Κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας χτίστηκαν πολλά λουτρά αφού οι κατακτητές είχαν τη συνήθεια να χτίζουν χαμάμ σε κάθε πόλη που κυρίευαν. Στα πιστεύω της μουσουλμανικής θρησκείας ανήκει η πεποίθηση ότι με την κάθαρση του σώματος ερχόταν και η κάθαρση από τα αμαρτήματα, ο εξαγνισμός της ψυχής, σύμφωνα με το Κοράνι. Έπειτα από «περιπέτειες» αιώνων και φυσικές καταστροφές, που συνέβαλαν στην εγκατάλειψη και τη μερική κατάρρευσή τους, σήμερα έχουν διασωθεί πέντε από αυτά τα εξαιρετικής αισθητικής οικοδομήματα που θεωρούνται πλέον μνημεία.. Μιλάμε για το Μπέη Χαμάμ (Λουτρά «Παράδεισος») στην Εγνατία που η επιγραφή στην κεντρική είσοδό του μας πληροφορεί ότι χτίστηκε κατόπιν εντολής του πορθητή σουλτάνου Μουράτ Β’, που τιμητικά λεγόταν μπέης (εξού και το όνομα του χαμάμ) και αποπερατώθηκε το 1444, λίγο μετά την άλωση της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους. Το Πασά Χαμάμ (Λουτρά «Φοίνιξ») που είναι το τελευταίο που λειτουργούσε στη Θεσσαλονίκη μέχρι και το 1981 (έκλεισε λόγω εκτεταμένων ζημιών από το σεισμό του 1978). Βρίσκεται στο δυτικό άκρο της λεγόμενης παλιάς πόλης, κοντά στο ναό των Αγίων Αποστόλων, στη συμβολή των οδών Πηνειού, Α. Κάλβου και Π. Καρατζά. Το Γενί Χαμάμ («Αίγλη») στα βόρεια του ναού του Αγίου Δημητρίου, στη διασταύρωση των οδών Αγίου Νικολάου και Κασσάνδρου που κτίστηκε το τελευταίο τέταρτο του 16ου αιώνα από τον Χουσρέφ Κεντχουντά και λειτουργούσε μέχρι την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης το 1912. Το Παζάρ Χαμάμ («Λουτρό της Αγοράς») ή Γιαχουντί Χαμάμ («Λουτρό των Εβραίων») ονομάστηκε έτσι γιατί η περιοχή αυτή δίπλα στα παραθαλλάσια τείχη ήταν εβραϊκή συνοικία. Το Κουλέ Χαμάμ είναι ο μοναδικός βυζαντινός λουτρώνας που σώζεται και πιστεύεται ότι ανήκε σε μοναστήρι. Βρίσκεται στην Άνω Πόλη, δίπλα στην πλατεία Κουλέ Καφέ, στην διασταύρωση των οδών Θεοτοκοπούλου με Χρυσοστόμου.. Λειτουργούσε μέχρι το 1940, εξυπηρετώντας τη συνοικία. Αλλά ας τα δούμε αναλυτικά:
Μπέη Χαμάμ ή Λουτρά «Παράδεισος»
Δίπλα στην πολύβουη Εγνατία Οδό, που, είτε μαρμαροστρωμένη ή χωμάτινη ή ασφαλτοστρωμένη, διασχίζει την Θεσσαλονίκη εδώ και αιώνες, στέκεται, σιωπηλό συνήθως, το χαμάμ Μπέη. Παρόλο που αποτελεί ένα από τα πιο καλοδιατηρημένα μνημεία της πόλης ελάχιστες φορές τον χρόνο, ανοίγει τις πόρτες του στο κοινό. Όσοι το έχουν επισκεφτεί ξέρουν ότι τα κορναρίσματα και τα μαρσαρίσματα των αυτοκινήτων δεν διαπερνούν τους τοίχους του μνημείου, που κλείνουν μέσα τους, ανέπαφο, έναν άλλο κόσμο. Οι ζωγραφισμένοι τοίχοι, τα ψηφιδωτά, οι κεντητοί θόλοι, που ρίχνουν φως στο ημίφως των λουτρών φανερώνουν την αίγλη ενός χαμάμ, που στέκεται σε αυτήν την θέση σχεδόν έξι αιώνες, πριν ακόμα την Άλωση της Κων/πολης και λειτουργούσε μέχρι το 1968. Τα «Λουτρά Παράδεισος» ή «Μπέη Χαμάμ» κτίστηκαν το 1444 από τον σουλτάνο Μουράτ Β’ (γνωστός και απλά ως Μπέης), όπως μας πληροφορεί μια αραβική κτητορική επιγραφή και είναι το πρώτο δημόσιο κτίριο που έκτισαν στην πόλη οι Οθωμανοί γκρεμίζοντας επτά παρακείμενες στο χώρο εκκλησίες. Βρίσκεται ακριβώς δίπλα από τον βυζαντινό Μεγαλοφόρο, την αγορά των βυζαντινών χρόνων και πατάει επάνω στην Via Reggia (ρωμαϊκή Εγνατία). Στο κτίριο έχει γίνει επαναχρησιμοποίηση υλικών (πχ σαρκοφάγοι). Λειτουργούσε και για τους άνδρες αλλά και τις γυναίκες και διατηρεί μέχρι σήμερα όλα του τα στοιχεία. Το αντρικό λουτρό είναι μεγαλύτερο και πολυτελέστερο από το γυναικείο. Η είσοδος για το γυναικείο βρίσκεται στα βόρεια ενώ για το αντρικό στη νότια πλευρά. Μέσα στο οικοδόμημα υπάρχει και ένας μικρότερος ορθογώνιος χώρος, ο οποίος προοριζόταν για το ιδιαίτερο λουτρό του σουλτάνου και έχει ιδιαίτερο διάκοσμο. Όλες οι αίθουσες του Χαμάμ φωτίζονται με φυσικό φως μέσω οπών στην οροφή. Το συγκρότημα των λουτρών λειτουργούσε ως χαμάμ μέχρι το 1968, το 1972 περιήλθε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία και έκτοτε μετά τα έργα αποκατάστασης του κτιρίου, αποτελεί χώρο ανοικτό για το κοινό. Σήμερα είναι κλειστά λόγω εργασιών.
Παζάρ Χαμάμ ή Γιαχουντί Χαμάμ (εικόνα: Καμίλο Νόλλας)
Το Παζάρ Χαμάμ («Λουτρό της Αγοράς») ή Γιαχουντί Χαμάμ («Λουτρό των Εβραίων») ονομάστηκε έτσι γιατί η περιοχή αυτή δίπλα στα παραθαλλάσια τείχη ήταν εβραϊκή συνοικία. οικοδοµήθηκε ως αφιέρωµα τoυ Xαλίλ Aγά, αξιωµατούχου του χαρεµιού της Πύλης, ενώ έκτοτε έχει υποστεί αρκετές ζημιές. Το χαμάμ ήταν διπλό (χρησιμοποιούνταν και από άνδρες και από γυναίκες, σκανδαλώδες για την εποχή του) και ήταν σε χρήση ώς το 1912, ενώ στην πυρκαγιά του 1917 υπέστη σοβαρές ζημιές. Στα νεότερα χρόνια, από το 1948 και μετά, προστέθηκαν στην περιοχή, από την πλευρά της Β. Ηρακλείου, ανθοπωλεία (εξού και η ονομασία «Λουλουδάδικα»). Εκείνη την περίοδο έγιναν και πολλές κακής αισθητικής πολεοδομικές παρεμβάσεις που το περικύκλωσαν. Κατά τη δεκαετία του ’90 και στα πλαίσια του Πιλοτικού Προγράµµατος Ανάπλασης του Ιστορικού Κέντρου της Θεσσαλονίκης παράλληλα µε τις εργασίες αποκατάστασης του µνηµείου, πραγµατοποιήθηκαν παρεµβάσεις και στον υπαίθριο περιβάλλοντα χώρο του. Αυτές περιλάµβαναν την διαµόρφωση του πεζόδροµου Φραγκίνη, την κατασκευή των περιπτέρων των λουλουδιών και την µετατροπή της οδού Κοµνηνών σε οδό ελεγχόµενης κυκλοφορίας και την επίστρωσή της µε γρανιτοκυβόλιθους.Οι εργασίες αποκατάστασης του µνηµείου δεν ολοκληρώθηκαν πλήρως µε αποτέλεσµα να παραµένουν φυλαγµένα γύρω από το κτίριο τµήµατα δοµικών στοιχείων του, µέσα από µεταλλική περίφραξη που είχε τοποθετηθεί αρχικά για την προστασία του.Μετα την πρόσφατη ολοκλήρωση της ανάπλασής του από την 9η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, σήμερα αναμένει την ολοκλήρωση της αναστήλωσης του εσωτερικού του, ενώ υπήρξε και η πρόταση να επαναλειτουργήσει με την αρχική του χρήση, πράγμα το οποίο μάλλον δεν θα ευοδωθεί αφού υπάρχει πρόβλημα με την στατικότητα του κτιρίου.
Ως διπλό λουτρό, έχει τη χαρακτηριστική οθωµανική αρχιτεκτονική µε τις βυζαντινές επιδράσεις στο σύστηµα κατασκευής και δόµησης, µε πλούσιο εσωτερικό διάκοσµο από σταλακτίτες και σταµπωτές διακοσµήσεις στο κονίαµα και µε ενδιαφέρουσες κατασκευαστικές λύσεις. Είναι θαµµένο περί τα δύο µέτρα στο έδαφος και είχε µέχρι πρόσφατα κλεισµένες τις κύριες όψεις του από προκτίσµατα τα οποία αποµακρύνθηκαν.
Το λουτρό, έκτασης 750 περίπου τ.μ. διαιρείται σε δύο τμήματα (ένα για τους άνδρες και ένα για τις γυναίκες. Κάθε τμήμα αποτελείται από μία αίθουσα τετράγωνης κάτοψης, καλυμμένη με μεγάλο ημισφαιρικό τρούλο, και από ένα σύνολο μικρότερων διαμερισμάτων με τρουλίσκο. Στα δύο τμήματα διαμορφώνονταν οι τυπικοί χώροι των λουτρών (ψυχροί, χλιαροί και ζεστοί, καθώς και τα υπόκαυστα). Στο πίσω μέρος του κτηρίου υπήρχε η δεξαμενή του νερού, η εστία και ο χώρος των θερμαστών, οι οποίοι τροφοδοτούσαν τη φωτιά με ξύλα. Ολόκληρο το οικοδόμημα είναι κτισμένο από πέτρες και πλίνθους και μιμείται το βυζαντινό σύστημα δόμησης. Εσωτερικά το μνημείο είναι πλούσια διακοσμημένο. Οπές φωτισμού βρίσκουμε στις οροφές των τρούλων, ενώ επαναλαμβανόμενες ζώνες με φυτικά κοσμήματα πρέπει να υπήρχαν στις επιφάνειες των τοίχων.
Πασά Χαμάμ ή Λουτρά «Φοίνιξ» (από την Παναγιώτα Μαμάτη)
Ανάμεσα στις παλιές πολυκατοικίες της περιοχής των Αγιων Αποστολων ανακαλύπτεις το Πασά Χαμάμ (τουρκ.: Pasha Hamam). Πρόκειται για ένα παλαιό χαμάμ της Οθωμανικής περιόδου στη Θεσσαλονίκη. Βρίσκεται στη συμβολή των σημερινών οδών Πηνειού, Κάλβου και Π.Καρατζά, κοντά στο Ναό των Αγίων Αποστόλων.
Κτίστηκε στη δεκαετία 1520-1530 από τον Τζεζερί-ζαντέ Κοτζά Κασίμ πασά, έναν από τους βεζύρηδες των σουλτάνων Βαγιαζίτ Β΄ και Σελίμ Α΄, που διορίστηκε διοικητής της Θεσσαλονίκης όταν ανέβηκε στο θρόνο ο Σουλεϊμάν ο Α΄ ο Μεγαλοπρεπής. Στο ίδιο χρονικό διάστημα, ο Κασίμ πασάς μετέτρεψε την εκκλησία των Αγίων Αποστόλων σε τζαμί.
Αρχικά επρόκειτο για απλό λουτρό με την κλασική αρχιτεκτονική διάταξη, ενώ αργότερα λειτούργησε ως διπλό (μετά τις αναγκαίες προσθήκες). Το νέο τμήμα προοριζόταν για τους άνδρες, ενώ το αρχικό για τις γυναίκες.
Το Πασά Χαμάμ ήταν περισσότερο γνωστό ως Λουτρά «Φοίνιξ» πέρασε στην ιδιοκτησία του δημοσίου το 1977 και είναι το τελευταίο που λειτουργούσε στη Θεσσαλονίκη μέχρι και το 1981, αλλά έκλεισε λόγω των εκτεταμένων ζημιών από το σεισμό του 1978, αφού τελικά κρίθηκε επικίνδυνο.
Το χαμάμ έχει κηρυχτεί ιστορικό και διατηρητέο αλλά κινδύνευε σοβαρά με κατάρρευση μέχρι που η «Αττικό Μετρό ΑΕ» βοήθησε στη συντήρηση και αποκατάστασή του. Σήμερα χρησιμοποιείται ως χώρος για τη συντήρηση των ευρημάτων που έρχονται στο φως από τις ανασκαφές στο μετρό.
Αλκαζάρ – Λουτρά Χαμζά Μπέη
Το Χαμζά Μπέη Τζαμί, που βρίσκεται μπροστά από το Παλιό Δημαρχείο και απέναντι από το έτερον ισλαμικό μνημείο, το Μπεζεστένι, χτίστηκε στα 1467 (επί του σουλτάνου Μουράτ Β’) από την κόρη του στρατιωτικού διοικητή Χαμζά Μπέη, Χαφσά Χατούν, με σκοπό την χρήση του ως Μετζίτ, δηλαδή μικρό συνοικιακό τέμενος χωρίς μιναρέ. Αυτή τη στιγμή θεωρείται το μεγαλύτερο σωζόμενο τζαμί που βρίσκεται σε ελληνικό έδαφος και εκτείνεται σε συνολική έκταση 1150 τ.μ. ενώ αποτελεί τον παλαιότερο σωζόμενο ισλαμικό χώρο λατρείας που χτίστηκε στη Θεσσαλονίκη. Επί τέσσερις αιώνες συγκέντρωνε πλήθος πιστών κάτω από τον μεγαλόπρεπο θόλο του στο πολυσύχναστο σταυροδρόμι δύο βυζαντινών δρόμων που ένωναν το λιμάνι με τη βορινή πύλη της περιτειχισμένης Θεσσαλονίκης. Το κτίριο έπαψε να λειτουργεί ως τζαμί στα 1923, οπότε και ολοκληρώθηκε η ανταλλαγή πληθυσμών. Κηρύχθηκε διατηρητέο τον Μάιο του 1926 στο πλαίσιο των ανταλλαγών περιουσιών της μουφτείας Θεσσαλονίκης. Το Χαμζά Μπέη Τζαμί είναι γνωστό στους περισσότερους Θεσσαλονικείς ως “Αλκαζάρ”, από τον ομώνυμο λαϊκό κινηματογράφο που στεγάστηκε για χρόνια στην περίστυλη αυλή του τεμένους από το 1928 έως την δεκαετία του 90. Το κτίριο μπορεί να διασώθηκε από μικρούς και μεγάλους σεισμούς, να γλίτωσε από πυρκαγιές με μεγαλύτερη εκείνην του 1917, αλλά έγινε αγνώριστο εσωτερικά και εξωτερικά στα νεώτερα χρόνια από τις ανεξέλεγκτες σύγχρονες επεμβάσεις. Σε εξέλιξη βρίσκεται η αποκατάστασή του με σκοπό να λειτουργήσει ως μουσείο.
Κουλέ Χαμάμ ή Βυζαντινό Λουτρό
Ανατολικά της πλατείας του Κουλέ Καφέ, στη συμβολή των οδών Θεοτοκοπούλου και Χρυσοστόμου, σώζεται το μοναδικό δημόσιο λουτρό της βυζαντινής εποχής, γνωστό από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας ως Κουλέ Χαμάμ. Ανήκει στα χαμάμ που λέγονται Βαλανάρια, αυτά δηλαδή όπου γίνοντας χρήση κοινού νερού (όχι ιαματικού). Διαθέτει προθάλαμο, χλιαρό και θερμό χώρο, και διατηρεί τη δεξαμενή του και τα υπόκαυστα. Υπογείως κυκλοφορούσε ζεστός αέρας για επιδαπέδια θέρμανση, ενώ με επιτοίχιους αεραγωγούς ο ζεστός αυτός αέρας ρύθμιζε τη θερμοκρασία του κάθε χώρου. Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές, λειτουργούσε εκ περιτροπής ως ανδρικό και γυναικείο. Συνέχισε να λειτουργεί και επί Τουρκοκρατίας, περίοδο κατά την οποία ήταν γνωστό ως «το Λουτρό του Κουλέ Καφέ». Πιστεύεται ότι ανήκε σε μοναστήρι και χτίστηκε στα τέλη του 13ου αιώνα, αλλά έχει υποστεί πολλές προσθήκες και τροποποιήσεις έκτοτε και στη διάρκεια των επτά αιώνων (μέχρι το 1940), που λειτουργούσε ως συνοικιακό λουτρό. Το 2002 στο πλαίσιο του έργου «Διαμόρφωση του αρχαιολογικού χώρου στο Βυζαντινό Λουτρό», που είχε ενταχθεί στο Γ’ ΚΠΣ, η 9η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων έκανε μία σειρά εργασιών στον περιβάλλοντα χώρο του Βυζαντινού Λουτρού. Η πλατεία στην οποία βρίσκεται (Πλατεία Κουλέ καφέ ή Ρομφέη) αποτελούσε το κοινωνικό κέντρο της Άνω Πόλης μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα, με πολλά καφενεία και λουτρά. Σήμερα ,ετά την πλήρη αποκατάστασή του δεν είναι επισκέψιμο καθημερινά, λόγω έλλειψης φύλαξης.
Γενί Χαμάμ ή «Αίγλη»
Εικάζεται ότι κτίστηκε το τελευταίο τέταρτο του 16ου αιώνα από τον Χουσρέφ Κεντχουντά, κάτοχο ακινήτων στη Θεσσαλονίκη ο οποίος πιθανώς τελούσε χρέη Κεχαγιά (διαχειριστή) για τον Βεζύρη Σοκολού Μεχμέτ πασά. Λειτούργησε ως διπλό λουτρό με ξεχωριστά διαμερίσματα για άνδρες και γυναίκες, με τη συνηθισμένη διάταξη χώρων, μέχρι to 1912. Για πολλά χρόνια στο εσωτερικό του χαμάμ λειτουργούσε χειμερινό σινεμά (μέχρι to 1978) και στον κήπο της λειτουργούσε και ο θερινός κινηματογράφος. Εκεί οργάνωσε η parallaxi στα μέσα της δεκαετίας του ενενήντα και κινηματογραφικούς μαραθώνιους στη διάρκεια του καλοκαιριού. Για μια μεγάλη περίοδο λειτούργησε ως συναυλιακός χώρος φιλοξενώντας σπουδαία ονόματα της ελληνικής μουσικής. Σήμερα γνωρίζει τη νέα της περίοδο. Ο υπέροχος κήπος της λειτουργεί ξανά και γίνεται το απόλυτο talk of the town. Χαμένος πίσω από τα τείχη του μνημείου, σε σημείο να μην υποψιάζεται ο περαστικός της πολύβουης Κασσάνδρου την ύπαρξη του, με θέα τον τρούλο της Αίγλης.
Συντάκτης: Κύα Τζήμου
Πηγή: parallaximag.gr