Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2011

Ψάξτε συντεχνίες στα πανεπιστήμια

ΟΜΗΡΟΣ ΤΣΑΠΑΛΟΣ
Για ένα από τα λίγα πράγματα που ο κοινοβουλευτικός πολιτισμός στην χώρα μας μπορεί να υπερηφανεύεται μεταπολιτευτικά, είναι η σχεδόν καθολική αποδοχή και υπερψήφιση του νέου νόμου για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Τα 4/5 των μελών της Εθνικής μας Αντιπροσωπείας εψήφισαν τον συστατικό για την ανώτατη εκπαίδευση αυτόν νόμο, σε μια ατμόσφαιρα πρωτοφανούς υπερκομματικής συναίνεσης και «ιδεολογικής ανιδιοτέλειας». Για όποιον έχει μπει στον κόπο να διαβάσει, έστω και βιαστικά, τον νόμο, θα καταλάβαινε αμέσως ότι συνιστά κείμενο άρτια ευθυγραμμισμένο με τις διεθνείς και ευρωπαϊκές πρακτικές, χωρίς όμως να παραμερίζει και τις ελληνικές ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούν γύρω από την Δημόσια Παιδεία και τον ρόλο που πρέπει αυτή να παίζει στα πλαίσια της κοινωνίας.
Παρόλα αυτά, ο νέος νόμος που καθορίζει την εσωτερική οργάνωση των πανεπιστημίων, την διοικητική τους αυτοτέλεια και την θεσμική τους διαμόρφωση, παρά την καθολική του υπερψήφιση, φαίνεται να οδεύει και αυτός μοιραία προς τον κάλαθο των αχρήστων, όπως έχει ήδη συμβεί τόσες και τόσες φορές σε αυτήν την χώρα με φιλόδοξα και πρωτοποριακά νομικά εγχειρήματα. Και αυτό συμβαίνει για έναν και μόνο λόγο που δεν έχει να κάνει με την ουσία του νόμου αλλά με την «ετσιθελική» άρνηση αποδοχής και εφαρμογής του από αυτούς που υποχρεώνονται να τον εφαρμόσουν.
Για να εντοπίσουμε την μεγαλύτερη θεσμοθετημένη συντεχνία στην χώρα, δεν χρειάζεται να ψάξουμε στις εθνικές οδούς, στα λιμάνια, στα δικηγορικά γραφεία ή σε κίτρινα αυτοκίνητα, αλλά στην καρδιά της Δημόσιας Παιδείας, εκεί που υποτίθεται ότι δίνεται ο παλμός της γνώσης και της έρευνας. Η συντεχνία αυτή θα μπορούσε να βαφτιστεί και «πανεπιστημιακό κατεστημένο», ένα σύστημα το οποίο συναπαρτίζεται από διάφορες υπο-συντεχνίες, η κάθε μια εκ των οποίων δραστηριοποιείται για τα δικά της συμφέροντα, αλλά όλες μαζί συμβάλλουν στην ισχυροποίηση και την διαιώνιση του όλου συστήματος. Υπο-συντεχνία είναι οι φοιτητοπατέρες και τα κομματικά δεκανίκια τους που καταλύουν κάθε έννοια δημοκρατίας και ελεύθερης έκφρασης ιδεών εντός του πανεπιστημίου. Που προτιμούν την βίαιη διάλυση μιας γενικής συνέλευσης φοιτητών προς τέρψιν των αιμοσταγών οπαδών τους παρά την ομαλή ολοκλήρωση μιας δημοκρατικής διαδικασίας που θα μπορούσε να βγάλει συμπεράσματα και κρίσιμες αποφάσεις για την καθημερινότητα των φοιτητών. Υπο-συντεχνία είναι οι Καθηγητές (όχι όλοι φυσικά), όσοι πλέον κάνουν τον σταυρό τους που πρόλαβαν να ενταχθούν στο επιστημονικό προσωπικό των σχολών και που προστατεύονται από την μονιμότητα και την μη αξιολόγηση που ο νέος νόμος προσπαθεί να εισάγει. Που περίτεχνα κρύβουν τις δομικές αδυναμίες του ακαδημαϊκού τους έργου και της γνωστικής τους ανεπάρκειας πίσω από καθηγητικές έδρες και αξιώματα σε δημόσιες λειτουργίες. Που συνεχίζουν να προτείνουν τα δικά τους συγγράμματα ενώ αυτά έχουν κριθεί παρωχημένα και ξεπερασμένα από την ίδια την ακαδημαϊκή κοινότητα. Που αποφασίζουν για το ποιος θα προσληφθεί ως λέκτορας ή ειδικό επιστημονικό προσωπικό χωρίς αντικειμενικά κριτήρια, αλλά με την λογική του «σύντεχνου», του «δικού μας παιδιού», εκείνου που μας βοήθησε στις ώρες γραφείου μας και που τώρα πρέπει να τον «φωτογραφίσουμε» για να πάρει την θέση που εκ των προτέρων έχουμε κόψει και ράψει στα μέτρα του. Είναι οι ίδιοι που διδάσκουν 20 ώρες την εβδομάδα και που κατά τα άλλα θα πρέπει η Πολιτεία και όλοι οι υπόλοιποι να τους συμπεριφέρονται σας «καταξιωμένους» καθηγητές, επιστήμονες μεγίστης γνωστικής εμβέλειας και αναγνώρισης σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο. Είναι οι ίδιοι που αποφασίζουν να απεργούν (άραγε από τι;), που φωνάζουν, που ζητούν την μη κατάργηση προνομίων και μείωσης μισθών και που στο τέλος βάζουν ταφόπλακα σε ένα νόμο που θα ξεσκέπαζε τις δομικές τους υστερήσεις και θα κατεδείκνυε με τον πιο ιλαροτραγικό τρόπο τον αμοραλισμό και τη ακαδημαϊκή τους ανεπάρκεια για τις ανάγκες ενός Δημόσιου Πανεπιστημίου.
Οι Πρυτάνεις αποτελούν τις σιδηρές κεφαλές αυτού του πανεπιστημιακού κατεστημένου, οι οποίοι προσπαθούν με απειλές, προσφυγές, απεργίες, επιθέσεις και διαπληκτισμούς να ακυρώσουν εν τοις πράγμασι τον νέο νόμο, με ότι αυτό συνεπάγεται για το μέλλον της δημόσιας παιδείας. Η δημοσίως εκστομισθείσα φράση «δεν μιλάω με εσένα, δεν μας αφοράς εσύ», του Πρυτάνεως του αρχαιότερου Πανεπιστημίου της χώρας, κ. Πελεγρίνη, προς την υπουργό Παιδείας κ. Διαμαντοπούλου, υποδηλώνει με τον πιο χαρακτηριστικό και απερίφραστο τρόπο την λογική που επικρατεί στα ελληνικά Πανεπιστήμια. Την λογική του κλειστού κλαμπ, της ιδιόμορφης συντεχνιακής λέσχης, που κανείς δεν έχει το δικαίωμα να επιβάλλει κανόνες σε αυτήν παρά μόνο τα μέλη του. Δηλαδή αυτοί που στο τέλος θα την κλείσουν και θα μετατρέψουν το Πανεπιστήμιο σε καφενείο για αργόσχολους και άνεργους περιπατητές της Αθήνας και των άλλων πόλεων.
Αυτή η λογική είναι το τελευταίο εμπόδιο προκειμένου να νεκραναστηθεί η δημόσια Παιδεία. Αν αυτό δεν επιτευχθεί τότε το δημόσιο Πανεπιστήμιο θα μπορεί εις το διηνεκές να υπερηφανεύεται ότι από πεδίο ανοικτής, δημοκρατικής και ελεύθερης γνώσης έγινε μια κλειστή λέσχη συντεχνιακής απόγνωσης. Με ότι αυτό συνεπάγεται για την κοινωνία και τους νέους ανθρώπους της που αποζητούν την γνώση φυσικά και όχι την απόγνωση που οι συντεχνίες θέλουν να επιβάλλουν.