Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2011

Τα ορυχεία του Λαυρίου και η Μέρκελ…

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΠΡΑΤΣΟΣ
Οι επιθέσεις των αγορών αποσκοπούν κυρίως στην εξασφάλιση της μελλοντικής αποπληρωμής των ομολόγων τα οποία κατέχουν και τα οποία έχουν εκδοθεί από τα κράτη – μέλη της ευρωζώνης.
Οι αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής φαίνεται ότι δίνουν απάντηση μόνο στο πρώτο σκέλος του αιτήματος. Το μηδενισμό των δημοσιονομικών ελλειμμάτων μέσω του χρυσού κανόνα της δημοσιονομικής πειθαρχίας και του ελέγχου αυτού του κανόνα.
Δε δίνουν όμως απάντηση στην απαιτούμενη ανάπτυξη, ώστε το βάρος του χρέους να μειώνεται και στη δημιουργία ρευστότητας, ώστε να διευκολύνεται η απορρόφηση των ομολόγων.
Ο Θεμιστοκλής για να δημιουργήσει ισχυρό στόλο και να οδηγήσει στη θαλασσοκρατορία της Αθήνας τον 5ο αι. π. Χ., χρησιμοποίησε με εντατικό τρόπο τα ορυχεία του Λαυρίου για να εξαχθεί χρυσός και μόλυβδος, ώστε να παραχθούν νομίσματα, δηλ. χρήμα. Με αυτόν τον τρόπο επικράτησε η Αθήνα.
Στις μέρες μας, βέβαια, η δημιουργία ρευστότητας έχει αποκοπεί από τα αποθέματα χρυσού. Στον οικονομικό πόλεμο του 21ου αιώνα, δυστυχώς η Ευρώπη δεν έχει το καθαρό μυαλό για πολιτική λύση. Το τύπωμα χρήματος είναι λύση για αύριο και όχι μεσοπρόθεσμα και ενδεχόμενο ή πιθανό αποτέλεσμα ενδοκυβερνητικών διαβουλεύσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Οι πολιτικοί στις αποφάσεις τους θα πρέπει να έχουν και αίσθηση της ιστορίας. Ο οικονομικός δογματισμός της κας Μέρκελ στερείται παντελώς αυτής της διάστασης.
Πόσο θα πρέπει να τιμωρηθούν η Ιταλία, η Ισπανία, το Βέλγιο, ίσως και η Γαλλία, πληρώνοντας υψηλά επιτόκια; Πόσο θα αντέξουν η Ιταλία και η Ισπανία να πληρώνουν τοκογλυφικά επιτόκια στερώντας πόρους από την ανάπτυξη; Διότι, όταν το επιτόκιο της ΕΚΤ βρίσκεται στο επίπεδο του 1% και η Ιταλία πληρώνει επιτόκιο 6,5% – 8%, το επιτόκιο αυτό είναι τοκογλυφικό .Η Ιταλία δεν μπορεί να συνεχίζει να έχει τόσο υψηλό ποσοστό στην εξυπηρέτηση του χρέους της. Είναι αιτία ανασφάλειας για τις αγορές. Τα 200 δις ευρώ με τα οποία θα ενισχυθεί το ΔΝΤ από την ΕΚΤ, μπορούν να παίξουν το ρόλο μικρού πυροσβεστήρα. Εκτός και αν η ΕΚΤ άλλα διακηρύσσει προς το παρόν και άλλα πρόκειται να κάνει στο μέλλον, επεκτείνοντας δραστήρια το χώρο παρέμβασής της.