρω το Δρόμο του Μεταξιού», έλεγε.
Η πολιτική κηδεία του θα γίνει σήμερα, στις 4 μ.μ., στα κοιμητήρια Θέρμης στη Θεσσαλονίκη.
* Θλίψη για το θάνατο του Γιώργου Χουρμουζιάδη εξέφρασε με ανακοίνωσή του το ΚΚΕ. Το 1981 έγινε μέλος του ΚΚΕ και το 1991, στο 13ο Συνέδριο, εκλέχθηκε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής. Υπηρέτησε το ΚΚΕ από διάφορες θέσεις και ως βουλευτής στην Α' Θεσσαλονίκης, μετά τις εκλογές του 2000 και του 2004. Το ΚΚΕ εξέφρασε θερμά συλλυπητήρια στη σύζυγο και την οικογένειά του.