Παρασκευή 6 Μαΐου 2011

Ο Μεϊμαράκης και οι “σαλονάτοι”


ΧΑΡΗΣ ΠΑΥΛΙΔΗΣ
Δεν μου προκαλεί καμία εντύπωση το γεγονός ότι, όλοι οι «καθωσπρέπει» πολιτικοί και δημοσιογράφοι, έβγαλαν από το ντουλάπι τη σκονισμένη αστική τους «ευγένεια», και μετά άρχισαν να την επιδεικνύουν προκειμένου να την αντιδιαστείλουν απέναντι στην «αγένεια» του Βαγγέλη Μεϊμαράκη. Με συγχωρείτε, αλλά προσωπικά γνωρίζω δεκάδες από αυτούς τους «ευγενείς» ώστε να θεωρώ όσα λένε υποκρισία και την «ευαισθησία» τους θέατρο. Προσωπικά δεν με εκφράζει ο τρόπος που συμπεριφέρθηκε ο Β. Μεϊμαράκης, όχι τόσο γιατί οι εκφράσεις του προσέβαλλαν τα χρηστά μου ήθη, όσο γιατί το ενδιαφέρον επικεντρώθηκε στην κριτική που του άσκησαν γιατί μίλησε έτσι και όχι στην ουσία. Και η ουσία είναι ότι όταν θίγεται η τιμή ενός ανθρώπου που δεν είναι δήθεν, αντιδρά όπως θα αντιδρούσε οποιοσδήποτε από μας τον κατηγορούσαν ως απατεώνα.
Επαναλαμβάνω ότι τα «μπινελίκια» δεν είναι ο καλύτερος τρόπος για να αντιμετωπίσει κανείς τους συκοφάντες, αφού είναι βέβαιο ότι θα καταλήξει απολογούμενος και στο τέλος θα χάσει και το δίκιο του. Ωστόσο δεν είναι ο πρώτος ούτε θα είναι ο τελευταίος πολιτικός που θα μιλήσει έτσι. Άπειρα τα παραδείγματα σε παγκόσμια κλίμακα, ακόμα και μεγάλων ηγετών, που κάποια στιγμή λησμονώντας το «πρωτόκολλο» εκφράστηκαν αυθεντικά. Από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή μέχρι τον Τζον Κέννεντι και από τον Νικολά Σαρκοζί μέχρι τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι.Άκουσα να λένε ότι τέτοιου είδους εκφράσεις ακούγονται στα γήπεδα, και σ’ έναν «ιερό» χώρο όπως είναι η Βουλή τέτοιου είδους εκφράσεις είναι ανεπίτρεπτες. Άλλη μια υποκρισία, αφού λίγη ιστορία να έχει διαβάσει κανείς θα διαπιστώσει ότι στον «ιερό» αυτό χώρο έχουν ειπωθεί χειρότερα λόγια(έχει πέσει και πολύ ξύλο), ενώ και στο πρόσφατο παρελθόν έχουν διαγραφεί από τα πρακτικά πολλά «γαλλικά».Ειλικρινά δεν θα ήθελα να είμαι στη θέση του κυρίου Κοραντή-ούτε την παρούσα αλλά ούτε και την προηγούμενη στην ΕΥΠ- αλλά οφείλω να ομολογήσω ότι προτιμώ την γνήσια έκφραση του συναισθήματος παρά τις σαλονάτες υποκρισίες και τις τεχνητές ευγένειες. Πάντα, όμως, με μέτρο το οποίο στην προκειμένη περίπτωση, και με τη δική μας «συνδρομή»- χάθηκε.