Δευτέρα 27 Ιουνίου 2016

Αναμνήσεις από τη Θεσσαλονίκη του 60.



Aπό την Καρδίτσα στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων της νεοσύστατης τότε Πολυτεχνικής Σχολής Θεσσαλονίκης, ο αρχιτέκτονας μηχανικός και συγγραφέας,
Απόστολος Παπαγιαννόπουλος φτάνει στη Θεσσαλονίκη το 1958 μην έχοντας αντιληφθεί ακόμη ότι η πόλη αυτή θα αποτελούσε και τη «δεύτερη πατρίδα» του, μια και συμπληρώνει ήδη παρουσία στη Θεσσαλονίκη πάνω από μισό αιώνα.
Ο ίδιος έχει να διηγηθεί πολλές ιστορίες για τη Θεσσαλονίκη που ετοιμαζόταν να εισέλθει στην εμβληματική δεκαετία του 60.

Έφτασα σε μια πόλη για την οποία ελάχιστα γνώριζα ενώ δεν υπήρχαν καν εδώ συγγενείς και φίλοι αφού οι πάντες τότε κατέβαιναν στην Αθήνα… Πού να ήξερα ότι η μοίρα μου είχε ήδη αποφασίσει το υπόλοιπο της ζωής μου να δεθεί άρρηκτα με την πόλη αυτή που διέφερε ριζικά από την Αθήνα με τις εντυπωσιακές φωτεινές διαφημίσεις, το πλήθος των κινουμένων ανθρώπων , με το μετρό και τα τρόλεϊ να κινούνται προς πάσα κατεύθυνση… Κατεβαίνοντας στο σταθμό της Θεσσαλονίκης είδα μπροστά μου μία άλλη πόλη που ζούσε και κινούνταν σε άλλους ρυθμούς με ανθρώπους χωρίς άγχος, φιλικούς, χαμογελαστούς και πρόθυμους … Με μία ηρεμία που ακόμα με εντυπωσιάζει όταν αναλογίζομαι το παρελθόν έδωσα στο Πανεπιστήμιο εξετάσεις και επειδή καθηγητές για τους αρχιτέκτονες δεν είχαν ακόμα προσληφθεί μας εξέτασαν στο σχέδιο καθηγητές της Γεωπονίας με αποτέλεσμα ενώ στην Αθήνα, στις εξετάσεις μου στο Μετσόβειο, έλαβα δύο ολοστρόγγυλα μηδενικά εδώ να πάρω δύο ολοστρόγγυλα … δεκάρια. Κάτι παρόμοιο συνέβη και με τα άλλα μαθήματα με αποτέλεσμα να μπω πρώτος στην Αρχιτεκτονική και να πάρω και υποτροφία. Το αναφέρω γιατί ήταν ένα από τα γεγονότα που με συνέδεσαν με την πόλη της Θεσσαλονίκης που δεν άργησα πολύ να τη γνωρίσω και να την αγαπήσω…


Η Θεσσαλονίκη του 1958 υπήρξε μία ιδιαίτερη πόλη όπου ήταν φανερή μεν η φτώχεια της πλειονότητας των κατοίκων της αλλά συγχρόνως υπήρχε μία διάχυτη αξιοπρέπεια και ντομπροσύνη στους ανθρώπους της. Ο πληθυσμός της τότε έφτανε τις 350.000 κατοίκους με την έκτασή της να ανέρχεται στα 2.500 περίπου εκτάρια μαζί με τους αυθαίρετους οικισμούς που είχαν δημιουργηθεί στα χρόνια του Εμφυλίου. Κατά τα άλλα επικρατούσε στην πόλη μια περίεργη για τον επισκέπτη ηρεμία που δεν υπήρχε στην Αθήνα όπου η εσωτερική μετανάστευση είχε αρχίσει ήδη να φέρνει κατά χιλιάδες νέους κατοίκους στην πόλη από την επαρχία … Ο κεντρικός εμπορικός τομέας της Θεσσαλονίκης περιοριζόταν τότε μεταξύ των οδών Παύλου Μελά και ΄Ιωνος Δραγούμη από τη μια και Εγνατίας και παλιάς παραλίας από την άλλη με την οδό Εγνατία να συγκεντρώνει τη μεγαλύτερη εμπορική δραστηριότητα και τους περισσότερους μετακινούμενους κατοίκους, επισκέπτες και εμπορευόμενους. Κατά τα άλλα η πόλη της «πυρίκαυστης ζώνης», όπου είχε εκδηλωθεί η μεγάλη πυρκαγιά του 1917, είχε ανοικοδομηθεί κατά μεγάλο ποσοστό προσδίδοντας μία εικόνα αστικού περιβάλλοντος που όμως έδειχνε πως δεν είχε ακόμα ολοκληρωθεί … Όμως η Ανατολική Θεσσαλονίκη των παλιών αρχοντικών και των Πύργων, που άρχιζε μετά τον Λευκό Πύργο και έφτανε ως το Ντεπώ, ήταν σχεδόν τότε ανέπαφη με τα όμορφα και επιβλητικά αρχοντικά της περιόδου του «εκσυγχρονισμού» της πόλης του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα να κυριαρχούν αρμονικά στο περιβάλλον.


Το ίδιο ίσχυε αλλά σε μικρότερη έκταση και στη Δυτική Θεσσαλονίκη ως τον Παλιό Σιδηροδρομικό Σταθμό και το «Μπεχτσινάρ», τον λεγόμενο «Κήπο των πριγκίπων» … Ακόμη η ΄Ανω πόλη, από την οδό Κασσάνδρου και πάνω ως τα κάστρα και τον Πύργο του Τριγωνίου ανατολικά, φαινόταν ακόμα άθικτη από την οικοδομική δραστηριότητα που άρχισε όμως να εκδηλώνεται στην περιοχή και σε ολόκληρη την πόλη… Τέλος γύρω από τη Θεσσαλονίκη υπήρχαν οι περιφερειακοί δήμοι και κοινότητες που δημιουργήθηκαν με τον ερχομό και την εγκατάσταση των προσφύγων κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του ΄22 … Εδώ , αν και ήταν φανερή η φροντίδα των κατοίκων να εξωραϊσουν τα σπίτια τους και τους κοινόχρηστους χώρους, οι ανάγκες σε τεχνικά έργα ήταν μεγάλες και δεν μπορούσε κανείς να επαινέσει πολλά πράγματα .


Δύο ακόμα παράγοντες συντελούσαν στο να αποκτά η Θεσσαλονίκη μία μοναδική εικόνα στην οποία δεν μπορούσε κανείς να μείνει απαθής και αδιάφορος .΄Ηταν προς το Νότο και δυτικά ο ήρεμος (όχι πάντα) Θερμαϊκός κόλπος που έφτανε ως τις απέναντι τουριστικές ακτές του Μεγάλου Καραμπουρνού και το πευκόφυτο δάσος του Σεϊχ Σου προς Βορρά και Βορειανατολικά που στεφάνωνε με πράσινο την πόλη… Αυτή ήταν η πόλη που συνάντησα ερχόμενος εδώ το 1958 για να σπουδάσω. Μία πόλη όμορφη με αξιοπρεπείς, ντόμπρους και φιλικούς κατοίκους να σε περιβάλουν καθημερινά … Μία πόλη όπου περπατώντας στα πεζοδρόμια της Τσιμισκή θα συναντούσες με βεβαιότητα πολλούς γνωστούς και φίλους να σου αποδίδουν ή ανταποδίδουν τον χαιρετισμό…

Τα χρόνια 1959, 1960, 1961, 1962 και 1963 υπήρξαν χρόνια σημαντικά για τη Θεσσαλονίκη. Τα χρόνια εκείνα θυμάμαι η Θεσσαλονίκη γνώρισε μία φανερή πολιτιστική «άνοιξη» που έγινε με ενθουσιασμό δεκτή από τους κατοίκους της. Πρώτα το Φεβρουάριο του 1959 ο Κύπριος αρχιμουσικός και συνθέτης Σόλωνας Μιχαηλίδης συγκροτεί τη «Συμφωνική Ορχήστρα Βορείου Ελλάδος» (ΣΟΒΕ) με 50 μέλη αρχικά και με χώρους εκδηλώσεων τη μικρή αίθουσα της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών και το απέναντι «Βασιλικό Θέατρο»…


Ένα άλλο γεγονός που αρχικά εμφανίστηκε ως «τεχνολογικό επίτευγμα» της ΔΕΗ, ήταν ο πρώτος τηλεοπτικός σταθμός που εξέπεμψε για πρώτη φορά στην Ελλάδα από το περίπτερο της ΔΕΗ που είχε στη 25η Διεθνή ΄Εκθεση Θεσσαλονίκης το Σεπτέμβριο του 1960. Συσκευές τηλεόρασης φυσικά δεν υπήρχαν στα σπίτια τότε των Θεσσαλονικέων και η ΔΕΗ υποχρεώθηκε να αγοράσει 200 δέκτες τηλεόρασης και να τους τοποθετήσει σε βιτρίνες καταστημάτων της πόλης και σε άλλες επίκαιρες θέσεις όπου συγκεντρώνονταν οι Θεσσαλονικείς (μεταξύ των οποίων και ο ομιλών) για να δούμε σε ασπρόμαυρη παλλόμενη εικόνα το σύγχρονο θαύμα της τεχνολογίας. Θα πρέπει εδώ να αναφέρουμε πως πρώτοι παρουσιαστές του τηλεοπτικού προγράμματος της ΔΕΗ υπήρξαν δύο πρόσωπα με ιδιαίτερους δεσμούς με τη Θεσσαλονίκη.΄Ηταν ο ΄Αλκης Στέας και η Λίτσα Φωκίδου …

Εικόνα: 31η ΔΕΘ, 1966 του Σωκράτη Ιορδανίδη, Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης

Στο επόμενο γεγονός θα αναφέρω περισσότερα. Στις 20 Σεπτεμβρίου 1960 ο Βορειοελλαδίτης υπουργός Βιομηχανίας Νικόλαος Μάρτης εγκαινιάζει στον κινηματογράφο «Ολύμπιον» στην πλατεία Αριστοτέλους της Θεσσαλονίκης την έναρξη ενός σημαντικού πολιτιστικού θεσμού για την πόλη και για ολόκληρη την Ελλάδα. Πρόκειται για το «Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης» που ξεκίνησε ως «βιομηχανικό επίτευγμα» και ως εκδήλωση στα πλαίσια της 25ης ΔΕΘ αρχικά με τον τίτλο «Εβδομάδα Ελληνικού Κινηματογράφου» . ΄Ηταν ένα καλλιτεχνικό γεγονός που συνδέθηκε από την αρχή με την πόλη της Θεσσαλονίκης και πορεύτηκε τις επόμενες δεκαετίες παράλληλα και άρρηκτα με την πόλη που το γέννησε, το στήριξε και το ανέδειξε ως κορυφαίο καλλιτεχνικό θεσμό πανελλήνιας εμβέλειας. Η ιδέα οφείλεται στη Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία «ΤΕΧΝΗ» η οποία εκείνη την εποχή αποτελούσε δυναμικό και αξιόλογο πόλο πολιτιστικής δράσης στη Θεσσαλονίκη. Μία μικρή ομάδα πνευματικών ανθρώπων της Θεσσαλονίκης με πρωτεργάτη τον Παύλο Ζάννα (Παύλος Ζάννας, Νίκος Μπακόλας και Δαμιανός Γαλαζούδης) πρότειναν μέσω της «ΤΕΧΝΗΣ» στη Διεθνή ΄Εκθεση να εμπλουτίσει τις καλλιτεχνικές της εκδηλώσεις κατά τη διάρκεια της ετήσιας έκθεσης με εκδηλώσεις για τον κινηματογράφο που ήταν τότε ιδιαίτερα φιλική και προσιτή ψυχαγωγία για τον πολύ λαό, με πολλούς και εκλεκτούς φίλους σε όλη την Ελλάδα. ΄Ηταν επόμενο ως ενεργό μέλος της «ΤΕΧΝΗΣ» να βρεθώ και εγώ όλες τις μέρες εκείνες στο «Ολύμπιο» (φυσικά στον εξώστη) και να παρακολουθήσω τις προβολές των τεσσάρων ταινιών που έλαβαν μέρος ενώ τα βράδια ως τις πρώτες πρωινές ώρες στο καφέ «Ντορέ» του Ξεφτέρη απέναντι απ΄τον Λευκό Πύργο και στα τραπεζάκια κάτω από τον ιστορικό πλάτανο οι συζητήσεις και οι κριτικές έπαιρναν και έδιναν … Τα αποτελέσματα με τη βράβευση της Αλίκης Βουγιουκλάκη με το βραβείο πρώτου γυναικείου ρόλου για τη συμμετοχή της στην ταινία «Μανταλένα» με συμπρωταγωνιστή τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ ήταν αναμενόμενα αν και κάποιοι από την παρέα μας περισσότερο προβληματισμένοι δεν αποδέχθηκαν ευχάριστα την απόφαση της Κριτικής Επιτροπής υπό τον συγγραφέα και ακαδημαϊκό Στρατή Μυριβήλη. ΄Αρεσαν βέβαια και οι ταινίες «Το ποτάμι» του Νίκου Κούνδουρου με σενάριο του Αντώνη Σαμαράκη και του Ιάκωβου Καμπανέλλη και μουσική του Μάνου Χατζηδάκι που πήρε βραβείο σκηνοθεσίας και μουσικής,καθώς η ταινία «΄Εγκλημα στα παρασκήνια» του Ντίνου Κατσουρίδη με βραβείο φωτογραφίας και η ταινία «Μια του κλέφτη» με πρωταγωνιστή τον Δημήτρη Χορν που έλαβε το Α’ βραβείο ανδρικού ρόλου.


Στο πρώτο εκείνο Φεστιβάλ Κινηματογράφου αποκαλύφθηκε το ταλέντο του πρόωρα χαμένου μεγάλου Θεσσαλονικέα σκηνοθέτη Τάκη Κανελλόπουλου του οποίου το ντοκιμαντέρ «Μακεδονικός Γάμος» εντυπωσίασε κοινό και Κριτική Επιτροπή και απέσπασε επάξια το βραβείο… Περίπου 35 χρόνια από τότε, το 1997, μου ανατέθηκε μαζί με άλλους φίλους του κινηματογράφου να στήσουμε στην πόλη μας το «Μουσείο Κινηματογράφου» Θεσσαλονίκης που ξεκίνησε πολύ ελπιδοφόρα αλλά υπήρξε ένα από τα πρώτα θύματα της οικονομικής κρίσης που ενέσκηψε στη χώρα καθώς θεωρήθηκε πως τα 200.000 ευρώ ετησίως που απαιτούνταν για να λειτουργήσει ήταν μία δαπάνη που θα μπορούσε να κοπεί υπέρ του δημοσίου χρέους με αποτέλεσμα το Μουσείο να κλείσει…

Επόμενα σημαντικά γεγονότα εκείνων των ετών ήταν η κατασκευή του Καυταντζογλείου Σταδίου στην πόλη το 1960 που έδωσε μεγάλη ώθηση στον αθλητισμό , η ίδρυση του Κρατικού Θεάτρου Βόρειας Ελλάδας με πρώτο καλλιτεχνικό διευθυντή τον Σωκράτη Καραντινό και το Φεστιβάλ Ελληνικού Τραγουδιού το 1962 που συνδέθηκε με το «Ευτυχείτε» του ΄Αλκη Στέα και ψυχαγώγησε τους ΄Ελληνες και τις Ελληνίδες για πολλά χρόνια. Στο πρώτο Φεστιβάλ Τραγουδιού νικήτρια αναδείχθηκε η τραγουδίστρια Καίτη Μπελίντα με το τραγούδι του Κώστα Γιαννίδη και του Στέλιου Χριστοφίδη «Αλυσίδες» …

Εικόνα: Δημήτρης Παπαδημος, ΕΛΙΑ ΜΙΕΤ

Συντάκτης: Απόστολος Παπαγιαννόπουλος
Πηγή: http://parallaximag.gr/