Η συνεχιζόμενη συζήτηση σχετικά με την τρομοκρατία, την απόδραση Ξηρού, τις άδειες των κρατουμένων, τα πρωτοχρονιάτικα ρεβεγιόν, οι διαφωνίες και δημόσιες κόντρες μεταξύ των υπουργείων Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, οι εξαγγελίες περί νέου νομοθετικού πλαισίου και φυλακές υψίστης ασφαλείας καταδεικνύουν ότι εξακολουθούμε να αγνοούμε την βασικότερη όλων των παραμέτρων: Την ηθική νομιμοποίηση της τρομοκρατίας, όπως αυτή επιτεύχθηκε μέσα από την συνεχή επινόηση νέων «δίκαιων στόχων» - αμερικανικοί στην αρχή, μετά πολιτικοί, επιχειρηματικοί, εκδοτικοί, δικαστικοί, αστυνομικοί και ούτω καθεξής.
Αυτή η ηθική νομιμοποίηση, που απέκτησε και κοινοβουλευτική νομιμοποίηση - θυμίζω οι αντιτρομοκρατικοί νόμοι καταργούνταν ή ψηφίζονταν με οριακό τρόπο - αποτελεί την βασική πηγή του προβλήματος.
Ειδικά δε αυτή την εποχή, η ηθική νομιμοποίηση μπορεί μια χαρά να αποκτήσει όσους «δίκαιους στόχους» θέλει.
Και αυτή η ηθική νομιμοποίηση έχει τόσο πολύ εμποτίσει έως μυελού οστέων σχεδόν τους πάντες, που, όπως αποδείχθηκε, ούτε μέσα στις φυλακές δεν καταβάλλεται προσπάθεια να διακριβωθεί αν οι κρατούμενοι για τρομοκρατικές ενέργειες έχουν μεταβάλει γνώμη, έχουν μετανοήσει για τις πράξεις τους, έχουν συνειδητοποιήσει ότι οι πολιτικές αλλαγές δεν έρχονται με δολοφονίες ανθρώπων.
Θεωρούν δηλαδή ότι οι κρατούμενοι για τρομοκρατικές ενέργειες είναι όπως οι κρατούμενοι για ανθρωποκτονία εν βρασμώ ψυχής.
Έτσι, όπως αποδείχθηκε, οι άδειες δίδονται με βάση την καλή διαγωγή και χωρίς να συνεκτιμώνται άλλα στοιχεία – μεταξύ των οποίων και η «ένοπλη προπαγάνδα».
Οπότε, μπορεί κάποιος που σκότωσε εν βρασμώ ψυχής να μην δείχνει καλή διαγωγή και να μην λαμβάνει καμιά άδεια, ενώ κάποιος που σκότωσε εν ψυχρώ να επιδεικνύει καλή διαγωγή (χωρίς να παραιτείται της άποψης ότι οι ενέργειές του είχαν πολιτικό και ιδεολογικό υπόβαθρο) και να λαμβάνει όσες άδειες θέλει.
Αυτό δηλαδή που στην ουσία αποδείχθηκε είναι πως οι αρμόδιοι να κρίνουν δεν είναι σε θέση να ξεχωρίσουν έναν ποινικό κρατούμενο, από έναν κρατούμενο που θεώρησε (και ενδεχομένως να εξακολουθεί να θεωρεί) ότι ο φόνος είναι «πολιτική στάση».
Προφανώς αυτό δεν αντιμετωπίζεται ούτε με νέους νόμους περί αδειών, ούτε με φυλακές υψίστης ασφαλείας.
Αντιμετωπίζεται με συστηματική εκπαίδευση όλων των εμπλεκομένων στο φαινόμενο της τρομοκρατίας – και αυτό πρέπει να περιλαμβάνεται στο νέο νομοθετικό πλαίσιο.
Το 1981 με το περίφημο «Δόγμα Μιτεράν» (που καταργήθηκε το 2002) - τότε που οι φυγάδες από την Ιταλία δεν εκδίδονταν, αν προηγουμένως δήλωναν ότι δεν επρόκειτο να αναπτύξουν «καμιά πολιτική δραστηριότητα» - η Γαλλία εξασφάλισε με αυτόν τον ιδιότυπο τρόπο την ηρεμία της.
Με την προειδοποίηση πως όποιος τολμούσε «να προδώσει την εμπιστοσύνη της Γαλλίας» θα ετιμωρείτο παραδειγματικά.
Το 1985, σε μια ομιλία του, ο Φρανσουά Μιτεράν είχε πει πως «είναι ευκολότερο να μπεις στην τρομοκρατία από το να βγεις».
Ούτε αυτό δεν διδάσκονται όσοι λαμβάνουν τις αποφάσεις;