Ποινικές ευθύνες σε μέλη διοικήσεων του νοσοκομείου “Άγιος Παύλος”, την περίοδο 2004-2009, καταλογίζει ο εισαγγελέας σχετικά με καταβολές ενοικίων ύψους μισού εκατομμυρίου ευρώ για τη χρήση του παλιού παραρτήματος του νοσοκομείου, γνωστού ως “Γαλλικού”, στην οδό Φράγκων.
Του Κώστα Καντούρη
Από το 1999 το νοσοκομείο παραμένει κτίριο-φάντασμα και μόλις πέρσι εγκαταλείφθηκε κάθε σχέδιο αξιοποίησής του από το υπουργείο Υγείας.
Ο εισαγγελέας πρωτοδικών Θεσσαλονίκης Λάμπρος Τσόγκας διαπίστωσε πως το συγκεκριμένο διάστημα καταβάλλονταν ιδιαιτέρως υψηλά ενοίκια στην καθολική αδελφότητα του “Ελέους του Βικεντίου του Παύλου”, που έχει την ιδιοκτησία του κτιρίου, χωρίς όμως αυτό να χρησιμοποιείται. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της προκαταρκτικής εξέτασης που περιλαμβάνονται στη δικογραφία η οποία σχηματίστηκε, το μηνιαίο ενοίκιο αυτά τα χρόνια έφτανε το ποσό των 12.740 ευρώ, με συνέπεια να ζημιωθεί το δημόσιο με συνολικά 488.000 ευρώ για το χρονικό διάστημα που την αρμοδιότητα των καταβολών είχε η διοίκηση του νοσοκομείου “Άγιος Παύλος”. Το θέμα μάλιστα απασχόλησε και το κοινοβούλιο, ύστερα από ερώτηση που κατέθεσε η βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Χρύσα Αράπογλου, και τα σχετικά έγγραφα περιλαμβάνονται επίσης στη δικογραφία.
Η έρευνα για τα ενοίκια που καταβάλλονταν για ένα κτίριο-φάντασμα, που εκκενώθηκε άρον άρον στα τέλη Νοεμβρίου του 1999, ξεκίνησε ύστερα από ανώνυμη καταγγελία. Ο πταισματοδίκης, στον οποίο ανατέθηκε η προκαταρκτική εξέταση, κάλεσε για εξηγήσεις τόσο τον τότε διοικητή του νοσοκομείου όσο και τα μέλη των διοικήσεων την ίδια περίοδο. Ύστερα από την έρευνα ο εισαγγελέας προχωρά στην άσκηση ποινικών διώξεων κατά παντός υπευθύνου για το αδίκημα της απιστίας σε βαθμό κακουργήματος, παραπέμποντας σήμερα την υπόθεση σε ειδικό ανακριτή. Μετά το 2009 οι επόμενες διοικήσεις του νοσοκομείου αρνήθηκαν την καταβολή των ενοικίων, με το σκεπτικό ότι το κτίριο δεν χρησιμοποιούνταν.
Στον αέρα σχέδια ετών
Το Β’ νοσοκομείο “Άγιος Παύλος”, περισσότερο γνωστό ως “Γαλλικό” ή “Καλόγριες”, αποφασίστηκε να κλείσει με νόμο τον Δεκέμβριο του 1999, αφού έναν μήνα νωρίτερα σταμάτησε η λειτουργία των κλινικών και είναι χαρακτηριστικό πως οι ασθενείς είχαν μεταφερθεί νύχτα, προκαλώντας και τότε την παρέμβαση του εισαγγελέα για τον τρόπο διακομιδής.
Τα σχέδια αξιοποίησης του κτιρίου χρονολογούνται από το 2002. Ο αρχικός σχεδιασμός προέβλεπε τη δημιουργία κέντρου υγείας αστικού τύπου. Τον Ιούλιο του 2004 το έργο βρισκόταν στο στάδιο της έκδοσης της οικοδομικής άδειας, η οποία αναμενόταν έως τις αρχές Σεπτεμβρίου εκείνου του έτους. Την ευθύνη υλοποίησής του είχε η ΔΕΠΑΝΟΜ, ενώ ο προϋπολογισμός του ανερχόταν στα 4,2 εκατομμύρια ευρώ, ποσό που είχε ενταχθεί στο Γ’ ΚΠΣ, στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος “Ολυμπιακοί Αγώνες 2004”, και κάλυπτε τις οικοδομικές εργασίες και την εγκατάσταση του ιατρικού και ξενοδοχειακού εξοπλισμού.
Τελικά η οικοδομική άδεια εκδόθηκε μόλις τον Φεβρουάριο του 2005 και τον Μάρτιο του ίδιου έτους άρχισαν οι εργασίες κατασκευής, με το χρονοδιάγραμμα να προβλέπει ολοκλήρωση του έργου τον Αύγουστο του 2006. Ωστόσο, τον Ιούλιο του 2005 διακόπηκαν, άρχισαν πάλι το φθινόπωρο του ίδιου χρόνου και διακόπηκαν ξανά στις αρχές του 2006, λόγω άλυτων προβλημάτων στα θεμέλια του κτιρίου.
Οι εξελίξεις στις αρχές του 2009 έδειξαν ότι κινδυνεύει να χαθεί η χρηματοδότηση του έργου από το Γ’ ΚΠΣ, ενώ άρχισαν να γίνονται προσπάθειες προκειμένου να βρεθούν τα χρήματα μέσω του ΕΣΠΑ. Με έγγραφό της προς τη διοίκηση του νοσοκομείου “Άγιος Παύλος” η ΔΕΠΑΝΟΜ ΑΕ είχε επισημάνει ότι “με απόφαση του γενικού γραμματέα του υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης στις 3 Οκτωβρίου 2008 τροποποιήθηκε η απόφαση ένταξης του έργου ως προς τον προϋπολογισμό που συγχρηματοδοτείται από το Γ’ ΚΠΣ και από 4.200.000 ευρώ μειώθηκε στα 104.521,13 ευρώ, δηλαδή θεωρείται μη επιλέξιμη από το Γ’ ΚΠΣ οποιαδήποτε πληρωμή εφεξής”, ενώ από την εταιρεία αποφασίστηκε η διάλυση της εργολαβίας. Από τότε άρχισε η δρομολόγηση για ένταξη στο ΕΣΠΑ περιόδου 2007-13, αλλά ούτε αυτό υλοποιήθηκε και το κτίριο παραδόθηκε στους ιδιοκτήτες του.