Πέμπτη 6 Ιουνίου 2013

«Εμφύλιο» έφερε η ομολογία

Την εμφανή όχληση και δημόσια εκδήλωση της διαφωνίας τους, προκάλεσε σε Κομισιόν και ΕΚΤ το εμπιστευτικό εγγράφο του ΔΝΤ, με το οποίο ο διεθνής οργανισμός ομολόγησε σωρεία αστοχιών στους χειρισμούς του περί την ελληνική κρίση διατυπώνοντας παράλληλα αιχμές κατά της ευρωπαϊκής πλευράς των πιστωτών. Στο θέμα «παρενέβη» ο Αντώνης Σαμαράς, δηλώνοντας από το Ελσίνκι ότι η ελληνική κυβέρνηση, εδώ και ένα χρόνο, διορθώνει τα παραδεδογμένα λάθη.

Κληθείς να σχολιάσει το περιεχόμενο της έκθεσης, ο Σάιμον ο΄Κόνορ, εκπρόσωπος του Επιτρόπου Ολι Ρεν, υπογράμμισε τις εξής δύο ένστάσεις της Επιτροπής:
Πρώτον: Η Επιτροπή διαφωνεί με τη διαπίστωση του ΔΝΤ πως μια εμπροσθοβαρής αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους το 2010 θα ήταν επιθυμητή. Η έκθεση του ΔΝΤ αγνοεί τον αλληλένδετο χαρακτήρα των χωρών της Ευρωζώνης και το γεγονός ότι μια αναδιάρθρωση του ιδιωτικού χρέους θα είχε αναμφίβολα διαστάσεις συστημικού χαρακτήρα.
Δεύτερον: Η Επιτροπή διαφωνεί κάθετα με τη διαπίστωση του ΔΝΤ ότι από πλευράς Κομισιόν δεν έγιναν αρκετά για να εντοπιστούν διαρθρωτικά μέρα αναπτυξιακού χαρακτήρα για την Ελλάδα. «Θεωρούμε ότι αυτό είναι λάθος και αβάσιμο. Η Κομισιόν υπήρξε κινητήρια δύναμη ώστε να δοθεί βάρος στο πρόγραμμα και στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις», σημείωσε ο εκπρόσωπος του Όλι Ρεν.
Ο κ. Ο΄ Κόνορ επιχείρησε μάλιστα να υποβαθμίσει τη σημασία του εγγράφου, χαρακτηρίζοντάς την έκθεση υπαλλήλων του ΔΝΤ, μη εγκεκριμένη από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου και άρα μη αντανακλώσα την επίσημη θέση του Ταμείου.
Σε ό,τι αφορά στον ρόλο της Κομισιόν επί του σχεδιασμού του προγράμματος, ο κ. Ο 'Κόνορ είπε ότι «πάντα επιμείναμε στην ανάγκη για φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα, θέμα για το οποίο η Κομισιόν έχει εμπειρία».
Υποστήριξε επίσης ότι δεν μπορεί να διαχωριστεί το ζήτημα της παραμονής της Ελλάδας στην Ευρωζώνη από τον κίνδυνο μετάδοσης της κρίσης, μετά από μια ενδεχόμενη αποπομπή της Ελλάδας από το ευρώ.
Μαζεύαμε εμπειρίες...
Όπως είπε, «μια ανεξέλεγκτη χρεοκοπία της Ελλάδας το 2009 ή το 2010, ή μια αναδιάρθρωση τότε θα είχε καταστροφικές συνέπειες για την Ευρωζώνη και τα κράτη- μέλη, αλλά και για την Ελλάδα».
Αναγνώρισε πάντως ότι το ελληνικό πρόγραμμα «ήταν μια διαδικασία απόκτησης εμπειρίας», καθώς έπερεπε να επιλυθούν δύσκολα πολύπλοκα ζητήματα με αφόρητες πολιτικές και οικονομικές πιέσεις σε πολλά επίπεδα.
Ντράγκι: Καμία ανάγκη για συγγνώμη
Από την πλευρά του, ο Μάριο Ντράγκι κατά τη διάρκεια της σημερινής συνέντευξης Τύπου της ΕΚΤ απέδωσε μεν εύσημα στην Ελλάδα αλλά δεν φανέρωσε κάποια διάθεση αυτοκριτικής:
«Η Ελλάδα υλοποιεί ένα πρόγραμμα προσαρμογής που ξεπερνά τα συνηθισμένα και πρέπει να της αναγνωρίσουμε ότι έχει κάνει πρόοδο, ανέφερε μεταξύ άλλων, ο Μάριο Ντράγκι.
Ερωτηθείς όμως κατα πόσον η ΕΚΤ νιώθει την ανάγκη να κάνει την αυτοκριτική της, κατα τρόπο ανάλογο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, αρκέστηκε να πει: : «Για την αλήθεια όχι» (Νοτ really).
Σαμαράς: Τα διορθώνουμε εδώ και ένα χρόνο
Στο θέμα παρενέβη από το Ελσίνκι της Φινλανδίας, όπου πραγματοποιεί επίσημη επίσκεψη ο πρωθυπουργός δίοντας τη διαβεβαίωση ότι η ελληνική κυβέρνηση εργάζεται ήδη για να διορθωθούν τα λάθη που αναφέρονται στην έκθεση του ΔΝΤ:
«Αν διαβάσετε αυτή την πολύ πρόσφατη έκθεση, θα θυμηθείτε ίσως ότι εγώ ο ίδιος έδινα έμφαση και στην πραγματικότητα ασκούσα κριτική από την αρχή για όσα το ΔΝΤ αποκαλεί λάθη. Και διορθώνουμε αυτά τα λάθη, εδώ και ένα χρόνο» δήλωσε ο κ. Σαμαράς.
Ρίχνει τους τόνους το ΔΝΤ
ιζνει Από την πλευρά του, να ρίξει τους τόνους επιχείρησε ο επιχείρησε ο εκπρόσωπος του Ταμείου, Τζέρι Ράις, ο οποίος δέχτηκε την Πέμπτη βροχή ερωτημάτων γύρω από το θέμα: Ο κ. Ράις υποστήριξε ότι «η περίπτωση της Ελλάδας ήταν μοναδική, ότι δεν υπήρχε προηγούμενο και ότι έπρεπε να υπάρξει άμεση αντίδραση και διαχείριση του προβλήματος για να προλάβουμε μετάδοση της κρίσης σε άλλες χώρες».
Στην καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου, στα γραφεία του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον, ο Τζέρι Ράις ρωτήθηκε επίσης και για τις σημερινές επικρίσεις που δέχθηκε το Ταμείο από ευρωπαϊκούς κύκλους: «Νομίζω ότι όλοι θα συμφωνήσουμε ότι κάποια πράγματα θα μπορούσαν να είχαν γίνει διαφορετικά», δήλωσε ο κ. Ράις.
Μεταξύ άλλων, υπογράμμισε ότι η αξιολόγηση (στην οποία περιλαμβάνονται οι επισημάνσεις για λανθασμένους υπολογισμούς) αφορά το πρώτο μνημόνιο του 2010, τονίζοντας ότι το τωρινό πρόγραμμα προχωρεί κανονικά και η Ελλάδα έχει καταφέρει "σημαντική πρόοδο", ενώ επικεντρώθηκε στην αναγκαιότητα για την εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και την τήρηση των συμφωνηθέντων.
Για την κριτική από την Ευρώπη, ο κ. Ράις απέφυγε να τοποθετηθεί σε οποιαδήποτε σχόλια, σημειώνοντας ότι κάθε οργανισμός έχει τους δικούς του κανόνες και έχει καθήκον να κάνει την εκτίμησή του. «Εμείς, στο ΔΝΤ, έχουμε μεγάλο σεβασμό σ' αυτό το δικαίωμα», είπε.
Λάδι στη φωτιά από Βερολίνο
Η αντίδραση της Γερμανικής πλευράς ήρθε λίγο μετά τις 7.00 το απόγευμα της Πέμπτης. Σε ανακοίνωση του Υπ. Οικονομικών γίνεται λόγος για «υπερβολικά μεγάλες προσδοκίες» από την ευθύνη της ίδιας της Ελλάδας και επισημαίνεται ότι το δεύτερο πακέτο στήριξης κατέστη αναγκαίο λόγω των καθυστερήσεων στην εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Υποστηρίζει δε ότι ο συνδυασμός όρων και αλληλεγγύης είναι ορθός.
«Από τότε όλοι χρειάστηκε να μάθουμε» τονίζει, σύμφωνα με τη γερμανική υπηρεσία του πρακτορείου Reuters, το υπουργείο Οικονομικών της Γερμανίας, παίρνοντας θέση στην εξελισσόμενη συζήτηση γύρω από το ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης που επεβλήθη από την τρόικα.
«Επιπλέον, πιθανότατα είχαν εναποτεθεί υπερβολικά μεγάλες προσδοκίες στην ελληνική "προσωπική ευθύνη"» αναφέρει το υπουργείο και επισημαίνει ότι η αιτία των προβλημάτων της Ελλάδας βρίσκεται στην επί χρόνια οικονομική αμέλεια. «Η συνεχώς αργή εφαρμογή των όρων του προγράμματος - ειδικά σε ό,τι αφορά τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις - είναι σίγουρα ένας βασικός λόγος εξαιτίας του οποίου ένα δεύτερο πρόγραμμα κατέστη σύντομα απαραίτητο» επισημαίνεται από το υπουργείο του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Στην ίδια δήλωση τονίζεται ακόμη ότι πρόθεση της Γερμανίας ήταν με το πρώτο πακέτο «το πρόβλημα να αντιμετωπιστεί στη ρίζα του», ενώ υπογραμμίζεται ότι το Βερολίνο είχε υποστηρίξει την ανάγκη για αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους νωρίτερα από άλλους. «Ο συνδυασμός όρων και αλληλεγγύης ήταν και παραμένει σωστός» καταλήγει το υπουργείο.
Τι λέει η εμπιστευτική έκθεση
Οι συντάκτες της εμπιστευτικής έκθεση του ΔΝΤ που διέρρευσε χθες προκαλώντας σάλο, παραδέχονται ότι υποεκτίμησαν εντονότατα τη ζημιά που θα προκαλούσαν στην Ελλάδα οι συνταγές του Ταμείου για λιτότητα, αλλά επισημαίνουν ότι η απάντηση στην κρίση έδωσε στην ευρωζώνη τον απαραίτητο χρόνο να αποτρέψει τις επιτώσεις της στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο παραδέχεται ότι παρέκαμψε τους δικούς του κανόνες προκειμένου να καταστήσει το ογκούμενο ελληνικό χρέος να φαίνεται βιώσιμο και ότι η χώρα μας, τελικά, δεν εκπλήρωνε τρία από τα τέσσερα κριτήρια, βάσει των οποίων το ΔΝΤ, γενικά, παρέχει βοήθεια.
Το έγγραφο περιγράφει τις αβεβαιότητες γύρω από την ελληνική διάσωση ως τόσο «καίριες που τα τεχνικά του κλιμάκια δεν ήταν δυνατόν να εγγυηθούν ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος θα ήταν βιώσιμο με κάποια σημαντική πιθανότητα».
Το ΔΝΤ ομολογεί ότι υπήρξε πάρα πολύ αισιόδοξο για τις εκτιμήσεις της ελληνικής κυβέρνησης για επιστροφή στις αγορές, αλλά και για τη δυνατότητά της να εφαρμόσει τους όρους για το πρόγραμμα διάσωσης.
Το απόρρητο έγγραφο υπογραμμίζει επίσης ότι το μεγαλύτερο κέρδος τους προγράμματος διάσωσης του 2010 δεν το αποκόμισε η Ελλάδα αλλά η ευρωζώνη. Η διάσωση ήταν μια επιχείρηση, αναφέρεται στο κείμενο, που έδωσε στην ευρωζώνη τον χρόνο να οικοδομήσει ένα τείχος προστασίας γύρω από άλλα, αδύναμα μέλη της και απέτρεψε κάποιες, δυνητικώς σοβαρότατες, επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία.
Το Ταμείο ασκεί κριτική στην καθυστέρηση που επεδείχθη ως προς την αναδιάρθρωση του τεράστιου χρέους της Ελλάδας, η οποία έγινε τελικά τον Μάιο του 2012, δύο ολόκληρα χρόνια μετά την αρχική συμφωνία διάσωσης της Ελλάδας.
Αναφέρει επίσης ότι η απομείωση του ελληνικού χρέους πριν από το Μάιο του 2012 «ήταν πολιτικώς δύσκολη» εξαιτίας της αντίστασης που προέβαλαν κάποιες χώρες-μέλη της ευρωζώνης, οι τράπεζες των οποίων διακρατούσαν υπερβολικά μεγάλο όγκο ελληνικού δημοσίου χρέους.
Οι χώρες αυτές ανησυχούσαν επίσης ότι πιθανή απομείωση του ελληνικού δημοσίου χρέους θα οδηγούσε τη χώρα σε χαλάρωση των μεταρρυθμιστικών της προσπαθειών και έβλεπαν το μέγεθος του χρέους ως μοχλό πίεσης προς τις ελληνικές κυβερνήσεις να διατηρούνται σε εγρήγορση.
Το ΔΝΤ, παραδέχεται επίσης ότι η δική του πρόγνωση για τη μελλοντική εξέλιξη του χρέους ήταν λανθασμένη «σε σημαντικό βαθμό» καθώς η ανάλυσή του επί της βιωσιμότητας του χρέους, «περιελάμβανε stress tests, τα οποία όπως απεδείχθη, έδωσαν πολύ ήπια αποτελέσματα σε σχέση με τα πραγματικά αποτελέσματα» της κρίσης.
Το έγγραφο είναι ιδιαίτερα επικριτικό για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή: Αναφέρει ότι ο εκτελεστικός βραχίονας της Ευρωπαϊκής Ενωσης «είχε την τάση να διοαμορφώνει πολιτικές με βάση τη συναίνεση, έτυχε περιορισμένης επιτυχίας στην εφαρμογή των όρων του προγράμματος και δεν είχε καμία εμπειρία στη διαχείριση κρίσης».
Προσθέτει ότι η Κομισιόν έδωσε περισσότερη έμφαση στη συμμόρφωση με τους τυπικούς κανόνες της Ευρωπαϊκής Ενωσης παρά στις επιπτώσεις που θα είχε το πρόγραμμα στην ανάπτυξη «και δεν ήταν ικανή να συνεισφέρει πολλά στον εντοπισμό διαρθρωτικών αλλαγών για την ενδυνάμωση της ανάπτυξης».
«Κανένα από τα τρία μέρη της τρόικας δεν φαινόταν να αντιμετωπίζει ως ιδανική τη συμφωνία», συνεχίζει το έγγραφο σε ένα σημείο που περιγράφει την ασυνήθη τριμερή συμφωνία, σημειώνοντας ότι «υπήρχαν σημαντικές διαφορές απόψεων μέσα στην τρόικα, κυρίως όσον αφορά τις προβλέψεις της ανάπτυξης».
Χαλάρωση της έντασης της λιτότητας θα είχε βοηθήσει την ελληνική οικονομία αλλά δεν ήταν πολιτικώς πιθανή, λέει ακόμη το Ταμείο:
«Παρότι μία έγκαιρη αναπροσαρμογή των στόχων θα είχε μετριάσει την ύφεση, σε μια τέτοια περίπτωση το πρόγραμμα θα απαιτούσε πρόσθεστη χρηματοδότηση», τονίζοντας ότι ούτε το ίδιο το Ταμείο ούτε οι κυβερνήσεις της ευρωζώνης ήταν προετοιμασμένες να δανείσουν περισσότερα από 110 δισεκατομμύρια για την διάσωση της Ελλάδας εκείνη τη στιγμή.
Το έγγραφο ασκεί, τέλος, κριτική στις ελληνικές κυβερνήσεις για την αποτυχία τους να εφαρμόσουν τις διαρθρωτικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν τον ιδιωτικό τομέα και λέει ότι η οδύνη της προσαρμογής «κατανεμήθηκε άνισα μέσα στην κοινωνία».
Οι συντάκτες του εγγράφου δεν εξηγούν λεπτομερώς γιατί το Ταμείο προέβη στις συγκεκριμένες επιλογές ούτε τον λόγο για τον οποίο συμφώνησε με τις αναλύσεις της τρόικας, τις οποίες τώρα χαρακτηρίζει λανθασμένες. Αρκείται στην επισήμανση ότι το υπέδειξε μετ' εμφάσεως τους κινδύνους εφαρμογής του ελληνικού προγράμματος.
"Εθνος"