Περιβαλλόμαστε από σύμβολα και σήματα που κατανοούμε ενστικτωδώς, αν και σπανίως αναρωτιόμαστε από πού και πώς έχουν προέλθει στις ζωές μας.
Φαίνεται πως τα αντιλαμβανόμαστε ως αιώνιες παραστάσεις που παραμένουν αναλλοίωτες στον χρόνο, αν και μια μικρή έρευνα αποδεικνύει το ακριβώς αντίθετο.
Τα σύμβολα του κόσμου μας έχουν πλούσια ιστορία και προϊστορία και παρά το γεγονός ότι σήμερα τα θεωρούμε καθιερωμένα, δεν ήταν πάντοτε έτσι.
Στην πραγματικότητα, αποτελούν μια πολύ μπερδεμένη ιστορία…
Η καρδιά
Η καρδιά ως σύμβολο έχει βρεθεί ακόμα και στις παλαιολιθικές απεικονίσεις του Κρο Μανιόν από την τελευταία εποχή των παγετώνων, αν και πιθανότατα δεν είχε τότε την ίδια σημασία. Ήταν στον Μεσαίωνα που απέκτησε τον συμβολισμό με τον οποίο την αναγνωρίζει σήμερα ολάκερη η Δύση χωρίς δεύτερη ματιά. Μια πρώιμη χρήση της καρδιάς ως συμβόλου αγάπης και έρωτα προέρχεται από ένα φυτό της Βόρειας Αφρικής, ο μίσχος του οποίου είχε παρόμοιο σχήμα, και είχε γίνει κατά την αρχαιότητα δημοφιλής μέθοδος αντισύλληψης. Η αρχαία Κυρήνη είχε μάλιστα την παράσταση του φυτού σε σχήμα καρδιάς πάνω στα νομίσματά της, κάτι που βοήθησε ενδεχομένως στη σύνδεση του συμβόλου με τον έρωτα και το σεξ.
Μια σαφώς ασφαλέστερη αντίληψη για την καταγωγή του είναι η θεϊκή προέλευση του συμβόλου, καθώς η Ιερή Καρδιά του καθολικισμού αντιπροσώπευε τη θυσία του Ιησού Χριστού και παρουσιαζόταν συνήθως ματωμένη. Η Καθολική Εκκλησία διδάσκει ότι το σύμβολο παρουσιάστηκε σε όραμα της Αγίας Μαργαρίτας κατά τον 17ο αιώνα περιβαλλόμενο από αγκάθια. Οι ιστορικοί ξέρουν ωστόσο ότι η Ιερή Καρδιά ήταν γνωστή ήδη από τις αρχές του 1600.
Άλλοι πάλι θεωρούν πως το σύμβολο της καρδιάς προέρχεται ευθέως από το σχήμα της ανθρώπινης καρδιάς, την ίδια ώρα που η καρδιά μας θεωρούνταν διαχρονικά το κέντρο των συναισθημάτων και των παθών. Όποια κι αν είναι η προϊστορία της, η καρδιά χρησιμοποιήθηκε ευρέως τον Μεσαίωνα ως σύμβολο αγάπης στους πίνακες τέχνης και την υπόλοιπη εικονογραφία. Όταν μάλιστα αναδύθηκε η γιορτή των ερωτευμένων του Αγίου Βαλεντίνου στην Αγγλία του 17ου αιώνα, το σύμβολο καθιερώθηκε με την τρέχουσα σημασία του…
Τα σύμβολα αρσενικού/θηλυκού
Η καθιερωμένη εξήγηση για τη διπλή σήμανση του φύλου είναι ότι προέρχεται από την ελληνική μυθολογία και ειδικότερα από την ασπίδα του Άρη και τον καθρέφτη της Αφροδίτης, αντίστοιχα, αντικείμενα που συνήθιζαν άλλοτε να συνδέονται με τον ανδρισμό και τη θηλυκότητα. Αν και δεν υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι τα σύγχρονα σύμβολα πηγάζουν ευθέως από τις αρχαιοελληνικές παραστάσεις, πόσο μάλλον που η όλη ιστορία είναι αρκούντως πιο περίπλοκη.
Στην αρχαία αστρολογία και κατόπιν την αλχημεία, τα ουράνια αντικείμενα συνδέονταν συνήθως με γήινα μέταλλα: ο ήλιος, το φεγγάρι, ο Άρης, ο Ερμής, η Αφροδίτη, ο Δίας και ο Κρόνος αντιστοιχούσαν στον χρυσό, το ασήμι, τον σίδηρο, τον υδράργυρο, τον χαλκό, τον κασσίτερο και τον μόλυβδο, αντίστοιχα. Έτσι τα έμαθε και ο βοτανολόγος του 18ου αιώνα Κάρολος Λινναίος, που έζησε πριν από την εποχή του σύγχρονου χημικού χάρτη με τον συμβολισμό γραμμάτων και αριθμών, κι έτσι ήταν κι αυτός υποχρεωμένος να χρησιμοποιεί λίγο πολύ τον μεσαιωνικό συμβολισμό των αλχημιστών.
Ο Λινναίος εφάρμοσε τις χημικές συντομογραφίες στο δικό του ταξινομητικό σύστημα (1751) για τα φυτά και τα ζώα, δανειζόμενος τα παλιά αστρονομικά σύμβολα για τους πλανήτες ώστε να αντιπροσωπεύουν τώρα είδη φυτών αλλά και τρόπους γονιμοποίησης. Σύντομα η διωνυμική ονοματολογία του Λινναίου θα έβρισκε γενικευμένη απήχηση, καθώς ήταν ευκολότερα τώρα να θυμηθείς τα στοιχεία της ταξινόμησής του. Όσο για τα σύμβολα, ο Λινναίος τα βάσισε στις παραδοσιακές αναπαραστάσεις των αρχαίων: το θηλυκό προέκυπτε από τον φώσφορο, το στοιχείο που είχε συνδεθεί αλλά και τον πλανήτη Αφροδίτη, ενώ το αρσενικό πήγαζε από τον Θούρο, τον πλανήτη Άρη.
Ο αστερίσκος
Σήμερα μπορεί να έχει την τιμητική του, άλλοτε όμως ο αστερίσκος ήταν ένα σχετικά σπάνιο σύμβολο που το συναντούσες στις υποσημειώσεις των σελίδων, παραπέμποντας στην ευρωπαϊκή τυπογραφία σε ημερομηνίες γέννησης και θανάτου. Οι πηγές αναφέρουν εδώ ότι τον αστερίσκο τον συναντά κανείς ακόμα και 5.000 χρόνια πριν, στην αρχαία Σουμερία, και σήμαινε «ουράνιος» και «θεότητα, αν και αυτό είναι μια άποψη που δεν τυγχάνει ευρύτερης αποδοχής.
Πιο αξιόπιστες μαρτυρίες συνδέουν τον αστερίσκο με τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας και τις περιπέτειες των ομηρικών επών από τον Πεισίστρατο. Ο μεγάλος βιβλιοθηκονόμος της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας, Ζηνόδοτος ο Εφέσιος, αποφάσισε να καθαρίσει κάποια στιγμή τα ομηρικά έπη από τις προσμείξεις στίχων και τις παραποιήσεις που ενείχε η εκδοτική παραγγελία του Πεισίστρατου («Αττικό Χειρόγραφο»), ώστε να έρθουν κοντύτερα στο πρωτότυπο κείμενο του Ομήρου που ακολουθούσαν άλλοτε πιστά οι ραψωδοί. Στη «Διόρθωση» και το «Γλωσσάριο» της Ιλιάδας και της Οδύσσειας που έγραψε ο Ζηνόδοτος, ο πρώτος μεγάλος φιλόλογος που ξεπήδησε από το Μουσείο, όλοι οι πλαστοί ομηρικοί στίχοι ήταν σηματοδοτημένοι στο περιθώριο με έναν αστερίσκο!
Αν και η γενίκευση της χρήσης του συμβόλου δεν θα ερχόταν πριν από τον Αρίσταρχο από τη Σαμοθράκη, τον μεγαλύτερο φιλόλογο και βιβλιοθηκάριο της εποχής του, ο οποίος επιμελήθηκε κριτικά τη δουλειά του Ζηνόδοτου, γι’ αυτό και κατέληξε σε έναν σωρό νέους συμβολισμούς. Η λέξη «αστερίσκος» ήταν μάλιστα δικής του έμπνευσης, την οποία συνέχισε να χρησιμοποιεί ως σηματοδότη για πλαστούς ή λανθασμένους ομηρικούς στίχους. Το σύμβολο θα γενικευτεί τελικά από τους πρωτοχριστιανούς, όπως ο Ωριγένης Αδαμάντιος, ο οποίος χρησιμοποίησε διάφορες παραλλαγές του αστερίσκου στην προσπάθειά του να συμφιλιώσει την εβραϊκή Παλαιά Διαθήκη με την πρώτη ελληνική της μετάφραση. Και ήταν τελικά η χριστιανική γραμματολογία που θα μας χάριζε πάμπολλες μεταλλαγές χρήσεων του αστερίσκου, καθώς το ακριβές νόημά του εξελίχθηκε πολύ στο διάβα του ιστορικού χρόνου…
Το σύμβολο της ραδιενέργειας
Σήμερα το αναγνωρίζουμε παγκοσμίως και με την πρώτη, αν και εδώ μιλάμε για σήμα εργαστηρίου: ήταν το 1946 όταν συνελήφθη στο μυαλό μιας ομάδας επιστημόνων που εργάζονταν στο εργαστήριο ακτινοβολίας του Πανεπιστήμιου Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνια. Ο επικεφαλής της ομάδας, Νελς Γκάρντεν, είπε κάποια στιγμή: «Ένας καλός αριθμός ατόμων στην ομάδα μας ενδιαφέρθηκε να προτείνει διάφορα μοτίβα και αυτό που προκάλεσε το μεγαλύτερο ενδιαφέρον ήταν ένα σχέδιο που αντιπροσωπεύει υποτίθεται τη ραδιενεργή δραστηριότητα του ατόμου». Οι πραγματικοί λόγοι που προκρίθηκε τελικά το εν λόγω σύμβολο δεν έγιναν ποτέ γνωστοί.
Η θεωρία λέει ότι αν αντιπροσωπεύει ένα άτομο, τότε ο κεντρικός κύκλος απεικονίζει την πηγή της ακτινοβολίας και οι τρεις λεπίδες αφορούν στα τρία είδη ακτινοβολίας (άλφα, βήτα και γάμμα). Το σύμβολο μπορεί να έχει προέλθει από σήμανση σε μια αποβάθρα του Ναυτικού κοντά στο Μπέρκλεϊ, που χρησιμοποιούνταν για να προειδοποιεί τους λουόμενους για τις περιστρεφόμενες προπέλες, ή να αποτελεί προσαρμογή παλιότερου (πριν από το 1947) συμβολισμού για την ακτινοβολία (μια κόκκινη τελεία με λευκούς κεραυνούς). Οι πρώτες μάλιστα εκδοχές του σχήματος ήταν τυπωμένες σε ματζέντα πάνω σε μπλε φόντο, μιας και ο Γκάρντεν ήθελε κάτι ιδιαίτερο για το σύμβολό του, κάτι που να «είναι χαρακτηριστικό και να μην έρχεται σε αντίθεση με τις χρωματικές κωδικοποιήσεις που έχουμε συνηθίσει». Ο Γκάρντεν επέμενε για το μπλε φόντο, αν και οι συνάδελφοί του πίεζαν για κίτρινο. Κι έτσι το 1948 ξεκίνησαν τα πειράματα ώστε να καθοριστεί ο ιδανικός χρωματικός συνδυασμός. Προκρίθηκε η ματζέντα πάνω σε κίτρινο φόντο, αν και σήμερα είναι δεκτός και ο ευρύτερα γνωστός συνδυασμός μαύρο σύμβολο πάνω σε κίτρινο φόντο…
Το σήμα του «Stop»
Φανταστείτε τις πρώτες μέρες της αυτοκινητοβιομηχανίας, όταν η πενιχρή σήμανση προκαλούσε κυκλοφοριακό κομφούζιο στους δρόμους, καθώς άλογα, ποδήλατα και μηχανοκίνητα κάρα έπρεπε να συντονιστούν. Πράγμα καθόλου εύκολο κι έτσι ήταν το 1915 στο Ντιτρόιτ, τη μητρόπολη της αμερικανικής αυτοκινητοβιομηχανίας, όταν εμφανίστηκε η πρώτη πινακίδα «Stop», την ίδια μάλιστα χρονιά που έκανε το ντεμπούτο του και το πρώτο ηλεκτρικό φανάρι κυκλοφορίας στο Κλίβελαντ. Το πρώτο εκείνο «Stop» ήταν ένα κομμάτι μετάλλου διαστάσεων 0,6 τετραγωνικών μέτρων με απλά μαύρα γράμματα πάνω σε λευκό φόντο.
Το 1923 η αρμόδια υπηρεσία αυτοκινητοδρόμων της πολιτείας του Μίσιγκαν ανέπτυξε μια σειρά κατευθυντήριων γραμμών για την οδική σήμανση βασισμένη στους διαφορετικούς βαθμούς επικινδυνότητας. Η λογική ήταν ότι όσες πιο πολλές πλευρές είχε ένα σήμα, τόσο μεγαλύτερο κίνδυνο αντιπροσώπευε. Ο κύκλος, ως το πιο επικίνδυνο σχήμα, χρησιμοποιήθηκε στις διασταυρώσεις με τις σιδηροδρομικές γραμμές και το οκτάγωνο προκρίθηκε ως ο δεύτερος βαθμός επικινδυνότητας. Το σχήμα του διαμαντιού επιστρατεύτηκε για προειδοποιητικές πινακίδες και τα ορθογώνια σήματα λειτουργούσαν τώρα για καθαρά πληροφοριακούς σκοπούς. Ο συμβολισμός προήλθε από ομάδα μηχανικών και παραήταν αναλυτικός, είναι η αλήθεια.
Τα πρώτα οκτάγωνα «Stop» συνέχισαν να έχουν λευκό φόντο, το οποίο άλλαξε κάποια στιγμή σε κίτρινο. Το 1935 ορίστηκε επακριβώς ως οκτάγωνο διαστάσεων 0,6 τετραγωνικών μέτρων με κίτρινο φόντο και κόκκινα ή μαύρα γράμματα. Στην αναθεώρηση του ΚΟΚ των ΗΠΑ το 1954, το κόκκινο χρώμα επιλέχθηκε τελικά, καθώς πλέον η βιομηχανία ήταν σε θέση να παράγει κόκκινα υλικά με υψηλές ανακλαστικές ιδιότητες. Από το 1978, το «Stop» ήταν καθορισμένο με τον τρόπο που το ξέρουμε σήμερα…
Πηγή: news.gr