Της Ζέζας Ζήκου
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
«Το ΔΝΤ είναι έτοιμο να βοηθήσει την Ισπανία με πολλούς και διάφορους τρόπους, όπως εποπτεύοντας τις μεταρρυθμίσεις που θα έχει συμφωνήσει με τους Ευρωπαίους εταίρους χωρίς τη χρηματοδότηση του Ταμείου, αλλά θα μπορούσαμε να διαδραματίσουμε ρόλο και στη χρηματοδότηση».
Ομως, ο εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης διέψευσε ότι το Βερολίνο πιέζει τη Μαδρίτη να καθυστερήσει το αίτημά της, τονίζοντας πως «κάθε χώρα αποφασίζει για τον εαυτό της. Η Γερμανία δεν πιέζει προς καμία κατεύθυνση». Στο μεταξύ, τα έσοδα της Ισπανίας από τη φορολογία επιχειρήσεων έχουν περιοριστεί κατά τα 2/3 από τα προ κρίσης επίπεδα καθώς καταρρέουν μικρές επιχειρήσεις, ενώ όλο και περισσότερες μεγάλες μεταφέρονται στο εξωτερικό για να αυξήσουν την κερδοφορία τους.
Η Ισπανία καλεί απεγνωσμένα τράπεζες, ασφαλιστικά Ταμεία και άλλους θεσμικούς επενδυτές να αναλάβουν τον έλεγχο της λεγόμενης «κακής τράπεζας» της Ισπανίας που θα απορροφήσει τα προβληματικά στοιχεία ενεργητικού στεγαστικών τραπεζών. Για τον σκοπό αυτό ο υπουργός Οικονομίας, Λουίς ντε Γκίντος, συναντήθηκε με επενδυτές στο Λονδίνο. Η ισπανική κυβέρνηση ευελπιστεί πως οι επενδυτές του ιδιωτικού τομέα θα αναλάβουν τουλάχιστον το 50% της κακής τράπεζας, που αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία στις αρχές Δεκεμβρίου και να απορροφήσει όσα ακίνητα έχουν βγει σε πλειστηριασμό αλλά και τις επισφαλείς πιστώσεις προς εργολάβους. Η δημιουργία της αποτελεί προϋπόθεση για την εκταμίευση των 100 δισ. ευρώ της ευρωπαϊκής βοήθειας που έχουν δεσμευθεί για την Ισπανία και τη στήριξη των προβληματικών τραπεζών της.
Το τραπεζικό κραχ στην Ισπανία παρασύρει στην καταστροφή όχι μόνο την ίδια τη χώρα, αλλά οι διαλυτικές συνέπειες απειλούν το τραπεζικό σύστημα της Ευρωζώνης. Ομολογουμένως το τραπεζικό κραχ ήταν αναπόφευκτο από τη στιγμή που οι cajas εξελίχθηκαν σε «μεγάλο επενδυτικό ναρκοπέδιο».
Οι cajas -τράπεζες τύπου στεγαστικών ταμιευτηρίων και διάσπαρτες ανά την επικράτεια- ελέγχονταν από διοικητικούς ή εκκλησιαστικούς παράγοντες των περιφερειών στην Ισπανία και δεν ήταν εισηγμένες στο χρηματιστήριο. Οι cajas είχαν χορηγήσει το ήμισυ των στεγαστικών δανείων στην αγορά ακινήτων της Ισπανίας, η κατάρρευση της οποίας αποτέλεσε την απαρχή της οικονομικής κρίσης στη χώρα. Η πρώην κυβέρνηση Θαπατέρο είχε προχωρήσει σε ριζική αναδιάρθρωση της λειτουργίας τους και από τις 45 cajas, είχαν απομείνει μόνον 15 μέσω συγχωνεύσεων. Δύο cajas, οι Caja Castilla και La Mancha Caja Sur, περιήλθαν στον έλεγχο του κράτους. Η τέταρτη μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας, η Bankia, που κατέρρευσε, αποτελεί τη συγχώνευση επτά cajas. Η κυβέρνηση αναγκάστηκε να την κρατικοποιήσει για να μην καταρρεύσουν και τα ασφαλιστικά ταμεία που της εμπιστεύθηκαν τις καταθέσεις τους, ωστόσο αναζητά ευρωπαϊκή βοήθεια για τα 19 δισ. ευρώ της ανακεφαλαιοποίησής της, για να μην επιβαρύνει κι άλλο τον προϋπολογισμό. Ηταν ήδη πολύ αργά καθώς έχει μολυνθεί ολόκληρο το τραπεζικό σύστημα.
Η τελευταία προσπάθεια του προβληματικού μέλους της Ευρωζώνης να εμπνεύσει εμπιστοσύνη για το τραπεζικό του σύστημα υποτίθεται πως θα ήταν και η τελική. Η Μαδρίτη αναμενόταν να διοχετεύσει αρκετά κεφάλαια στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματά της για να καθησυχάσει τους φόβους των αγορών. Ομως, οι ρόδινες προσδοκίες που δημιούργησε η ισπανική κυβέρνηση παραμένουν πολύ κοντά στις ονειροπολήσεις.
Ισως η αντίδραση αυτή μοιάζει αλλόκοτη σε ένα τεστ κοπώσεως που εντοπίζει «τρύπα» 59 δισ. ευρώ στους ισολογισμούς των ισπανικών τραπεζών. Η Popular, που είναι μια μεγάλη ιδιωτική τράπεζα και όχι απλώς μια παραπαίουσα caja, είναι τώρα υποχρεωμένη να βρει κεφάλαια μεγαλύτερα των 3 δισ. ευρώ - ένα ποσό που προσεγγίζει την κεφαλαιοποίησή της. Και η υπόθεση του τεστ κοπώσεως περί σωρευτικής συρρίκνωσης του ισπανικού ΑΕΠ κατά 6,2% το διάστημα 2012-13 είναι υπερδιπλάσια σε σχέση με τις σημερινές προβλέψεις για την οικονομία.
Ωστόσο, οι μισές από τις 14 τράπεζες που υπέστησαν το τεστ εξήλθαν αλώβητες της δοκιμασίας, χωρίς να απαιτηθεί από αυτές καμιά αύξηση κεφαλαιακής επάρκειας. Ο βασικός λόγος είναι πως η Ισπανία πιστεύει ότι οι τράπεζές της μπορούν να καταγράψουν κέρδη της τάξης των 59 δισ. ευρώ μέσα στην ερχόμενη τριετία. Ομως, για να διαρραγεί ο φαύλος κύκλος ανάμεσα στις τράπεζες και τα προβληματικά κρατικά ομόλογα, θα ήταν καλύτερα μια πραγματικά συντηρητική προσέγγιση.