ΤΟΥ ΜΑΚΗ ΒΟΪΤΣΙΔΗ
Πριν από καμιά τριανταριά χρόνια, η μισή Θεσσαλονίκη είχε
υπογράψει διαμαρτυρία για την κατασκευή της περιφερειακής οδού. Υποτίθεται ότι
θα κατέστρεφε το Σέιχ Σου και η οικολογία μόλις είχε αρχίσει να γίνεται της
μόδας. Εκτός από την ειρωνεία που επιφύλαξε η Ιστορία ότι σήμερα κανείς δε
διανοείται τη Θεσσαλονίκη χωρίς την περιφερειακή, το έργο είχε και μπόλικη
υποκρισία.
Κάποιοι από εκείνους που υπέγραψαν γιατί είχαν καημό με την
προστασία του περιβάλλοντος, είχαν χτίσει αυθαίρετα στη δυτική πλευρά της
πόλης, είχαν κλείσει μπαλκόνια στην ανατολική και ετοιμάζονταν να φτιάξουν
εξοχικό χωρίς άδεια σε κάποια από τις περιοχές που φιλοξένησαν το όνειρο του
παραθεριστικού. Για να μην ξεχνιόμαστε: αν η Θεσσαλονίκη, και σχεδόν όλες οι
ελληνικές πόλεις, φέρνει προς Μέση Ανατολή και αν η αυθαίρετη δόμηση εξευτέλισε
το τοπίο, αιτία δεν είναι τα «μεγάλα συμφέροντα» αλλά τα πολλά μικρά.
Εκτοτε, η ιστορία επαναλήφθηκε πολλές φορές, με μικρές
παραλλαγές. Οι κάτοικοι της Κερατέας που κήρυξαν το πολυτραγουδισμένο αντάρτικο
στο κράτος για να μη δημιουργηθεί ο ΧΥΤΥ είναι οι ίδιοι που μετέτρεψαν την
περιοχή σε παραγκούπολη της Αττικής. Δεν είχαν ιδεολογικό πρόβλημα, όταν έκοβαν
τα αμπέλια «φέτες» και τα πουλούσαν εκατό εκατό τετραγωνικά για να χτιστούν
αυθαίρετα. Ούτε διατηρούν αντίρρηση να έχει κάθε χωριό τη δική του χωματερή.
Ανακάλυψαν την οικολογία και δάκρυσαν για το «Οβριόκαστρο», όταν αποφασίστηκε
να κατασκευαστεί στην Κερατέα ένα έργο που είχε σχεδιαστεί με όλες τις
περιβαλλοντικές προδιαγραφές της ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Υποκρισία και «άγιος ο
Θεός». Ολα τ' άλλα, με τους παπάδες που ευλογούσαν τον αγώνα των ατάκτων,
ανήκουν στη σφαίρα της γραφικότητας. Και οι μολότοφ που παραλίγο να κάψουν τα
παιδιά του αστυνομικού μέσα στο σπίτι τους στη σφαίρα του φασισμού.
Και έτσι θα συνεχίσουμε. Θέλουμε ανάπτυξη αλλά δε θέλουμε
εργοστάσια. Θέλουμε θέσεις εργασίας αλλά οι μεταλλευτικές εταιρίες έρχονται για
να αρπάξουν τον ορυκτό μας πλούτο. Και, τέλος πάντων, το να είναι η σχέση μας
με το περιβάλλον ιδεοληπτική πάει κι έρχεται. Αλλά είναι a la carte. Δηλαδή,
ακόμη χειρότερη.