Η μεθοδολογία αλλά και η χρηστική στόχευση των δημοσκοπήσεων στην Ελλάδα, έχουν… διαβεί τον Ρουβίκωνα τα τελευταία χρόνια. Και ενώ στο εξωτερικό, τις πραγματικά προηγμένες χώρες, χρησιμοποιούνται ως εργαλείο μεθοδολογικής ανάλυσης της πολιτικής πραγματικότητας, όπως αποτυπώνεται αυτή σε δεδομένη χρονική συγκυρία, στη χώρα μας ουσιαστικά… υποκατέστησαν την πραγματικότητα αυτή. Ενίοτε τη διαμορφώνουν κιόλας.
Φυσικά, για την κατάσταση αυτή δεν ευθύνονται οι δημοσκόποι, αλλά η κοινωνία στην οποία απευθύνονται. Μια κοινωνία με έμφυτη ροπή στο πρόσκαιρο, το επιφανειακό, τις διαπιστώσεις… fast food. Κάπως έτσι ξεκίνησε η συγκεκριμένη διελκυστίνδα στα χρόνια του ψευδεπίγραφου «εκσυγχρονισμού», και συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας.
Οι δημοσκοπήσεις ωστόσο, τις περισσότερες φορές λένε πράγματι την αλήθεια. Αρκεί να μπορεί κανείς να τις διαβάσει σωστά, και όχι από την οπτική που τον διευκολύνει. Να μην σταματάει στα στοιχεία που φαίνονται, αλλά να ψάχνει και λίγο παραπέρα. Να συγκρίνει, να θυμάται, να προβλέπει. Να προσπαθεί να κατανοήσει.
Η πρόσφατη δημοσκόπηση της GPO για την εκπομπή του Γιάννη Πρετεντέρη «Ανατροπή» στο Mega, περιέχει επαρκή δόση αλήθειας, ως προς την πραγματικότητα που διαμορφώνεται σήμερα στην Ελλάδα.
Ο δικομματισμός, που παραδοσιακά αμφισβητείται στο μεσοδιάστημα των εκλογών, αλλά την ώρα της κάλπης… βρίσκει το δρόμο προς την επιβεβαίωσή του, δέχεται σοβαρά πλήγματα. Μια κοινωνία που δεν αντέχει στη θέα των επαχθών μέτρων του Μνημονίου ΙΙ, και καταδίκασε εδώ και πολλούς μήνες το ΠΑΣΟΚ, «κοντοστέκεται» μετά την εθνικά υπεύθυνη στάση της Νέας Δημοκρατίας να ψηφίσει το Μνημόνιο ΙΙ.
Δημοσκοπικά, η στάση αυτή αναμένεται να έχει προσωρινά χαρακτηριστικά. Όσο θα πλησιάζουν οι εκλογές, και η επιλογή θα είναι και πάλι διλημματικά διπολική, εκείνοι που θα προσέλθουν στην κάλπη με πρόθεση να ψηφίσουν κυβέρνηση και όχι κόμμα διαμαρτυρίας, θα βρεθούν μπροστά στον μονόδρομο υπερψήφισης της σημερινής Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Με την ελπίδα μιας καλύτερης διαπραγμάτευσης, σε αντίθεση με τη… μη διαπραγμάτευση των τελευταίων δυο ετών.
Η Αξιωματική Αντιπολίτευση άλλωστε παραμένει η μόνη σχετικά ανέπαφη πολιτική σταθερά στο παραδοσιακό σύστημα εξουσίας, με το ΠΑΣΟΚ εξαϋλωμένο, και το… κάτι σαν ΠΑΣΟΚ, που θυμίζει η Δημοκρατική Αριστερά, να μην πείθει ότι θα καταφέρει να μετατρέψει τη δημοσκοπική συμπάθεια σε εκλογική προτίμηση.
Το ΠΑΣΟΚ αδυνατεί να ανακάμψει, ακόμη και στα… παρασκήνια της προετοιμασίας αλλαγής ηγεσίας. Η επικείμενη διαδοχή του Γιώργου Παπανδρέου από το δίδυμο Βενιζέλου-Λοβέρδου, αναμένεται να εμφυσήσει άνεμο ανανέωσης, πολύ δύσκολα όμως θα του επιτρέψει να ανακτήσει την επαφή με κοινωνικά στρώματα που απομακρύνθηκαν λόγω των Μνημονίων Ι και ΙΙ. Ειδικά από τη στιγμή που ο σημερινός Υπουργός Οικονομικών πήρε ουσιαστικά τη σκυτάλη από τον Γιώργο Παπανδρέου και τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου, στην υπεράσπιση της δανειακής σύμβασης.
Πέραν αυτού, το ΠΑΣΟΚ δεν έχει εκ των πραγμάτων άλλα δυνητικά ακροατήρια, από τη στιγμή που οι μετριοπαθείς ψηφοφόροι οι οποίοι ενδεχομένως θα αποτιμούσαν θετικά τη στάση του, δεν δείχνουν καμία διάθεση να επιλέξουν εκλογική συμπεριφορά διαφορετική από εκείνη της μαζικής και εκκωφαντικής αποχής από τις κάλπες.
Η Αριστερά, στην… τριφασική εκδοχή της Δημοκρατικής Αριστεράς, του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ καταγράφει κάμψη στις εντυπωσιακές εισροές των προηγούμενων μηνών, σε ένα σαφές δείγμα της κόπωσης του εκλογικού σώματος από μια ρητορική την οποία ξεπερνούν οι εξελίξεις. Η πραγματική παγίωση της ενίσχυσης της Αριστεράς θα μπορούσε να σημειωθεί μονάχα αν τα τρία κόμματα του όμορου πολιτικού χώρου, κατάφερναν να… κουβαλήσουν μέχρι την κάλπη απογοητευμένους ψηφοφόρους, οι οποίοι προσανατολίζονται στη λύση της αποχής.
Ειδικά η Δημοκρατική Αριστερά του Φώτη Κουβέλη, που εξελίχτηκε σε προνομιακό χώρο… παρκαρίσματος απογοητευμένων ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, με τη στρατηγική να συγκεντρώσει στις τάσεις της αναγνωρίσιμα αλλά ετερόκλητα στελέχη, τα περισσότερα εκ των οποίων έχουν πολιτική αναφορά στην εποχή Σημίτη, μάλλον τσαλακώνει τις προοπτικές της, παρά τις ενισχύει.
Ενδιαφέρον έχει και η ετυμηγορία της κυβέρνησης για τη μεταβατική κυβέρνηση Παπαδήμου, και τον ίδιο τον σημερινό πρωθυπουργό. Τα διαρκώς καθοδικά ποσοστά αποδοχής, που τείνουν να αγγίξουν τα αντίστοιχα της τελευταίας κυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου, δείχνουν ότι οι πολιτικές ανοχές της κοινωνίας εξαντλούνται γρήγορα.
Γι’ αυτό άλλωστε ποσοστό άνω του 60% των πολιτών ζητά μετ΄ επιτάσεως εκλογές για τον Απρίλιο. Την ώρα που ακόμη μεγαλύτερο ποσοστό απαντά ότι η νέα δανειακή σύμβαση είναι τόσο επώδυνη για τη χώρα και την κοινωνική συνοχή, όχι επειδή η οικονομική κατάσταση της Ελλάδας είναι τόσο δραματική, αλλά επειδή η κυβέρνηση δεν τη διαπραγματεύτηκε αποτελεσματικά.