Ο μεταπολιτευτικός κύκλος κλείνει.
Ανοίγει ένας καινούργιος κύκλος για την πολιτική ζωή της χώρας.
Κατά τη διάρκεια της περιόδου της προσαρμογής στην οποία εισήλθε η χώρα, ανοίγονται προοπτικές ώστε να ξεκαθαρίσει προοδευτικά το πολιτικό τοπίο για την επικράτηση του καθαρού πολιτικού λόγου και την περιθωριοποίηση του λαϊκισμού.
Σίγουρα, υπάρχει συνολική ευθύνη της ελληνικής κοινωνίας για την πορεία και την κατάληξη της χώρας.
Την κεντρική όμως ευθύνη την έχει το πολιτικό σύστημα.
Τις περισσότερες και συγκεκριμένες ευθύνες τις έχει το ΠΑΣΟΚ λόγω του κυρίαρχου ρόλου του στη διαμόρφωση του κοινωνικοοικονομικού μεταπολιτευτικού μοντέλου.
Είναι όμως έτοιμο το ΠΑΣΟΚ για μια ουσιαστική αυτοκριτική ώστε ο λόγος και η πράξη του να το καταστήσουν υπεύθυνο αντί να προσπαθεί να μεταθέτει τις διαχρονικές του ευθύνες για την αδυναμία της χώρας απέναντι στην οικονομική κρίση;
Το κλείσιμο του μεταπολιτευτικού κύκλου συνοδεύεται από τη προοδευτική κατάρρευση του καταναλωτικού κρατικοδίαιτου συντεχνιακού οικονομικού μοντέλου και με ότι αυτό συνεπάγεται για την μερική αποσύνθεση των κοινωνικών και οικονομικών δομών της χώρας.
Ο κατακερματισμός του πολιτικού συστήματος είναι η ανάγλυφη αποκάλυψη του χρόνιου κατακερματισμού της ελληνικής κοινωνίας ο οποίος είχε επικαλυφθεί από την πολυσυλλεκτικότητα των δύο μεγάλων κομμάτων. Οι εν εξελίξει αλλαγές τον αναδεικνύουν με πιο έντονο τρόπο. Παράλληλα, οξύνονται οι αντιθέσεις κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου μέχρι να στηθεί το καινούριο παραγωγικό μοντέλο ανάπτυξης το οποίο θα χαρακτηρίζεται από πιο σύγχρονες και αποδεκτές κοινωνικά δομές.
Η βασική διαχωριστική γραμμή στις επόμενες εκλογές θα βρίσκεται μεταξύ αυτών οι οποίοι συντάσσονται με την Ευρωπαϊκή στρατηγική της χώρας και τον εκσυγχρονισμό, και αυτών οι οποίοι την θέλουν εκτός Ευρώπης, περιθωριοποιημένη.
Εκτός από το ΚΚΕ και διάφορα ακραία (δεξιά και αριστερά) πολιτικά κόμματα, η μεγάλη πλειοψηφία του Ελληνικού λαού (75%), καθώς και η στρατηγική των υπόλοιπων κοινοβουλευτικών κομμάτων συντάσσονται με την Ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας.
Ο επικίνδυνος λαϊκισμός του ΣΥΡΙΖΑ, ο αυξομειούμενος με κριτήρια «αγοράς» λαϊκισμός του ΛΑΟΣ, οι διφορούμενες θέσεις της ΔΗΜΑΡ για το νέο μνημόνιο σε σχέση με μια ρεαλιστική και αποτελεσματική διακυβέρνηση της χώρας, η ιδεολογική σύγχυση ή τα απαρχαιωμένα σημεία αναφοράς της λεγόμενης λαϊκής δεξιάς, προσπαθούν να κρύψουν την διαχωριστική γραμμή, το πραγματικό διακύβευμα των εκλογών. Οι ουσιαστικές διαφορές μεταξύ των κομμάτων τα οποία προσυπογράφουν την Ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας αφορούν τη δυνατότητα και την ικανότητα διαπραγμάτευσης, την κατεύθυνση της οικονομικής πολιτικής και την ιδέα την οποία έχουν για την μελλοντική Ευρώπη.
Η απομάκρυνση της πολιτικής αντιπαράθεσης σε μόνιμη βάση από την προαναφερθείσα θεματολογία αποτελεί αποπροσανατολισμό, παραπλάνηση και διολίσθηση στο λαϊκισμό.
Είναι απαραίτητο λοιπόν, για την επιδίωξη της επικράτησης του καθαρού πολιτικού λόγου κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, η απογύμνωση του λαϊκισμού και η ανάδυση των πραγματικών διλημμάτων. Επίσης, είναι απαραίτητη η επεξήγηση των αιτιών οι οποίες οδήγησαν την Ελλάδα στην παγκόσμια πρωτοτυπία της πενταετούς συνεχόμενης βαθιάς ύφεσης, ώστε να υπερτερήσει η λογική στην δύσκολη απόφαση την οποία θα πάρει ο πολίτης για το μέλλον του.
Δυστυχώς, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο λαϊκισμός εξακολουθεί να είναι κυρίαρχο στοιχείο στον τρόπο επικοινωνίας των κομμάτων με τους πολίτες κι ότι οι πολίτες είναι δεκτικοί στο λαϊκισμό εθισμένοι από την υποσχεσιολογία της τελευταίας 30ετίας.
Στη σημερινή πολιτική αντιπαράθεση δεν αναφέρονται με σαφήνεια τα πραγματικά προβλήματα ,δηλαδή η αναγκαστική απελευθέρωση της οικονομίας για την απαραίτητη αύξηση της παραγωγικής δυνατότητας της χώρας και οι πραγματικοί λόγοι της υπερβολικής και ίσως αναιτιολόγητης μέχρι ενός σημείου μείωσης των μισθών στον ιδιωτικό τομέα.
Η δημοτικότητα του Κου Τσίπρα και η δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ μεγεθύνονται όσο ανεβάζει τους τόνους της κριτικής αντιπαράθεσης, επικοινωνώντας με κορώνες σε συναισθηματικό επίπεδο χωρίς ρεαλιστικές προτάσεις θεωρώντας ότι η Ελλάδα μπορεί να εξελιχθεί ανεξάρτητα της Ευρωπαϊκής και παγκόσμιας οικονομίας.
Ο ΛΑΟΣ του Κου Καρατζαφέρη σταθεροποίηθηκε μετά από 4 μήνες συνεχούς πτώσης – λόγω της συμμετοχής του στην συγκυβέρνηση – κι έπειτα από την πίεση της Χρυσής Αυγής και των Ανεξάρτητων Ελλήνων προτείνει την αυτοδικία ως μέσο προστασίας των πολιτών από την αυξανόμενη εγκληματικότητα ,τροφοδοτώντας παράλληλα ένα μη χρήσιμο ακραίο αντι-Γερμανισμό.
Η χρησιμοποίηση του πολιτικού λόγου για τη φόρτιση των δικαιολογημένων συναισθημάτων της αγανάκτησης και του θυμού χωρίς ρεαλιστική πρόταση διεξόδου, αποπροσανατολίζει, παραμορφώνει την αντίληψη της πραγματικότητας, εμποδίζει την προσωπική και συλλογική ανάπτυξη προς την υπευθυνότητα και την ωριμότητα. Με αυτό τον τρόπο, δεν γίνεται πρόσφορο το κοινωνικό έδαφος για οικονομική ανάπτυξη και κοινωνική πρόοδο . Ο ανεύθυνος λαϊκισμός φυλακίζει τη νοοτροπία, αδρανοποιεί τα κίνητρα και οδηγεί σε λάθος κατεύθυνση τη δράση λειτουργώντας ανασταλτικά στη πρόοδο της κοινωνίας.
Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι ο λαϊκισμός στη μεταπολιτευτική Ελλάδα είναι μοναχοπαίδι του ΠΑΣΟΚ. Τα άλλα κόμματα απλώς τον υιοθέτησαν.
Το περίφημο πλέον σύνθημα «λεφτά υπάρχουν» είναι συνέχεια του αξέχαστου «Τσοβόλα δώστα όλα». Σχεδόν από μόνα τους εξηγούν την οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα αλλά κυρίως υποδηλώνουν την ΠΑΣΟΚική νοοτροπία των εύκολων και ανεύθυνων υποσχέσεων, της υπερπροστασίας και του βολέματος η οποία διαχύθηκε και τείνει να επικρατήσει στην κοινωνία.
Η πολιτική συμπεριφορά των Κυρίων Παπανδρέου – Παπακωνσταντίνου είναι άκρως αποκαλυπτική της καλά συγκαλυμμένης λαϊκίστικης νοοτροπίας, με τον Κο Παπακωνσταντίνου σε ρόλο οδηγού στην επικίνδυνη μετεκλογική πορεία η οποία προέκυψε ως αναπόφευκτη συνέπεια του συνθήματος «λεφτά υπάρχουν».
Ενώ είναι γνωστό προεκλογικά το σοβαρό δημοσιονομικό πρόβλημα της χώρας, ο πρώην Πρωθυπουργός υπόσχεται μη πραγματοποιήσιμες παροχές για να προσελκύσει ψήφους και να κερδίσει τις εκλογές. Επειδή δεν μπορεί – για ευνόητους λόγους- μετά τον εκλογικό του θρίαμβο να βγει και να μιλήσει με ειλικρίνεια στον Ελληνικό λαό και να ανακοινώσει «συγγνώμη κάναμε λάθος, λεφτά δεν υπάρχουν , πρέπει να λάβουμε μέτρα για να περιορίσουμε το έλλειμμα και να βελτιώσουμε την οικονομία της χώρας», οδηγεί τη χώρα στον επικίνδυνο δρόμο της αυτοσυκοφάντησης, της κρίσης δανεισμού και στην αναγκαστική προσφυγή στην Τρόικα.
Τελευταία, όλο και περισσότεροι οικονομολόγοι – μεταξύ των οποίων και ο Διοικητής της ΤτΕ -, υποστηρίζουν ότι η κατάσταση θα μπορούσε να είναι περισσότερο διαχειρίσιμη εάν είχαν ληφθεί μέτρα νωρίτερα. Οι αγορές δεν θα ήταν τόσο νευρικές κι επικεντρωμένες στα κρατικά χρέη και ούτως ή άλλως θα ήταν δυνατή μια καλύτερη διαπραγμάτευση με πιθανούς φορείς χρηματοδότησης εάν αρκετά αργότερα προέκυπτε πρόβλημα με τη βιωσιμότητα του χρέους. Δηλαδή πρακτικά, σημαίνει ότι θα υπήρχε περισσότερος χρόνος για τη προσαρμογή αποφεύγοντας παράλληλα το ιδιαίτερα μεγάλο βάθος της ύφεσης.
Στη συνέχεια, μετά την υπογραφή του πρώτου μνημονίου, ο συστημικός λαϊκισμός του ΠΑΣΟΚ εμπόδισε την κυβέρνηση να προχωρήσει τις διαρθρωτικές αλλαγές, τις αποκρατικοποιήσεις και οδήγησε στην επιλογή λανθασμένου μίγματος της οικονομικής της πολιτικής για να προστατεύσει τις πελατειακές του συντεχνίες.
Ο καινούριος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ φαίνεται ότι θέλει να αλλάξει ρότα.
Το ερώτημα είναι εάν θα κάνει την απαραίτητη αυτοκριτική του, τοποθετώντας τον πήχυ της υπευθυνότητας στο ύψος το οποίο απαιτούν οι περιστάσεις, αποστασιοποιούμενος από τον παραδοσιακό συστημικό λαϊκισμό του ΠΑΣΟΚ.
Η καθοριστική συμβολή του Κου Ε. Βενιζέλου στην επιτυχία του PSI έχει επιβραβευθεί, με την διεθνή αναγνώριση του και τη βελτίωση της διεθνούς του αξιοπιστίας.
Όμως, η τελευταία παρέμβασή του στην εσωτερική πολιτική σκηνή δημιουργεί αρκετά ερωτηματικά.
Η αναφορά του στη Φουκουσίμα στην τελευταία του συνέντευξη τύπου δείχνει ότι επιλέγει λάθος δρόμο. Διότι ενώ η οικονομική κατάσταση την οποία παρέλαβε θα μπορούσε να παρομοιασθεί με τη Φουκουσίμα, η προσπάθεια του στις αρχές Σεπτεμβρίου να μετατοπίσει τη διαπραγμάτευση με την Τρόικα σε πολιτικό επίπεδο έφερε τη χώρα (και τον ίδιο) σε ιδιαίτερα δυσχερή θέση. Το αποτέλεσμα ήταν η επιδείνωση της σχέσης της χώρας με τους εταίρους, η τρίμηνη καθυστέρηση στην εκταμίευση της αναμενόμενης δόσης και μία διαφαινόμενη θέληση τιμωρίας της χώρας για το μεγάλο έλλειμμα αξιοπιστίας. Χάθηκε πολύτιμος χρόνος ενώ παράλληλα υψώθηκε τείχος δυσπιστίας . Η αναφορά του Κου Ε. Βενιζέλου είναι ανακριβής περιγραφή της κυβερνητικής του πορείας – θέλοντας να τονίσει εμφατικά την είσοδο του στη μάχη για τη σωτηρία της χώρας-, και ότι παραλαμβάνοντας κατάσταση Φουκουσίμα κατάφερε να φέρει σε πέρας με επιτυχία το έργο το οποίο του ανετέθη.
Η αναφορά του Κου Ε. Βενιζέλου στην υποτιθέμενη ριζική αλλαγή στάσης της ΝΔ έναντι του μνημονίου αποτελεί ηθελημένη παρερμηνεία της πραγματικότητας εκφρασμένη συμβολικά με απλουστευτικό τρόπο. Η άρνηση της ΝΔ και του Α. Σαμαρά σε σχέση με το πρώτο μνημόνιο ήταν άρνηση συναίνεσης σε μια καταστροφική πορεία και σε μία εντελώς πρόχειρη συμφωνία προδιαγεγραμμένης βαθιάς ύφεσης, η οποία περιείχε έντονα αντιφατικούς στόχους. (Απελευθέρωση της οικονομίας χωρίς αποκρατικοποιήσεις με φορολογική αφαίμαξη πολιτών-επιχειρήσεων , προστασία της συντεχνιακής πελατείας και αύξηση δαπανών)
Η υπογραφή του Α. Σαμαρά στο μνημόνιο ΙΙ στις αρχές Νοεμβρίου ,ήταν μία απόλυτα υπεύθυνη πράξη διότι η χώρα δεν μπορούσε να διατρέξει τον κίνδυνο μιας στάσης πληρωμών ούτε να έθετε σε δύσκολα διαχειρίσιμους κινδύνους την Ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία.
Εάν στόχος του Κου Ε. Βενιζέλου είναι η σύγκλιση του πολιτικού του λόγου με την υπευθυνότητα θα πρέπει να αποστασιοποιηθεί πλήρως από το συστημικό λαϊκισμό του ΠΑΣΟΚ. Η Ευρωπαϊκή προοπτική της Ελλάδας έρχεται σε αντίθεση με την παραδοσιακή αριστερή ιδεολογία η οποία είναι κρατικίστικη, συντεχνιακή, ισοπεδωτική, αντι-επιχειρηματική και η οποία στην ουσία αποτελεί εμπόδιο στην αύξηση της παραγωγικής δυνατότητας της χώρας, δηλαδή στο προαπαιτούμενο για την επιβίωση της..
Εάν επιθυμεί να αποκαλύψει το λαϊκισμό ας στοχεύσει εκεί όπου αυτός έχει μετατοπιστεί: κυρίως στη μη κομμουνιστική αριστερά η οποία αποφεύγει να αντιπαρατεθεί σε επίπεδο ρεαλιστικών προτάσεων και λύσεων, παίζοντας επικίνδυνα παιχνίδια με το θυμικό των πολιτών.
Η ΝΔ έχοντας χαράξει την Ευρωπαϊκή στρατηγική της χώρας εδώ και δεκαετίες παραμένει σταθερή και αταλάντευτη στο στρατηγικό της στόχο.
Με προσαρμοσμένο πρόγραμμα στις αναπτυξιακές ανάγκες της χώρας εκπέμπει πλέον καθαρό λόγο και κρατά υπεύθυνη στάση. Χρειάζεται τη δύναμη του λαού για να βγάλει τη χώρα από τη κρίση.
Χρειάζονται όμως κι’ άλλοι υπεύθυνοι πολιτικοί παίκτες ώστε να ανέβει το επίπεδο της πολιτικής ζωής της χώρας. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο λαϊκισμός είναι κύρια αιτία της απαξίωσης της πολιτικής.
Οι επερχόμενες εκλογές είναι πολύ κρίσιμες για το μέλλον ώστε η προεκλογική αναμέτρηση να κινείται σε κλίμακες υψηλής έντασης λαϊκισμού.
Είναι η ώρα που ο κάθε πολιτικός θα πρέπει να δείξει υψηλό επίπεδο υπευθυνότητας.
Το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε καθοριστικό σημείο αντιμέτωπο με τις εθνικές του ευθύνες και θα πρέπει να απομακρυνθεί οριστικά από τον διαχρονικό του λαϊκισμό.