Η σχέση τους υπήρξε διαχρονικά αταίριαστη. Εκείνη, η Μαρτίν Ομπρί, ήταν η κόρη του Ζακ Ντελόρ, η πολιτική σκέψη και αποφασιστικότητα της οποίας ωστόσο, την έβγαζαν από τη σκιά του εμβληματικού πατέρα της. Γι’ αυτό άλλωστε και ο Φρανσουά Μιτεράν είχε πιστέψει αρκετά στο μέλλον της.
Εκείνος, ο Φρανσουά Ολάντ βρέθηκε πάντα σε σκιές. Στη σκιά του Μισέλ Ροκάρ, του Λιονέλ Ζοσπέν, της Σεγκολέν Ρουαγιάλ, του Ντομινίκ Στρος-Καν. Μέχρι να πετύχει το αδιανόητο, να γίνει Πρόεδρος της Δημοκρατίας από το πουθενά, εκμεταλλευόμενος έναν «αντι-σαρκοζισμό», για τον οποίο η Γαλλία και η Ευρώπη αρχίζουν ήδη να μετανιώνουν.
Μετά τις προεδρικές εκλογές του 2007, όταν η τότε σύντροφος ζωής του Ολάντ, Σεγκολέν Ρουαγιάλ είχε γνωρίσει την ήττα από τον Νικολά Σαρκοζί, έθεσε υποψηφιότητα για την ηγεσία του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Για να διαδεχθεί τον Ολάντ, ο οποίος στήριξε… τη Μαρτίν Ομπρί.
Η κόρη του Ζακ Ντελόρ, δεν ανταπέδωσε ευθέως τη φιλοφρόνηση. Και όταν ξεκίνησε η κούρσα για το προεδρικό χρίσμα του Σοσιαλιστικού Κόμματος, δεν άφησε τον Ολάντ μόνο του. Μπήκε απέναντί του, και έχασε οριακά. Μετά την ήττα της, δεσμεύτηκε να στηρίξει… με την καρδιά της τον Φρανσουά Ολάντ στη μάχη με αντίπαλο τον Νικολά Σαρκοζί, στη βάση μιας συμφωνίας, που προέβλεπε ότι εφόσον ο υποψήφιος των Σοσιαλιστών έμπαινε ως οικοδεσπότης στο Ελιζέ, η Μαρτίν Ομπρί θα διοριζόταν πρωθυπουργός.
Ο Ολάντ πράγματι τα κατάφερε, για πρωθυπουργό ωστόσο δεν επέλεξε την Ομπρί, αλλά τον γερμανοτραφή και «εκλεκτό» του Βερολίνου, Ζαν-Μαρκ Ερό. Με αποτέλεσμα την οργή της Γενικής Γραμματέως του Σοσιαλιστικού Κόμματος, η οποία αρνήθηκε να συμμετάσχει στην καινούρια κυβέρνηση.
Είναι προφανές ότι ο Φρανσουά Ολάντ έχει ξεκινήσει με το… αριστερό τη θητεία του. Όχι μόνο σε διεθνές επίπεδο, με τις εικόνες υποχωρητικότητας μπροστά στην Άνγκελα Μέρκελ στο Βερολίνο να είναι άκρως ενοχλητικές. Αλλά και με το μέτωπο που άνοιξε στο εσωτερικό, μετά το «άδειασμα» της Μαρτίν Ομπρί. Φυσικά, θα τη βρει μπροστά του. Και τότε, θα είναι αργά.