Η δεκαετία που προηγήθηκε, αλλά και αυτή που περπατάμε σήμερα, συνθέτουν μια πολιτική περίοδο μακράς και σχεδόν αδιασάλευτης ηγεμονίας των δυνάμεων της Κεντροδεξιάς στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Έρχεται έτσι να… πατσίσει για τα χρόνια που ακολούθησαν το 1995 και την άνοδο του Τόνι Μπλερ στην ηγεσία των Νέων Εργατικών της Μεγάλης Βρετανίας, η οποία σηματοδότησε την άνθηση της Σοσιαλδημοκρατίας και του Τρίτου Δρόμου. Με πρόθυμους συνοδοιπόρους, τον Γκέρχαρντ Σρέντερ στη Γερμανία, τον Ρομάνο Πρόντι στην Ιταλία και τον Κώστα Σημίτη στην Ελλάδα.
Με εφαλτήριο τις προεδρικές εκλογές της Γαλλίας, Απρίλιο και Μάιο, οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές θεωρούν ότι βρήκαν τον πολιτικό… σωτήρα τους, στο πρόσωπο του Φρανσουά Ολάντ. Που όσο κι αν υποχωρεί διαρκώς στις δημοσκοπήσεις, φαντάζει ακόμη ως ο σχεδόν βέβαιος νικητής των εκλογών. Δηλαδή, ο επόμενος ένοικος του Ελιζέ. Δηλαδή, εκείνος που θα αναλάβει να εκφράσει το πανευρωπαϊκό αίτημα για αναθεώρηση ενός Συμφώνου Δημοσιονομικής Σταθερότητας που παραπέμπει σε σιδηρά και παράλογη πειθαρχία, το οποίο προωθεί η Άνγκελα Μέρκελ.
Στο πλευρό του Φρανσουά Ολάντ τάχθηκαν χθες δημοσίως ο ηγέτης των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, καθώς και ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των Ισπανών Σοσιαλιστών Αλφρέντο Πέρεθ Ρουμπαλκάμπα.
Η συμμαχία των δυο προαναφερθέντων ωστόσο, δεν συνιστά ακριβώς good publicity για τον Φρανσουά Ολάντ. Ο μεν Γκάμπριελ ηγείται ενός κόμματος, του SPD, το οποίο δεν θα τον υποστηρίξει για την Καγκελαρία στις βουλευτικές εκλογές του 2013, προτιμώντας κάποιον εκ των Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ ή Πέερ Στάινμπρουκ. Ο δε Ρουμπαλκάμπα, ηγήθηκε των Ισπανών Σοσιαλιστών στις εκλογές της πανωλεθρίας από το Λαϊκό Κόμμα, κέρδισε οριακά την εξουσία απέναντι στην Κάρμεν Τσακόν, και θεωρείται ηγετικά αναλώσιμο προϊόν.
Μια απλή ανάγνωση των ονομάτων, αλλά και οι συγκρίσεις με το παρελθόν στις οποίες αναπόφευκτα προχωρεί η μνήμη, επιβεβαιώνουν πόσο μεγάλο έλλειμμα ηγεσίας παρατηρείται στη σημερινή Ευρώπη. Στην… παιδική χαρά, όπως εύστοχα έγραψε η «Monde».