Πέμπτη 17 Ιανουαρίου 2013

Περιουσιολόγιο και Φοροδιαφυγή


Του Δημήτρη Πανοζάχου
1. Γενικά 
Η συζήτηση για τη φοροδιαφυγή στη χώρα είναι στο προσκήνιο τουλάχιστον τριάντα χρόνια. Όλες οι προσπάθειες καταπολέμησής της μέχρι σήμερα απέτυχαν. Όλες είχαν τα ίδια χαρακτηριστικά: αύξηση του γραφειοκρατικού ελέγχου, αύξηση δημοσίων υπαλλήλων στις Δ.Ο.Υ, επικοινωνιακή διαχείριση της προσπάθειας.

Η τρέχουσα φορολογική νομοθεσία που έχει τα θεμέλιά της στη δεκαετία του ’50, βασίζεται σε δύο νόμους. Τον ν. 3323/55 περί φορολόγησης φυσικών προσώπων και τον 3843/58 περί φορολόγησης νομικών προσώπων. Όλες οι μετέπειτα νομοθετικές παρεμβάσεις (ΠΔ 129/89 , Ν.2238/94 κλπ) στο μέρος των ελέγχων και της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, δεν επιφέρουν σημαντικές αλλαγές, γι’ αυτό και δεν άλλαξε τίποτα ουσιαστικό τα τελευταία έτη.
Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι οι οικονομικές συναλλαγές είναι τμήμα των κοινωνικών συναλλαγών.  Κανένας νόμος – όσο καλός και να είναι – δεν μπορεί να προβλέψει τις μεταβολές που επέρχονται σε αυτές και συνεπώς να προλάβει τις νέες μεθόδους φοροδιαφυγής. Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει στον κόσμου που ζούμε, τον  τεχνικό τρόπο που θα συναλλάσσονται οι πολίτες στο μέλλον. Κανείς δεν μπορούσε το 1992, όταν συντάχθηκε  ο νυν ΚΒΣ,  να προβλέψει ότι θα πραγματοποιούνται οικονομικές συναλλαγές μέσω του διαδικτύου. Ο νομοθέτης εν προκειμένω  λειτουργεί κατασταλτικά:  εντοπίζονται  οι τρόποι φοροδιαφυγής ή φοροαποφυγής στην πράξη και στη συνέχεια παρεμβαίνει  για την εξάλειψή τους.

Ωστόσο αν πραγματικά θέλουμε να «χτυπήσουμε» τη φοροδιαφυγή, πρέπει να θέσουμε «υπό παρακολούθηση» την περιουσία και τον τρόπο διαβίωσης των φορολογουμένων. Η αύξηση της προσωπικής περιουσίας και η πολυτελής διαβίωση, είναι που επηρεάζονται από την απόκτηση οικονομικής ευμάρειας.


2. Τεκμήρια διαβίωσης
Για την πολυτελή διαβίωση έχουν νομοθετηθεί τα τεκμήρια διαβίωσης. Η ενσωμάτωσή  τους στη φορολογική νομοθεσία το 1977, ήταν κατά τη γνώμη μου και η τελευταία μεγάλη νομοθετική παρέμβαση ενάντια στη φοροδιαφυγή. Σήμερα μπορεί να χρειάζονται προσαρμογή, συμπλήρωση κλπ,  πάντως υπάρχουν και μπορούν  να χρησιμοποιηθούν  ως εργαλείο ελέγχου αδήλωτης  καθημερινής πολυτελούς  διαβίωσης. Επιπλέον η  φημολογούμενη νομοθετική παρέμβαση για δικαιολόγηση όλων των πραγματοποιηθέντων εξόδων από τους φορολογούμενους,  ενισχύει την αποτελεσματικότητά τους  στους φορολογικούς ελέγχους. Είναι λογικό, σε τακτά διαστήματα  να επανεξετάζεται:  το ύψος τους, η μεθοδολογία εφαρμογής κλπ.


3. Δήλωση Συνολικής Περιουσίας
Επειδή στόχος μου είναι σ’ αυτό το άρθρο  να ασχοληθώ με τη «δήλωση περιουσίας» των φορολογουμένων, περιορίζω την περαιτέρω ανάλυση στα τεκμήρια διαβίωσης.

Αυτό λοιπόν που κατά τη  γνώμη μου χρειάζεται σήμερα, είναι η  καταγραφή και ο έλεγχος της συνολικής περιουσίας των φορολογουμένων. Αυτό που συνηθίζουμε τα τελευταία έτη να αποκαλούμε περιουσιολόγιο. Δημιουργία αρχείου συνολικής περιουσίας, κινητής και ακίνητης, στο πλαίσιο της φορολογικής νομοθεσίας.

Ιστορικά δεν είναι η πρώτη φορά που έρχεται  προς συζήτηση. Το   1992 είχε νομοθετηθεί η υποχρεωτική αναγραφή στη  φορολογική δήλωση των καταθέσεων και των μετρητών. Το περιβόητο Ε6. Είναι αλήθεια ότι η τελική νομοθετική μορφή εκείνης  της πρωτοβουλίας, δεν ήταν και η καλύτερη. Δυστυχώς όμως για το σύνολο της κοινωνίας μας, η τελική διατύπωση οφείλεται  και  στις ατελείωτες πιέσεις που δέχθηκε  το Υπουργείο Οικονομικών, να μην προχωρήσει σε υποχρεωτική αναλυτική αναγραφή των τραπεζικών λογαριασμών, γιατί έτσι υποτίθεται ότι θα αίρονταν το τραπεζικό απόρρητο και αυτό θα αποτελούσε αιτία απόσυρσης των καταθέσεων των Ελλήνων από τις τράπεζες.

Ως υποστηρικτής της υποχρεωτικής δήλωσης συνολικής περιουσίας  κάθε φορολογούμενου σημειώνω τα εξής:
- Με τη συμπλήρωση της δήλωσης συνολικής περιουσίας στο εξής δεν θα μπορεί κανείς να χρησιμοποιεί  κανένα περιουσιακό του στοιχείο (ακίνητο και κινητό, διαμέρισμα, αγροτεμάχιο, τραπεζικοί λογαριασμοί , μετοχές, ομόλογα κλπ), αν δεν τα έχει συμπεριλάβει σ’ αυτήν
- Όποιος επιλέξει να μη δηλώσει το σύνολο της περιουσίας του, θα επιλέξει στην πραγματικότητα για όσο διάστημα ζει στην όμορφη πατρίδα μας, να αδρανοποιήσει τα συγκεκριμένα περιουσιακά του στοιχεία. Επιλογή δύσκολη, γιατί αυτός που φοροδιαφεύγει, επιδιώκει να αυξήσει την προσωπική του περιουσία για να βελτιώσει την ποιότητα ζωής του ή  να διάγει  πολυτελώς  σε βάρος των συμπολιτών του καθώς δεν ανταποκρίνεται στις φορολογικές του υποχρεώσεις που συμπεριλαμβάνονται στις υποχρεώσεις κάθε πολίτη αυτής της χώρας. Πιστεύω ότι θα το σκεφτούν πάρα πολύ όσοι είναι να προβούν σε μια τέτοια ενέργεια.
- Οι χώρες ανταλλάσουν πλέον πληροφορίες για τις διακινήσεις κεφαλαίων και αν κάποιος δεν συμπεριλάβει τραπεζικούς λογαριασμούς του εξωτερικού στο περιουσιολόγιό του, θα αντιμετωπίσει δυσκολίες στη χρήση και αυτών των χρημάτων.


4. Πρώτη Απογραφή Περιουσίας και φορολόγηση της διαφοράς  με τις φορολογικές δηλώσεις
Προτείνω με την πρώτη εφαρμογή του περιουσιολογίου, να γίνει αντιπαραβολή της συνολικής περιουσίας, με τα δηλωθέντα φορολογικά εισοδήματα των τελευταίων δέκα (10) ετών, αναγνωρίζοντας παράλληλα τη  δυνατότητα μικρής απόκλισης – πχ. έως 20%, από αυτήν.

Η πρότασή μου για έτη αναφοράς τα τελευταία  10  έτη,  πηγάζει από τη  δυνατότητα του κράτους να προβεί σε άμεσο έλεγχο των δηλώσεων. Όλοι γνωρίζουμε ότι μόνο αυτά τα έτη είναι πλήρως μηχανογραφημένες οι φορολογικές δηλώσεις όλων των φορολογουμένων.

Επειδή όμως μπορεί πράγματι κάποιος φορολογούμενος στα έτη αυτά να μην συμπεριελάμβανε εισοδήματα που δεν ήταν υποχρεωτική η αναγραφή τους, όπως π.χ τόκοι καταθέσεων ή εισαγωγή συναλλάγματος από την περίοδο που διέμενε στο εξωτερικό, η αναγνώριση απόκλισης έως 20% μεταξύ των δηλωθέντων εισοδημάτων της δεκαετίας και της συνολικής περιουσίας δίνει λύση στο πρόβλημα.

Παραμένει όμως το κενό για τους φορολογούμενους που έχοντας οικονομική δηλωμένη ευρωστία προ  της δεκαετίας να βρεθούν αντιμέτωποι με νέες φορολογικές συνέπειες. Για να ξεπεραστεί  και αυτό το πρόβλημα, είναι καλό να δίνεται η δυνατότητα σε όποιον επιθυμεί να προβαίνει σε διευκρινιστική τεκμηριωμένη δήλωση  επικαλούμενος εισοδήματα πέραν της δεκαετίας. Για να μην υπάρξει μάλιστα φόρτος εργασίας στις φορολογικές αρχές, μπορεί να προβλεφθεί η υποχρεωτική υπογραφή αυτών των δηλώσεων από πιστοποιημένους λογιστές,  οι οποίοι θα έχουν και ποινικές ευθύνες για τυχόν ψευδείς δηλώσεις.

Η εφαρμογή του περιουσιολογίου επιτρέπει τεχνικά στην πολιτεία, να εντοπίσει επιτέλους τους φορολογούμενους  που κατά συρροή  φοροδιέφευγαν τα προηγούμενα έτη. Πιθανόν όχι το σύνολο, αλλά σίγουρα την πλειονότητα. Αν κάποιος «ξόδεψε» όλα τα χρήματα τότε είναι δύσκολο να εντοπιστεί και με την απογραφή της περιουσίας. Όσοι όμως απέκτησαν περιουσιακά στοιχεία με αδήλωτα φορολογικά εισοδήματα,  με την απογραφή θα προσδιοριστεί η διαφορά.

Η πρότασή μου είναι να φορολογηθεί η διαφορά μεταξύ των δηλωθέντων εισοδημάτων- με τις προϋποθέσεις που περιέγραψα παραπάνω - και της συνολικής περιουσίας.

Η φορολόγηση μπορεί να γίνει με συντελεστή μεταξύ 10% και 20%. Είναι κοινωνικά άδικο συνεχώς να ανέχεται η πολιτεία, αλλά και η κοινωνία, όσους φοροδιαφεύγουν ή και φοροαποφεύγουν.

Πρέπει από κάπου να ξεκινήσουμε. Ούτε να αποδεχθούμε την φοροδιαφυγή αγόγγυστα, ούτε όμως και να κυνηγούμε «μάγισσες» για έτη ολόκληρα, επιδιώκοντας τη φορολόγηση των εισοδημάτων που διέφυγαν τα προηγούμενα έτη με την ιδανική κλίμακα φορολογίας εισοδήματος. 


5. Πιθανοί κίνδυνοι στην οικονομία
Έχουν εκφραστεί απόψεις ότι μια τέτοια νομοθετική πράξη από μέρους της πολιτείας, μπορεί να οδηγήσει Έλληνες πολίτες να απομακρύνουν τις καταθέσεις τους από τις Ελληνικές Τράπεζες.

Υποστηρίζω ότι ελάχιστοι θα επιδιώξουν κάτι τέτοιο γνωρίζοντας ότι στο εξής θέτουν τα χρήματά τους σε αδράνεια καθώς δεν θα μπορούν να τα χρησιμοποιήσουν για καμιά αγορά περιουσιακού στοιχείου. Επειδή όμως κάποιοι θα το δοκιμάσουν, η πολιτεία μπορεί:
- να τους εντοπίσει μέσω της Τράπεζας της Ελλάδος
- να προβλέψει νομοθετικά ότι τα χρηματικά αυτά ποσά να θεωρηθούν ως «υπάρχοντα» και «μη  δηλωθέντα», με αποτέλεσμα να  συμπεριληφθούν στους υπολογισμούς των αποκλίσεων μεταξύ περιουσιακών στοιχείων και δηλωθέντων εισοδημάτων

Αν αποδεχθούμε ότι δεν έχει νόημα να διακινδυνεύει κανείς να φοροδιαφεύγει αν δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει στην καθημερινότητά του τον πλούτο που αποκτά παράνομα, τότε δεν θα έχει νόημα να μεταφέρει τα χρήματά του στο εξωτερικό, όταν αυτός θα ζει στην όμορφη Ελλάδα μας.

Παραμένοντας το πρόβλημα της φορολόγησης των τόκων  των νομίμων καταθέσεων σε τράπεζες του εξωτερικού, όλες  οι συζητήσεις περί των καταθέσεων στο εξωτερικό επιβεβαιώνουν ότι τα παράνομα χρήματα που έχουν μεταφερθεί εκεί, δεν εκφράζουν σημαντικό ποσοστό επί των καταθέσεων  στις Ελληνικές Τράπεζες. Οι κίνδυνοι δεν είναι μεγάλοι και επιτέλους  πρέπει να αποφασίσουμε πιο είναι μεγαλύτερο πρόβλημα: η διαφυγή κάποιων ποσών από τις Ελληνικές τράπεζες ή η  συνεχής φοροδιαφυγή;


6. Πιθανό αποτέλεσμα της ρύθμισης περί Δήλωσης Συνολικής περιουσίας
Μια τέτοια νομοθετική πράξη αποσκοπεί:
- στην αποκατάσταση της κοινωνικής  δικαιοσύνης,  καθώς  θα επιβληθεί φόρος σε όσους τον απέφυγαν τα προηγούμενα έτη
- στην ενίσχυση των φορολογικών εσόδων του κράτους επιβαρύνοντας αυτούς που πρέπει, εφόσον η φοροδιαφυγή είναι του επιπέδου που την προσδιορίζουν τα τελευταία έτη διάφορες επιστημονικές μελέτες
- στον περιορισμό  λήψης νέων μέτρων στο πλαίσιο του νέου μνημονίου,  καθώς  θα προκύψουν επιπλέον έσοδα από την αποκατάσταση της κοινωνικής δικαιοσύνης
- στη μείωση της γραφειοκρατίας  των οικονομικών υπηρεσιών του κράτους και των επιχειρήσεων, από τη στιγμή που θα υπάρχει άλλος τρόπος ελέγχου διακίνησης των χρημάτων


7. Συνεχή – ετησίως – απογραφή περιουσίας όλων των φορολογουμένων και επίδραση στα φορολογικά έσοδα
Μετά την πρώτη απογραφή, κάθε χρόνο με την ετήσια φορολογική δήλωση, θα υποβάλλεται και νέα απογραφή περιουσίας. Έτσι μαζί  με τη φορολογική εκκαθάριση θα πραγματοποιείται και έλεγχος μεταβολών περιουσίας κάθε φορολογούμενου. Ο έλεγχος μπορεί να πραγματοποιείται αυτόματα μέσω ενός μηχανογραφικού συστήματος. Σε όποιον φορολογούμενο παρουσιάζονται αποκλίσεις, θα καλείται για διευκρινήσεις. Αν δεν μπορεί να τεκμηριώσει τις αποκλίσεις, θα του επιβάλλεται φόρος βάση της φορολογικής κλίμακας προσαυξημένη κατά 20% με 30%. Για την πληρωμή του φόρου θα προβλέπεται και άμεση δέσμευση ανάλογου ποσού από τους τραπεζικούς λογαριασμούς του.


8. Επιπλέον…
Με επαναλαμβανόμενες ετήσιες υποχρεωτικές απογραφές περιουσίας αποκτά το κράτος ένα πρακτικό μέσο ελέγχου  της διαφθοράς, γιατί στο εξής θα αδυνατούν  οι «διεφθαρμένοι» να χρησιμοποιήσουν τα «μαύρα χρήματα», καθώς θα υπάρχει ασυμφωνία με τα δηλωθέντα εισοδήματά τους.

Μέχρι σήμερα η οικονομική ιστορία της χώρας, έδειξε ότι οι φοροφυγάδες  και οι διεφθαρμένοι του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, τα χρήματα που αποκτούσαν τα τοποθετούσαν:
Α) σε τραπεζικούς λογαριασμούς στο εσωτερικό
Β) στην αγορά ακινήτων εκμεταλλευόμενοι τη διαφορά μεταξύ εμπορικής και αντικειμενικής αξίας τους
Γ) σπανιότατα  σε τραπεζικούς λογαριασμούς του εξωτερικού ή τα χρησιμοποιούσαν σε πολυτελή διαβίωση

Μετά την πρώτη απογραφή της συνολικής περιουσίας όλων:
- κάθε τραπεζικός λογαριασμός εσωτερικού θα πρέπει να συμπεριλαμβάνεται στη δήλωση περιουσίας
- στην αγορά ακινήτου η διαφορά αντικειμενικής αξίας και εμπορικής θα παύσει να είναι ανέλεγκτη. Ο  πωλητής (εργολάβος ή ιδιοκτήτης) θα πρέπει να δικαιολογήσει τα επιπλέον χρήματα που θα βρεθούν στον τραπεζικό του λογαριασμό, με συνέπεια να οδηγείται στην επιλογή να δηλώνει το πραγματικό ποσό της συναλλαγής.
- για κάθε μεταφορά χρημάτων στο εξωτερικό θα προηγείται έλεγχος αν έχει συμπεριληφθεί ο τραπεζικός λογαριασμός απ’ όπου κινούνται τα χρήματα στη δήλωση περιουσίας

Στο τέλος η μοναδική επιλογή των φοροφυγάδων, θα είναι η χρησιμοποίηση των χρημάτων  για πολυτελή διαβίωση. Αλλά αυτή  ελέγχεται από τα τεκμήρια διαβίωσης. Μπορεί ο συγκεκριμένος έλεγχος να μην είναι απόλυτος, αλλά ως αντιστάθμισμα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι η αυξημένη ιδιωτική κατανάλωση:
- αυξάνει το συνολικό  ΑΕΠ της χώρας και συνεπώς μειώνει ως ποσοστά,  το δημόσιο έλλειμμα και το δημόσιο χρέος
- αυξάνει την καταβολή εμμέσων φόρων (ΦΠΑ κλπ) από τον καταναλωτή
- προκαλεί κέρδος στον άλλο συναλλασσόμενο και συνεπώς αν η φορολογούσα αρχή υποχρεώνει τον τελικό αποδέκτη των χρημάτων να το συμπεριλάβει στο κέρδος του (μέσω της καταγραφής της περιουσίας του)  περιορίζει την απώλεια από τα φορολογικά έσοδα  μιας και ο τελικός αποδέκτης θα καταβάλλει φόρο για το δικό του κέρδος


9. Επίλογος
Στη σύγχρονη κοινωνία μας δεν υπάρχει μέθοδος πλήρους εξάλειψης  της φοροδιαφυγής. Μια τέτοια νομοθετική ρύθμιση όμως μπορεί να  αποτελέσει πραγματική μεταρρύθμιση στη φορολογική νομοθεσία.  Είναι ένα πραγματικό μέτρο καταπολέμησής της. Δεν είναι τυχαίο ότι ανάλογες μεθόδους χρησιμοποιούν όλες οι χώρες που θαυμάζουμε για την περιορισμένη φοροδιαφυγή που έχουν.

Εκφράζονται απόψεις ότι κάτι τέτοιο είναι δύσκολο να πραγματοποιηθεί από την Ελληνική πολιτεία και από τον σημερινό φορολογικό μηχανισμό.

Η χρήση των πληροφορικών συστημάτων  και η πιστοποίηση των φοροτεχνικών – λογιστών μπορεί να βοηθήσει στην αντιμετώπιση  τέτοιων δυσκολιών. Πρέπει να τολμήσουμε. Βεβαίως και δεν θα είναι όλα ιδανικά την πρώτη ημέρα. Αν όμως δεν κάνουμε τώρα την αρχή, χάνουμε τη δυνατότητα  να μετατρέψουμε «την κρίση σε ευκαιρία».

Οι συνάδελφοι μέσα από την οικονομική κρίση, έχουν συνειδητοποιήσει τη σημαντικότητα της επαγγελματικής τους συμπεριφοράς  για την  κοινωνία.

Αν  είναι ανάλογη  και η συμπεριφορά της πολιτείας, τότε μπορούμε να ελπίζουμε ότι η φοροδιαφυγή στην Ελλάδα δεν έχει μέλλον.

Δημοσιεύθηκε στην «Μηνιαία Οικονομική Έκδοση περιοδικού EPSILON 7, τεύχος Δεκεμβρίου 2012».