Πορευόμαστε με τα «αν» Βενιζέλου
Σοφία Βούλτεψη
Αντιμέτωπη με την αδιέξοδη πολιτική που ακολουθήθηκε μέχρι σήμερα βρίσκεται πλέον η νέα κυβέρνηση, καθώς με τις νέες της απαιτήσεις, τόσο όσον αφορά στα έσοδα, όσο και στα εργασιακά, η τρόικα προκάλεσε απότομη και ανώμαλη προσγείωση σε όσους πίστευαν πως ήταν δυνατόν να παραταθεί ο χρόνος ζωής της.
Διαπιστώνεται τώρα αυτό που ήταν γνωστό από την αρχή: Ότι οι αποφάσεις της 27ης Οκτωβρίου δεν περιορίζονται μόνο στην ανταλλαγή ομολόγων, αλλά και μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής, που αν δεν συνδυαστούν με συγκεκριμένα, μετρήσιμα και αποτελεσματικά μέτρα ανάπτυξης της οικονομίας ούτε θα αποδώσουν, αλλά και ούτε θα γίνουν αποδεκτά από τα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού.
Στην αντίφαση μεταξύ του στόχου της δημοσιονομικής προσαρμογής και την κατάσταση της πραγματικής οικονομίας θυμήθηκε να αναφερθεί χθες ο υπουργός των Οικονομικών Ευάγγελος Βενιζέλος κατά τη συνάντησή του με τον Επίτροπο Περιφερειακής Πολιτικής Γιοχάνες Χαν και τον επικεφαλής της ευρωπαϊκής Ομάδας Δράσης Χορστ Ράιχενμπαχ.
Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε την ημέρα που το υπουργείο των Οικονομικών έδωσε και πάλι απογοητευτικά στοιχεία για τα έσοδα, με την υστέρηση να αποδίδεται στην συνεχιζόμενη ύφεση, αλλά και στη μείωση των εισοδημάτων των πολιτών, των οποίων η φοροδοτική ικανότητα έχει πλέον εξαντληθεί.
Ο κ. Βενιζέλος θυμήθηκε επίσης να πει μετά το πέρας της συνάντησης ότι «το πρώτο που πρέπει να γίνει, είναι να συνδυαστεί ο κορμός του προγράμματος προσαρμογής με όλες τις άλλες προσπάθειες προκειμένου να στηριχθεί η πραγματική οικονομία της χώρας».
Ακούμε δηλαδή σήμερα ξανά, μετά από δύο χρόνια απίστευτης λιτότητας και στραγγαλισμού της οικονομίας, αυτά που έπρεπε να είχαν γίνει από την πρώτη στιγμή!
Η συζήτηση με τους Γερμανούς τεχνοκράτες περιεστράφη γύρω από τις δημόσιες επενδύσεις, τα διαρθρωτικά προγράμματα και τις ιδιωτικοποιήσεις – δράσεις που δεν έχουν προχωρήσει ούτε κατ’ ελάχιστον.
Παρακολουθήσαμε επίσης τον υπουργό οικονομικών και πάλι σε ρόλο σχολιαστή της επικαιρότητας, να παραθέτει άλλη μια σειρά από… «αν», καθώς, όπως είπε, «η ελληνική πραγματική οικονομία δεν μπορεί να στηριχθεί εάν δεν αυξηθούν τα επίπεδα ρευστότητας, εάν δεν υπάρχει χρήμα στην αγορά, εάν δεν αναδιοργανωθεί και αν δεν σταθεροποιηθεί πλήρως το ελληνικό τραπεζικό σύστημα».
Ακολούθησε νέο ευχολόγιο: «Τώρα που έχουμε μπει στην τελική ευθεία για την εφαρμογή των αποφάσεων της 26ης Οκτωβρίου, που πρόκειται να γίνει το περιβόητο PSI, να επανακεφαλαιοποιηθούν οι τράπεζες και να λειτουργήσουν χάριν της εθνικής οικονομίας, των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών», προσθέτοντας πως είναι σημαντικό να ξεμπλοκάρουν συγκεκριμένα προγράμματα που μπορούν να ανακόψουν την ύφεση και να δώσουν ευκαιρίες απασχόλησης και φέρνοντας ως χαρακτηριστικό παράδειγμα, τα μεγάλα έργα των οδικών αξόνων.
«Μελλοντολογικού» χαρακτήρα ήταν και οι δηλώσεις του για την απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων, καθώς, όπως είπε, βασική επιλογή της κυβέρνησης είναι να επιταχυνθούν όλες οι διαδικασίες για την αύξηση της απορροφητικότητας, προσθέτοντας πως η απορροφητικότητα πρέπει να αυξάνει πραγματικά και όχι μόνο λογιστικά.
Με τη διαφορά ότι στην ερώτηση αν κατά τη συνάντηση συζητήθηκαν κάποιες αλλαγές στο οικονομικό πρόγραμμα που ακολουθεί η κυβέρνηση, ο κ. Βενιζέλος αρκέστηκε να πει πως αυτό είναι αντικείμενο των συζητήσεων με την Τρόικα.
Επομένως, ένα ζήτημα είναι οι τεχνοκράτες που βλέπουν την πραγματικότητα και ένα άλλο οι τεχνοκράτες που… δεν την βλέπουν ή την βλέπουν με μοιραία καθυστέρηση!
Στο πλαίσιο αυτής της διχασμένης συμπεριφοράς που εμφανίζουν οι ασχολούμενοι με το ελληνικό πρόβλημα τεχνοκράτες, η τρόικα συνεχίζει το βιολί της, απαιτώντας περαιτέρω μείωση των μισθών στον ιδιωτικό τομέα και επιμένοντας στην στρατηγική επιλογή του ΔΝΤ περί προώθησης της ανταγωνιστικότητας μέσω κατακρήμνισης των ημερομισθίων.
Ανάλογες απαιτήσεις προβάλλονται και στα θέματα των απολύσεων, της διευθέτησης του χρόνου εργασίας και του 13ου και 14ου μισθού.
Την ίδια ώρα, ο ίδιος ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ Πολ Τόμσεν, εμφανίστηκε χθες να τάσσεται κατά των φόρων, ζητώντας (επιτέλους) μείωση των δαπανών.
Κι’ αυτό, διότι η τελευταία έκθεση του ΔΝΤ για την Ελλάδα προβλέπει μεγαλύτερη ύφεση από το αναμενόμενο.
Με λίγα λόγια, αφού οι ίδιοι προκάλεσαν ύφεση ζητώντας αυξήσεις φόρων και του ΦΠΑ, τώρα που βλέπουν τα αποτελέσματα ζητούν αλλαγή πορείας.
Και βέβαια, στον αέρα παραμένει το ζήτημα της εργασιακής εφεδρείας με την τρόικα να επιμένει στον αριθμό των 30.000, ενώ ο κ. Ρέππας υποστηρίζει στις διαπραγματεύσεις πως και οι συνταξιοδοτήσεις μπορούν να ενταχθούν στο μέτρο της εφεδρείας.
Συμπέρασμα: Οι τεχνοκράτες πάσχουν από διχασμό προσωπικότητας και διαφωνούν ακόμη και με... τον εαυτό τους, ενώ η Ελλάδα χαροπαλεύει και οι υπουργοί της σκορπάνε «αν».