Ο Νίκος Χουντής στην ερώτησή του
προς την Κομισιόν επεσήμαινε ότι, όσον αφορά στα εργασιακά δικαιώματα,
καταπατήθηκε η Κοινοτική Νομοθεσία, καθώς δεν έγινε σεβαστή η οδηγία 98/50/ΕΚ, κατά την οποία ορίζεται ότι,
«τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του
εκχωρητή, που απορρέουν από σύμβαση εργασίας ή από εργασιακή σχέση υφιστάμενη
κατά την ημερομηνία της μεταβιβάσεως, μεταβιβάζονται δια της μεταβιβάσεως αυτής
στον εκδοχέα».
Η απάντηση του Επίτροπου για
την απασχόληση, László Andor στη σχετική ερώτηση, είχε ως εξής:
«Η
οδηγία 98/50/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκεαπό την 2001/23/ΕΚ, ορίζει έναν γενικό κανόνα αυτόματης μεταβίβασης των
συμβατικών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων στον νέο ιδιοκτήτη μιας επιχείρησης.
Σύμφωνα
με το άρθρο 5 της εν λόγω οδηγίας, εκτός και εάν τα κράτη μέλη προβλέπουν
άλλως, η αρχή αυτή δεν ισχύει για μεταβιβάσεις όπου ο εκχωρητής υπόκειται σε διαδικασία αφερεγγυότητας κινηθείσα με
σκοπό την εκκαθάριση των περιουσιακών στοιχείων του εκχωρητή και οι οποίες
διεξάγονται υπό την εποπτεία αρμόδιας δημόσιας αρχής. Επιπλέον, η προστασία των
εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζομένων παρέχεται μόνο στην περίπτωση όπου
υπάρχει μεταβίβαση κατά την έννοια της εν λόγω οδηγίας.
Στα
εθνικά δικαστήρια εναπόκειται να εξακριβώσουν, βάσει όλων των
πραγματικών στοιχείων, αν η μεταβίβαση πραγματοποιήθηκε κατά την έννοια της εν
λόγω οδηγίας. Τα εθνικά δικαστήρια είναι τα πλέον αρμόδια για να αξιολογήσουν
μεμονωμένες υποθέσεις. Μόνο τα εθνικά δικαστήρια μπορούν να επιδικάσουν
αποζημίωση σε περίπτωση που κάποιος εργαζόμενος υπέστη βλάβη ή ζημία. Επομένως,
είναι προς όφελος των εργαζομένων να
ζητήσουν νομική συμβουλή σχετικά με τα εθνικά ένδικα μέσα που έχουν στη διάθεσή
τους, αν θεωρούν πιθανόν να μην έχουν γίνει σεβαστά τα έννομα δικαιώματά τους. Η Επιτροπή συγκεντρώνει επί του παρόντος
πληροφορίες με σκοπό να εξακριβώσει αν οι διατάξεις του Ν. 4021/2011
συμμορφώνονται με την εν λόγω οδηγία και θα γνωστοποιήσει το συντομότερο τα
αποτέλεσματά της».