Κυριακή 2 Σεπτεμβρίου 2012

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΑΓΟΡΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Μοχλός ανάπτυξης σε απειλή


Σε μοχλό ανάπτυξης της οικονομικής δραστηριότητας των χονδρεμπόρων μπορεί να μετατραπεί η Κεντρική Αγορά Θεσσαλονίκης, σύμφωνα με το σχέδιο που έχει δρομολογήσει και υλοποιεί η σημερινή διοίκηση. 

Του Φώτη Κουτσαμπάρη

Τα κέρδη της αγοράς, παρά την οικονομική κρίση, παραμένουν στα ίδια σχεδόν επίπεδα τα τελευταία τρία χρόνια, ενώ νέοι χονδρέμποροι, κυρίως από την Κρήτη, εγκαθίστανται στα καταστήματά της, προκειμένου να ανοίξουν αγορές στα Βαλκάνια. Ωστόσο, αν και οι προοπτικές είναι ευοίωνες, η πολιτεία δρομολόγησε τη συγχώνευση της Κεντρικής Αγοράς με την αντίστοιχη των Αθηνών, χωρίς να διενεργηθεί μελέτη σκοπιμότητας και χωρίς να ληφθούν υπόψη τα ουσιαστικά οφέλη, που προκύπτουν από την αυτόνομη λειτουργία της.
Εμπλεκόμενοι και εργαζόμενοι τονίζουν ότι, εάν υλοποιηθεί το σχέδιο της συγχώνευσης, δεν θα έχει σαν αποτέλεσμα το οικονομικό όφελος για το δημόσιο, αλλά θα χάσει η Θεσσαλονίκη, η Κεντρική Μακεδονία και ευρύτερα η Βόρεια Ελλάδα άλλη μια ευκαιρία να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην προώθηση εθνικών προϊόντων στο εξωτερικό και κυρίως στα Βαλκάνια. «Εκτιμώ, ότι η συγχώνευση έχει ρόλο μόνο εάν ακολουθήσει δύο προσανατολισμούς ο νέος οργανισμός: τη ρύθμιση των τιμών λιανικής και την εξωστρέφεια στα Βαλκάνια. Η άποψή μου είναι, ότι η έδρα της Θεσσαλονίκης σηματοδοτεί αυτούς τους στόχους», αναφέρει στη «ΜτΚ» ο πρόεδρος της ΚΑΘ, Παναγιώτης Κακαφίκας.

Η κερδοφορία
Η σημερινή διοίκηση έχει καταθέσει ήδη προτάσεις για την αύξηση των εσόδων, το 2013, κατά ένα εκατ. ευρώ. Βάσει του πλάνου που ετοίμασε η διοίκηση, οι δαπάνες θα μειωθούν την επόμενη χρονιά κατά περίπου 120.000 ευρώ από τη μείωση του κόστους κονδυλίων παροχής, αμοιβών και εξόδων τρίτων. Συγκεκριμένα, το ποσό φύλαξης θα μειωθεί σημαντικά, κατά 80.000 ευρώ με το νέο διαγωνισμό ανάθεσης που είναι σε εξέλιξη. Ενδέχεται να υπάρξει και επιπλέον μείωση 50.000 ευρώ, από τη μείωση του αριθμού των υπαλλήλων φύλαξης, αν εφαρμοστεί από τη νέα χρονιά το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού και ηλεκτρονικής μηχανοργάνωσης της Αγοράς. Μείωση 10.000 ευρώ προκύπτει στις υπηρεσίες καθαριότητας και 20.000 στην ανακύκλωση. Όσον αφορά τα έσοδα, προβλέπονται 50.000 ευρώ από την εφαρμογή μηχανοργάνωσης, αύξηση 250.000 από την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών στις στέγες.
Η κερδοφορία της Κεντρικής Αγοράς Θεσσαλονίκης, που σήμερα φιλοξενεί 220 χονδρέμπορους, αυξήθηκε σταδιακά από το 2008, που ήταν 121.000 ευρώ. Το 2009 ήταν 207.000, το 2010 634.000 και το 2011 έφτασε στις 533.000 ευρώ. Ο βασικός λόγος της μείωσης κερδοφορίας που παρατηρείται το 2011 οφείλεται στους αυξημένους φόρους που καταβλήθηκαν στο δημόσιο. Η αύξηση οφείλεται, εκτός άλλων, στην ενίσχυση κατά 200.000 ευρώ από τη συμφωνία για την παραμονή του Γ’ Τελωνείου και την έλευση του Β’ και Α’ Τελωνείου και στη μείωση του μισθολογικού κόστους κατά 177.000 ευρώ.

Οι στόχοι της διοίκησης 
Οι στόχοι που έθεσε η διοίκηση της Κεντρικής Αγοράς έχουν υλοποιηθεί εν μέρει και απαιτούνται κυβερνητικές παρεμβάσεις για να ολοκληρωθούν. Είναι:
1. Ο εκσυγχρονισμός των υποδομών. Έγιναν τρεις προμελέτες για το πώς μπορεί να εκσυγχρονιστεί η Αγορά και τι κτιριακές παρεμβάσεις μπορούν να γίνουν. Είναι στο στάδιο αξιολόγησης, ώστε να γίνει η τελική μελέτη. Η αναβάθμιση των υποδομών υπολογίζεται ότι θα κοστίσει περί τα 18 εκατ. ευρώ, πόροι που θα αναζητηθούν από χρηματοδοτικά εργαλεία.
2. Ηλεκτρονικά μέσα. Προβλέπονται ανάρτηση των τιμών σε ηλεκτρονικούς πίνακες, ηλεκτρονική κάρτα εισόδου των λιανεμπόρων, εκσυγχρονισμό των πυλών και γενικά όλες τις ηλεκτρονικές υπηρεσίες. Ο σχεδιασμός εντάχθηκε στο πρόγραμμα «Ψηφιακής Σύγκλισης» αλλά ο σχετικός διαγωνισμός ακυρώθηκε από την πολιτεία για τυπικούς λόγους, τον περασμένο Φεβρουάριο. Στη συνέχεια συμπεριελήφθη στο intereg και αναμένεται έγκριση.
3. Επέκταση στα Βαλκάνια. Άνοιγμα αγοράς στη Βουλγαρία, κοντά στα σύνορα, στην οποία θα συμμετέχουν και Έλληνες χονδρέμποροι προωθώντας το εθνικό προϊόν. Έγινε μελέτη σκοπιμότητας, συμφωνία ελληνικής και βουλγαρικής κυβέρνησης και αναμένονται αποφάσεις.
4. Εγκατάσταση Φωτοβολταϊκών. Η πρόταση υποβλήθηκε στη ΔΕΗ από τον Οκτώβρη του 2010 και αξιολογείται τώρα, με καθυστέρηση.