Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου 2012

Μήνυση Χρυσής Αυγής κατά Βενιζέλου και Αλιβιζάτου



Ο Λαϊκός Σύνδεσμος-Χρυσή Αυγή κατήγγειλε απ’ την πρώτη στιγμή τις απαράδεκτες δηλώσεις που έκαναν από τηλεοράσεως στις 3-12-2012 ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελος Βενιζέλος και ο Καθηγητής Πανεπιστημίου Νικόλαος Αλιβιζάτος. Πρόκειται για δηλώσεις που ενσπείρουν τη διχόνοια μεταξύ των Ελλήνων και στοχεύουν στον διχασμό του Έθνους.  
Το Καθεστώς της Μεταπολίτευσης νιώθει το έδαφος να χάνεται κάτω από τα πόδια του και την ώρα που ψυχορραγεί δεν διστάζει να παραβιάσει κάθε έννοια πολιτικού ήθους, ακόμα και διαταράσσοντας την κοινή ειρήνη των Ελλήνων πολιτών. Δεν πέρασαν παρά μόνο λίγες ώρες από τη στιγμή που έγιναν οι εν λόγω δηλώσεις και τα γραφεία της Τοπικής Οργανώσεως Δυτικής Αττικής του Λαϊκού Συνδέσμου-Χρυσή Αυγή έγιναν στόχος τρομοκρατικής επίθεσης με την τοποθέτηση και πυροδότηση εκρηκτικού μηχανισμού μεγάλης ισχύος, ο οποίος προκάλεσε εκτεταμένες υλικές ζημίες. Ως εκ τούτου, το Κίνημά μας κατέθεσε σήμερα μήνυση ενώπιον του κ. Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, κατά των ανωτέρω προσώπων για το αδίκημα που προβλέπεται και τιμωρείται από το άρθρο 192 του Ποινικού Κώδικα, δηλαδή για διέγερση των πολιτών σε βιαιοπραγίες και διχόνοια. Ακολουθεί απόσπασμα των σημαντικότερων σημείων της μήνυσης:
«ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ Κ. ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΜΗΝΥΣΗ
Του πολιτικού κόμματος ΛΑΪΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ-ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ που εκπροσωπείται νόμιμα από τον Βουλευτή B΄ Θεσσαλονίκης και Γραμματέα της Κοινοβουλευτικής της Ομάδας Πολύβιο Ζησιμόπουλο  και εδρεύει επί της οδού Δηλιγιάννη αριθμ.50 στην Αθήνα.

ΚΑΤΑ

1.  Ευαγγέλου Βενιζέλου, κατοίκου Αθηνών, οδός Ιπποκράτους 22.
2.  Νικόλαου Αλιβιζάτου του Κωνσταντίνου, κατοίκου Αθηνών
3.  Παντός άλλου συνυπαιτίου, που θα προκύψει κατά τη διενέργεια της εισαγγελικής έρευνας.
Α. ΙΣΤΟΡΙΚΟ
-Ι-
ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΠΡΩΤΟΥ ΜΗΝΥΟΜΕΝΟΥ
Την 03/12/2012, ο πρώτος μηνυόμενος και Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, παραχώρησε συνέντευξη Τύπου στους εκπροσώπους των ΜΜΕ, με θέμα «την πρωτοβουλία του ΠΑΣΟΚ κατά του ρατσισμού, της ξενοφοβίας και του νεοναζισμού». Η συνέντευξη μεταδόθηκε σε ζωντανή σύνδεση από την κρατική τηλεόραση και έτυχε εν συνεχεία εκτενούς παρουσίασης από όλα τα ΜΜΕ. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης αυτής προέβη στις κάτωθι δηλώσεις:
………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………
Β. ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Σύμφωνα με το άρθρο 192 Ποινικού Κώδικα: «
Όποιος δημόσια με οποιονδήποτε  τρόπο  προκαλεί  ή  διεγείρει  τους  πολίτες  σε  βιαιοπραγίες μεταξύ τους ή σε αμοιβαία διχόνοια και έτσι διαταράσσει την κοινή ειρήνη, τιμωρείται με  Φυλάκιση  μέχρι  δύο ετών, αν σύμφωνα με άλλη διάταξη δεν επιβάλλεται αυστηρότερη ποινή.» Σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη του ΠΚ, όποιος δημόσια με οποιονδήποτε τρόπο προκαλεί ή διεγείρει τους πολίτες σε βιαιοπραγίες μεταξύ τους ή σε αμοιβαία διχόνοια και έτσι διαταράσσει την κοινή ειρήνη τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών, αν σύμφωνα με άλλη διάταξη δεν επιβάλλεται αυστηρότερη ποινή. Η διάταξη αυτή, τεθείσα για την προστασία της δημόσιας τάξης και την από το Κράτος Δικαίου αντιμετώπιση των οξυτήτων εκείνων, τις οποίες δεν μπορεί η δημοκρατική έννομη τάξη, που εγγυάται σε όλους την ακώλυτη άσκηση των ατομικών και άλλων δικαιωμάτων τους σε ισότητα, να ανεχθεί, προβλέπει, όπως και τα άρθρα 190 και 191, το έγκλημα "της διατάραξης της ειρήνης των πολιτών". Η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος αυτού κατά τη διάταξη αυτή συνίσταται στη δημόσια και με οποιονδήποτε τρόπο (προφορικά, έγγραφα ή εντύπως) πρόκληση ή διέγερση των πολιτών σε βιαιοπραγίες μεταξύ τους ή σε αμοιβαία διχόνοια, που είναι η αποστροφή και το μίσος, και δι` αυτών στη διατάραξη της κοινής ειρήνης, ήτοι της εμπιστοσύνης της ολότητας επί την αδιατάρακτη ειρηνική κατάσταση. Η υποκειμενική υπόσταση αυτού συνίσταται στο δόλο του δράστη, ο οποίος περιλαμβάνει τη γνώση και τη θέληση όπως με την ενέργειά του να προκληθούν ή διεγερθούν οι πολίτες σε βιαιοπραγίες μεταξύ τους ή σε αμοιβαία διχόνοια και διατάραξει έτσι την κοινή ειρήνη.

Γ. ΠΟΙΝΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΑΞΙΟΠΟΙΝΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΤΩΝ ΜΗΝΥΟΜΕΝΩΝ
-Ι-
ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΡΩΤΟ ΜΗΝΥΟΜΕΝΟ
Είναι προφανές ότι ο πρώτος μηνυόμενος δεν είχε την παραμικρή πρόθεση να ενημερώσει τους Έλληνες ψηφοφόρους και το ευρύτερο κοινό για τις θέσεις της Χρυσής Αυγής, ούτε να ασκήσει καλώς εννοούμενη κριτική σε αυτές. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε όλη τη διάρκεια της συνέντευξης δεν χρησιμοποίησε κανένα σημείο των προγραμματικών μας θέσεων για να τεκμηριώσει τους χαρακτηρισμούς που απέδωσε στο κόμμα μας περί νεοναζισμού, φασισμού, ρατσισμού, ξενοφοβίας, ισλαμοφοβίας, έλλειψης σεβασμού στο Σύνταγμα κλπ. Ούτε κατόρθωσε να ανεύρει κάποιο πραγματικό περιστατικό που να στοιχειοθετεί τους έωλους ισχυρισμούς του περί ενθάρρυνσης, οργάνωσης ή κάλυψης εγκληματικών πράξεων βίας.
Χρησιμοποιώντας αόριστες εκφράσεις επεχείρησε να στιγματίσει συλλήβδην τη Χρυσή Αυγή ως «αντισυνταγματικό φαινόμενο» και «μόρφωμα» ξένο προς την ελληνική κοινωνία. Προέβη σε ένα πρωτοφανές (και ασυγχώρητο για αρχηγό κόμματος το οποίο κυβέρνησε στο παρελθόν και αποτελεί έναν εκ των εταίρων της νυν Συγκυβέρνησης) αντιδημοκρατικό παραλήρημα, εκφράζοντας την αδιαφορία του για το γεγονός ότι μία μεγάλη μερίδα των ελλήνων πολιτών ψήφισε τη Χρυσή Αυγή στις πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις. Οι φράσεις που χρησιμοποίησε είναι χαρακτηριστικές:  «…§ Δεύτερον, μια πρωτοβουλία για την ανάδειξη της Χρυσής Αυγής ως αντισυνταγματικού μορφώματος, που έχει δυστυχώς ψηφιστεί από ένα τμήμα του ελληνικού λαού και υπάρχει μέσα στο Κοινοβούλιο… Οι Έλληνες πολίτες, πρέπει να καταλάβουν ότι η επιλογή της Χρυσής Αυγής δεν είναι μια πολιτική και κομματική επιλογή όπως όλες οι άλλες…Το ότι ψήφισε τη Χρυσή Αυγή ένας αριθμός πολιτών τι σημαίνει;». Η πραγματοποίηση της συνέντευξής του υπαγορεύτηκε από μικροπολιτικές σκοπιμότητες και την αγωνία του λόγω της δημοσκοπικής συρρίκνωσης του κόμματός του σε συνάρτηση προς τον αντίστοιχο διπλασιασμό (σύμφωνα με όλες τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις)  της απήχησης του κόμματός μας στο εκλογικό σώμα.
Το κάλεσμά του προς τα πολιτικά κόμματα, τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τα Ν.Π.Δ.Δ., τις ΜΚΟ, τις Συνδικαλιστικές Οργανώσεις, τα ΜΜΕ, δεν είχε κανένα πολιτικό υπόβαθρο και δεν αποσκοπούσε στη σύμπηξη μίας πολιτικής συμμαχίας ή κίνησης. Στόχευε ξεκάθαρα στην άσκηση ηθικής και ψυχολογικής πίεσης προς όλους τους προαναφερθέντες φορείς για να υιοθετήσουν ενεργό εχθρική συμπεριφορά προς τη Χρυσή Αυγή και να παρεμποδίσουν την ελεύθερη πολιτική της δράση με τελικό στόχο την πολιτική εξόντωση της ίδιας και τον κοινωνικοεπαγγελματικό στιγματισμό και αφανισμό των υποστηρικτών, μελών και στελεχών της. Ορισμένες φράσεις αρκούν για το αληθές του λόγου: «…Πίσω από όλα αυτά υπάρχει μια βαθιά αντισημιτική και ισλαμοφοβική αντίληψη της ιστορίας και του κόσμου, η οποία είναι ταυτόχρονα και παγανιστική, δηλαδή σαφέστατα αντιχριστιανική. Και όλα αυτά θα ήταν μια πολύ ωραία μάχη ιδεών, εάν δεν συνοδεύονταν από πράξεις υλικής βίας συνεχείς και καθημερινές, οι οποίες αφορούν τη ζωή και τη σωματική ακεραιότητα πολλών συνανθρώπων μας και συμπολιτών μας… Η Δημοκρατία είναι μία αυτοπροστατευόμενη και μάχιμη Δημοκρατία. Η καταδίκη της βίας πρέπει να έχει μορφές οι οποίες είναι αποτελεσματικές και έμπρακτες. Αντί για μια θεωρητική και ατέρμονα συζήτηση γύρω από τις μορφές και τις ιδεολογίες της βίας, ή από έννοιες όπως η αντίσταση ή η ανυπακοή, προτείνουμε μια πρακτική συσπείρωση όλου του συνταγματικού τόξου εναντίον της Χρυσής Αυγής. Η αντίδραση απέναντι στη βία, πρέπει να συσπειρώνει κάθε φορά το ευρύτερο δυνατό φάσμα πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων. Η θεωρία της βίας των άκρων έχει απαντηθεί ιστορικά στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μέσα από το εύρος της αντιναζιστικής συμμαχίας. Αντίστοιχο εύρος πρέπει να υπάρξει και τώρα… Πάντως το να χαϊδεύεις το φαινόμενο αυτό, να το ανέχεσαι ή να αδιαφορείς απλώς, δεν οδηγεί πουθενά…». Είναι χαρακτηριστικό ότι ο πρώτος μηνυόμενος έκανε αναφορά ακόμη και στην εμπόλεμη περίοδο των ετών 1939-1945! Ενδεικτικό είναι επίσης ότι ζήτησε να τροποποιηθεί ο Ποινικός Κώδικας όχι με σκοπό την επίτευξη δικαιοπολιτικών σκοπών και την κάλυψη κοινωνικών αναγκών, αλλά την πρόκληση βλάβης στο κόμμα μας.
-ΙΙ-
ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΗΝΥΟΜΕΝΟ
Ομοίως, ο δεύτερος μηνυόμενος, χρησιμοποιώντας την ιδιότητα του πανεπιστημιακού καθηγητή, εκφράστηκε με πρωτοφανή εμπάθεια για τη Χρυσή Αυγή και τη χαρακτήρισε δογματικά (χωρίς να παραθέτει κανένα στοιχείο ή θεμελιώνει σε λογικά επιχειρήματα τον ισχυρισμό του) συλλήβδην ένα κοινοβουλευτικό κόμμα (με αυξανόμενη μάλιστα απήχηση στο εκλογικό σώμα και την κοινωνία, με εκατοντάδες χιλιάδων υποστηρικτές) ως εγκληματική συμμορία  που καλεί τα μέλη της σε διάπραξη αξιόποινων πράξεων, που δίνει εντολή σε πιτσιρικάδες να σπάνε στο ξύλο Πακιστανούς, που συνέρχεται επί τούτου και αποφασίζει να διαπράξει παράνομες πράξεις. Περαιτέρω, εξομοίωσε το Κίνημά μας και ζήτησε να έχει την ίδια αντιμετώπιση με την αριστερή τρομοκρατική οργάνωση «17η Νοέμβρη» η οποία έχει στο ενεργητικό της τεράστιο αριθμό ανθρωποκτονιών, ληστειών, πρόκλησης βαρέων σωματικών βλαβών, αποπειρών πρόκλησης ανθρωποκτονίας, και άλλων σκληρών κακουργηματικών πράξεων που τιμωρούνται από τον Ποινικό Κώδικα και Ειδικούς Ποινικούς Νόμους.
****************
      Είναι σαφές ότι αμφότεροι οι μηνυόμενοι ενήργησαν με δόλια προαίρεση η οποία έγκειται στην ηθελημένη ενέργεια και γνώση ότι με τις ανωτέρω δηλώσεις τους διαταράσσεται η κοινή ειρήνη. Οι προαναφερθείσες δημόσιες δηλώσεις τους ήταν πρόσφορες και στόχευαν στην πρόκληση και τη διέγερση των πολιτών σε αμοιβαία διχόνοια και την με τον τρόπο αυτό διατάραξη της κοινής ειρήνης. Σκόπευαν ενσυνείδητα να ενσταλάξουν στις καρδιές των Ελλήνων πολιτών το σπέρμα του διχασμού, του μίσους και της εχθρότητας. Και ειδικότερα μεταξύ των πολιτών που υποστηρίζουν το πολιτικό κόμμα της Χρυσής Αυγής και εκείνων που είναι πολιτικά αντίθετοι προς αυτό. Επιπλέον, ο δόλος τους εξικνείτο μέχρι και στην πρόκληση βιαιοπραγιών μεταξύ των πολιτών.
     Τούτο αποδείχθηκε περίτρανα από το γεγονός ότι η λεκτική τους τρομοκρατία μετουσιώθηκε τάχιστα σε πραγματική τρομοκρατία. Συγκεκριμένα, τις πρώτες πρωινές ώρες της 04ης/12/2012, λίγες ώρες δηλαδή μετά την μετάδοση των δηλώσεών τους, τα Γραφεία της Χρυσής Αυγής στον Ασπρόπυργο Αττικής, δέχθηκαν τρομοκρατική επίθεση με την πυροδότηση εκρηκτικού μηχανισμού μεγάλης ισχύος, ο οποίος προκάλεσε εκτεταμένες καταστροφές στο χώρο των γραφείων και στα γειτονικά κτίρια. Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα ότι το γεγονός της συγκεκριμένης τρομοκρατικής ενέργειας δεν έτυχε καταδίκης από κανέναν από τους μηνυόμενους και διαπρύσιους υποστηρικτές του Συντάγματος, των αξιών της Δημοκρατίας, της ειρήνης και της νομιμότητας.
Επειδή, η προπεριγραφόμενη συμπεριφορά των δύο ανωτέρω μηνυομένων αλλά και όσων από την εισαγγελική έρευνα προκύψει ανάμειξη ή συμμετοχή, πληρεί την νομοτυπική μορφή (αντικειμενική -  υποκειμενική υπόσταση) του αδικήματος της διέγερσης πολιτών σε βιαιοπραγίες ή διχόνοια κατ’ άρθρο 192 ΠΚ.

 ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ και με ρητή
επιφύλαξη κάθε νομίμου δικαιώματός μας
ΖΗΤΟΥΜΕ
Την κατά νόμο ποινική δίωξη των ανωτέρω μηνυομένων και παντός άλλου συνυπαιτίου, για το αδίκημα του άρθρου 192 ΠΚ.
Αθήνα, 5-12-2012
Ο ΜΗΝΥΤΗΣ»