Τετάρτη 8 Μαΐου 2013

Ξεδόντιασμα της Χρυσής Αυγής με όπλο τους νόμους και τον Κανονισμό της Βουλής


Γράφει η Σοφία Βούλτεψη
Οι διάλογοι που ακολουθούν είναι αυθεντικοί και ενδεικτικοί, αφού διεξάγονται πλέον καθημερινά. 

Διάλογος πρώτος (μέσα σε ένα ταξί): 

Οδηγός: «Κανονίστε να πάμε από την Αριστερά στη Χρυσή Αυγή». 

Επιβάτης: «Και τι θα πετύχετε;» 

Οδηγός: «Τίποτε». 

Επιβάτης: «Οπότε, γιατί να το κάνετε;» 

Οδηγός: «Έτσι, από αντίδραση, για να τιμωρήσω» 

Επιβάτης: «Ποιους;» 

Οδηγός: «Τους πολιτικούς» 

Επιβάτης: «Και πώς θα τους τιμωρήσετε, δηλαδή; Τι θα πάθουν;» 

Οδηγός: «Τίποτα» 

Επιβάτης: «Πάλι τίποτα; Εσείς δεν θα πετύχετε τίποτα και αυτοί δεν θα πάθουν τίποτα; Μήπως θα πάθετε κάτι εσείς τελικά; Μήπως θα τιμωρήσετε τον εαυτό σας;» 

Οδηγός: «Δίκιο έχετε». 

Επιβάτης: «Αλλά;» 

Οδηγός: «Αλλά, έτσι»! 

Διάλογος δεύτερος (μέσα σε ένα σούπερ-μάρκετ»: 

-Νέα Δημοκρατία είμαι, αλλά θα με κάνετε να ψηφίσω Χρυσή Αυγή. 

-Και τι θα καταφέρετε; 

-Τίποτε! Έτσι, από αντίδραση! 

-Ναι, αλλά τι θα πετύχετε; 

-Τίποτε! Θα βγάλω τα απωθημένα μου! 

-Και μετά; 

-Τίποτα! Θα έχω εκτονωθεί! 

Πάνω σε κάτι τέτοιους διαλόγους στηρίζεται η ευρέως διαδομένη – και τελικά αθωωτική για την Χρυσή Αυγή και όλους όσοι την είδαν ως… life style και την ανέχονται ως σημείο των καιρών – άποψη πως όλοι όσοι ψηφίζουν κάτι νταήδες με τατουάζ και κουρεμένα κεφάλια δεν είναι ναζί. 

Το κάνουν από αντίδραση, μάθαμε να λέμε όλοι εν χορώ – και επομένως, δεν τρέχει και τίποτε. 

Και τρέξαμε να βάλουμε το κεφάλι όσο πιο βαθιά μέσα στην άμμο μπορούσαμε. 

Αλλά από πότε η «αντίδραση», η «εκτόνωση», η (δήθεν) «τιμωρία», αποτελεί πολιτική πράξη; 

Πόσο βέβαιο είναι πως αυτός που ψηφίζει για να εκτονωθεί, να βγάλει τα απωθημένα του, να τιμωρήσει, σέβεται την ιερότητα της ψήφου του; 

Ως πότε αυτός που απαντά με ένα «τίποτα» - δηλαδή γνωρίζει ότι τελικά η πράξη του δεν θα έχει καμιά συνέπεια γι’ αυτούς που υποτίθεται ότι θέλει να τιμωρήσει και αγνοεί ή αδιαφορεί για τις συνέπειες που ο ίδιος θα υποστεί αυτοτιμωρούμενος – μπορεί να αντιμετωπίζεται ως μέρος ενός ναζιστικού φολκλόρ; 

Κάθε τόσο οι της Χρυσής Αυγής τσαμπουνάνε πως ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζεται ο κομματικός βραχίονας της μισαλλόδοξης οργάνωσής τους αποτελεί προσβολή για τους χιλιάδες Έλληνες που τους ψήφισαν – ου μην αλλά και για τους ακόμη περισσότερους που, όπως λένε, θα τους προτιμήσουν στο μέλλον. 

Θέλουν δηλαδή να μας πουν πως όλοι αυτοί που δηλώνουν «τίποτα», είναι συνειδητοί ψηφοφόροι τους και δεν πρέπει να τους προσβάλουμε. 

Από την άλλη πλευρά, έχουμε εκείνους που υποστηρίζουν (παίζοντας ουσιαστικά το παιχνίδι της Χρυσής Αυγής) πως «η Δημοκρατία τους χωράει όλους» και «πρέπει να ακούγονται όλες οι απόψεις» και «ό,τι απαγορεύεις, γιγαντώνεται». 

Με τη διαφορά ότι η Δημοκρατία δεν χωράει αυτούς που την αρνούνται, ενώ όλα αυτά τα περί «όλων των απόψεων» αθωώνουν τον ρατσισμό, τον φασισμό, τον ναζισμό και τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. 

Στο σημείο αυτό κονταροχτυπιούνται δύο απόψεις: 

Η υπέρ του να βρεθεί τρόπος (συνταγματικής) απαγόρευσης άποψη, σύμφωνα με την οποία αυτοί που βλέπουν την ψήφο τους ως εκτόνωση, καλό είναι να μην βρίσκουν την Χρυσή Αυγή (ή οποιοδήποτε ανάλογο κόμμα) στα ψηφοδέλτια, ώστε να αναζητήσουν εκτόνωση αλλού, και πάντως μακριά από την κάλπη. 

Όπως λένε οι υποστηρικτές αυτής της άποψης, αν στα Καλάβρυτα, στο Δίστομο και στο Κομμένο δεν έβρισκαν τα ψηφοδέλτια της Χρυσής Αυγής – αφού δεν καταλαβαίνουν από μόνοι τους – πώς θα την ψήφιζαν; 

Αν ο Κατίδης δεν τους είχε δει να χαιρετούν φασιστικά –ή τους είχε δει να συλλαμβάνονται την ώρα του ναζιστικού χαιρετισμού - πώς θα ύψωνε κι’ αυτός το (γεμάτο τατουάζ) χεράκι του; 

Αν η Χρυσή Αυγή δεν διέθετε κοινοβουλευτικό μανδύα – και οι νταήδες της… κοινοβουλευτικές άδειες οπλοφορίας -  αν για κάθε αδίκημα ή βιαιοπραγία τους οδηγούνταν στο αυτόφωρο, δεν θα εκφυλίζονταν στο άψε-σβήσε; 

Είναι αδύναμη η Δημοκρατία να επιβάλει το νόμο και να πράττει τα δέοντα εναντίον όσων δεν σέβονται τους νόμους της; 

Και εδώ ερχόμαστε στη δεύτερη άποψη (πολύ πιο αποτελεσματική από την πρώτη): 

Αυστηρή εφαρμογή των νόμων και του Κανονισμού της Βουλής (ο οποίος χρειάζεται και νέα – προς το αυστηρότερο – τροποποίηση). 

Με τον τρόπο αυτό, δεν στοχεύεις ένα κόμμα (που μπορεί να αλλάξει όνομα, να αλλάξει περιεχόμενο στις διακηρύξεις του για να φαντάζει πιο συμβατικό, ουσιαστικά κοροϊδεύοντας αυτούς που νομοθετούν και αυτούς που καλούνται να εφαρμόζουν τους νόμους), αλλά πρόσωπα που παρανομούν και βιαιοπραγούν και εκφράζουν ρατσιστικές και φασιστικές απόψεις. 

Δεν θα τιμωρείται δηλαδή ένα κόμμα (που μπορεί να μεταλλάσσεται), αλλά ο πέλεκυς της Δικαιοσύνης θα πέφτει βαρύς πάνω σε συγκεκριμένα πρόσωπα που παρανομούν. 

Θα γνωρίζουν δηλαδή όλοι αυτοί πως όταν παρανομούν ή επιδεικνύουν (λόγω και έργω) αντικοινοβουλευτική συμπεριφορά, θα βρίσκονται αμέσως εκτός κοινοβουλίου, χωρίς ασυλία και θα οδηγούνται στο κρατητήριο και στο εδώλιο του κατηγορουμένου. 

Προς αυτήν την κατεύθυνση κινείται ο υπό κατάθεση νόμος, που αν εφαρμοστεί αυστηρά, όλοι αυτοί οι νταήδες θα φροντίζουν (αν δεν θέλουν να βρεθούν εκτός Βουλής) να αποφεύγουν κηρύγματα μίσους και επαίνους προς την μεταξική δικτατορία και διαλέξεις περί συμβόλων και μαιάνδρων για να εξηγήσουν την προέλευση της σβάστικας και αιμοδοσίες «από Έλληνες για Έλληνες» και διανομές τροφίμων σε απόρους που προσέρχονται με την ταυτότητα στο χέρι. 

Οπότε, είτε δεν θα είναι πια ο εαυτός τους, είτε θα βρίσκονται εκτός κοινοβουλίου. 

Και οπωσδήποτε θα συλλαμβάνονται όταν παρανομούν – είτε εντός, είτε εκτός κοινοβουλίου. 

Θα ξεδοντιαστούν χωρίς καμιά απαγόρευση. Μόνο με την εφαρμογή των νόμων και του Κανονισμού της Βουλής. 

Τα νταηλίκια της Χρυσής Αυγής πρέπει να αντιμετωπιστούν τώρα. 

Δεν έχουμε τον χρόνο να περιμένουμε την επόμενη αναθεωρητική Βουλή και την επόμενη συνταγματική αναθεώρηση. 

Όχι μόνο επειδή γι’ αυτήν την επόμενη Βουλή θα ψηφίσουν και αυτοί που δίνουν την ψήφο τους για το «τίποτα». 

Αλλά κυρίως επειδή μέχρι τότε η Χρυσή Αυγή θα κάνει το παν για να γιγαντωθεί δια της επιβολής του νόμου της ζούγκλας.