ΜΑΝΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ
Ίσως στη ζωή γενικά, να ισχύει το… παρά ποτέ. Στην περίπτωση της ευρωζώνης, της κρίσης χρέους και της παρέμβασης του Μάριο Ντράγκι όμως, το καθυστερημένο της απόφασης δεν μπορεί να προσπεραστεί.
Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρική Τράπεζας γνωρίζει την… υστερική αποθέωση των αγορών αλλά και κυρίως των χωρών-μελών της ευρωζώνης, επειδή έπραξε το αυτονόητο, και μάλιστα σε μάλλον συγκρατημένη κλίμακα.
Η αλλαγή κλίματος και οι τάσεις ανάκαμψης της εμπιστοσύνης στην ευρωζώνη, δείχνουν ότι πιθανότατα δεν θα είχαμε οδηγηθεί ποτέ μέχρι εδώ, και η κρίση δεν θα είχε επιδεινωθεί σε τέτοιο βαθμό, αν η Φρανκφούρτη, τόσο επί ημερών Ζαν-Κλοντ Τρισέ, όσο και κατά τη μέχρι σήμερα διάρκεια της θητείας του Μάριο Ντράγκι, είχε κατανοήσει εγκαίρως πως μονάχα η ίδια μπορεί να σταματήσει τους κερδοσκόπους.
Η επισημάνση οδηγεί φυσικά στο συμπέρασμα ότι η κρίση μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά μονάχα με πολιτικούς όρους. Όχι με την ανάγνωση των δημοσιονομικών μεγεθών. Όχι με τη στείρα προσήλωση στους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς και την αυτοκαταστροφική λιτότητα.
Για την παρέμβαση Ντράγκι και το παρασκήνιο, γράφτηκαν και ακούστηκαν πολλά. Περισσότερα ψιθυρίζονται πίσω από τους κουρτίνες και τις κλειστές πόρτες των γραφείων όπου λαμβάνονται οι αποφάσεις. Το βέβαιο είναι, ότι στην απόφαση της ΕΚΤ υπάρχει «ταμπακιέρα». Η οποία και πιθανότατα ανησυχεί τους κερδοσκόπους περισσότερο από κάθε άλλη πτυχή της.
Προσπερνώντας δηλαδή τις πρόνοιες, τις προϋποθέσεις, τα «αν», και τα «εφόσον», το κλειδί βρίσκεται στην έννοια της «απεριόριστης» αγοράς ομολόγων. Γιατί, ανάλογα με τη συγκυρία της στιγμής και τις διεθνείς εξελίξεις, δηλαδή το μέχρι που μπορούν να φτάσουν οι κερδοσκόποι για να πετύχουν τον αντικειμενικό στόχο τους, η δυνατότητα αυτή επιτρέπει στον Μάριο Ντράγκι να αγοράζει ομόλογα προβληματικών οικονομιών, παραβλέποντας (έστω προσωρινά) τις λοιπές προϋποθέσεις Μνημονίων και δεσμεύσεων.
Με επαρκή αιτιολόγηση, την επιδίωξη να διασωθεί η ευρωζώνη. Και το… υπονοούμενο το κατάλαβαν πρώτοι από όλους οι κερδοσκόποι. Ξέρετε, εκείνοι που είχαν ποντάρει (και) στα CDS της ελληνικής χρεοκοπίας.