Η προχθεσινή συνάντηση του Αντώνη Σαμαρά με τον Γερμανό υπουργό Εξωτερικών και πρώην αντικαγκελάριο Γκίντο Βεστερβέλε, είχε βαθιά πολιτική σημασία. Στο παρασκήνιο της συνάντησης των δυο ανδρών, ο Γκίντο Βεστερβέλε αντιμετώπισε τον Πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας ως τον επόμενο πρωθυπουργό της Ελλάδας.
Ήρθε έτσι να επιβεβαιώσει το κλίμα που επικρατεί το τελευταίο διάστημα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και ειδικότερα το Βερολίνο, το οποίο φυσικά αποτελεί την πολιτική και οικονομική καρδιά της ηπείρου, και δείχνει να θεωρεί δεδομένη την πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα.
Η Γερμανία προσεγγίζει ως αυτονόητη την αναρρίχηση του Αντώνη Σαμαρά στον πρωθυπουργικό θώκο. Από τη στιγμή μάλιστα που πρόκειται για κεντροδεξιό πολιτικό, με ερείσματα στις τάξεις του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, η πολιτική επικοινωνία μαζί του, φαντάζει περισσότερο εύκολη και λειτουργική.
Η αλλαγή στάσης της Άνγκελα Μέρκελ και της γερμανικής κυβέρνησης είναι ορατή και σε σχέση με το παρελθόν. Τότε που το CDU ασκούσε πιέσεις στον Αντώνη Σαμαρά, στο πλαίσιο των συνεδριάσεων του ΕΛΚ, στην κατεύθυνση της υποστήριξης του Μνημονίου.
Σήμερα ωστόσο, με τις φωνές αμφισβήτησης της αποτελεσματικότητας της πολιτικής που ασκείται στην Ελλάδα, να έχουν φτάσει μέχρι τη Γερμανία, οι θέσεις του Αντώνη Σαμαρά προσεγγίζονται διαφορετικά. Ακούγονται περισσότερο, και με μεγαλύτερη προσοχή.
Η Γερμανία άλλωστε κατανοεί ότι μετά τις προσεχείς βουλευτικές εκλογές στην Ελλάδα, ο Αντώνης Σαμαράς θα είναι ο επίσημος συνομιλητής για λογαριασμό της χώρας, από τη θέση του πρωθυπουργού.