"Μάλλον αβέβαιο" εξακολουθεί να μοιάζει, λόγω και της οικονομικής κρίσης, το μέλλον της αποκατάστασης και επανάχρησης του βιομηχανικού συγκροτήματος των μύλων Αλλατίνι στα ανατολικά της Θεσσαλονίκης.
Παρότι το σύμπλεγμα αυτό, που -μεταξύ άλλων- περιλαμβάνει το παλαιότερο βιομηχανικό κτίριο της πόλης και ένα από τα παλαιότερα στην Ελλάδα, θα μπορούσε να αποτελέσει τον πυρήνα της αναζωογόνησης της νύμφης του Θερμαϊκού. Τα παραπάνω επεσήμανε -μεταξύ άλλων- η δρ αρχιτέκτων μηχανικός Μαρία Δούση, λέκτωρ του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου (ΑΠΘ), μιλώντας χτες βράδυ σε εκδήλωση του Πολιτιστικού Ιδρύματος της Τράπεζας Πειραιώς (ΠΙΟΠ) στη Θεσσαλονίκη, με θέμα τη βιομηχανική κληρονομιά της πόλης. "Όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν, το συγκρότημα αυτό, όπως και τα άλλα πολύ σημαντικά μνημεία της πόλης, μπορούν να αποτελέσουν τον πυρήνα της αναζωογόνησης της Θεσσαλονίκης, αρκεί να τα αποκαταστήσουμε την ευαισθησία που τους αρμόζει" σημείωσε η κ. Δούση.
84.000 οκάδες ψωμιού τη μέρα από ένα βιομηχανικό παλάτι...
Ο "ταξιδιώτης του χρόνου", που θα βρισκόταν ξημερώματα στον χώρο των μύλων στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, θα έβλεπε τον χώρο σε αναβρασμό: ενδεικτικό της κίνησης που πρέπει να υπήρχε γύρω από το συγκρότημα είναι το γεγονός ότι εν έτει 1929 τα αρτοποιεία του τροφοδοτούσαν ήδη την πόλη με 84.000 οκάδες -τότε- ψωμιού ημερησίως. Η ιστορία των Μύλων Αλλατίνι ξεκινά όμως πολύ προτού το συγκρότημα διαμορφωθεί με τη μορφή που οι Θεσσαλονικείς το γνωρίζουν σήμερα: στη θέση του σημερινού συγκροτήματος υπήρχε παλαιότερος μύλος γαλλικής ιδιοκτησίας (Darbley de Corbeil), ο πρώτος ατμόμυλος της Θεσσαλονίκης, που χρονολογείτο περίπου στο 1854.
Το 1883, ο μύλος αυτός περιήλθε στην κυριότητα των αδερφών Αλλατίνι, μίας από τις πιο δραστήριες επιχειρηματικά εβραϊκές οικογένειες της Θεσσαλονίκης, ενώ τρία από τα κτήριά του διασώζονται ακόμη και σήμερα. Γύρω στο 1898 ο μύλος κάηκε και στη θέση του χτίστηκε ένας νέος, "ένα βιομηχανικό παλάτι" ουσιαστικά, που η όψη του από τη θάλασσα στις φωτογραφίες της εποχής αντιπροσώπευε, σύμφωνα με την κα Δούση, το σύγχρονο πρόσωπο της πόλης. Ανάμεσα σε εξοχικές επαύλεις και προξενεία
Αρχιτέκτονας των νέων μύλων ήταν ο Ιταλός Βιταλιάνο Ποσέλι, ένας από τους σημαντικότερους αρχιτέκτονες της εποχής, ο οποίος επηρέασε με το έργο του την πόλη κατασκευάζοντας πολλά από τα δημόσια κτήρια της Οθωμανικής Διοίκησης αλλά και πολλά ιδιωτικά, και τράπεζες. Ο νέος Μύλος χωροθετήθηκε στο ανατολικό άκρο της πόλης στο πέρας της Λεωφόρου των Εξοχών -μια περιοχή δίπλα στη θάλασσα με εξοχικές επαύλεις και προξενεία. Ήταν δε ένα από τα χαρακτηριστικότερα δείγματα του ρεύματος του εκλεκτικισμού στην πόλη διέθετε την πλέον σύγχρονη για την εποχή κατασκευή και εξοπλισμό. Τα εγκαίνια έγιναν το Σεπτέμβριο του 1900. Στο συγκρότημα των Μύλων ενσωματώθηκαν και τα διασωθέντα τμήματα του παλαιότερου Μύλου. Το 1920 το συγκρότημα βρισκόταν πλέον σε πλήρη ανάπτυξη, ενώ οι μετοχές της εταιρείας και οι εγκαταστάσεις είχαν πουληθεί σε Έλληνες επιχειρηματίες από την οικογένεια Αλλατίνι. Το συγκρότημα όμως, κράτησε για πάντα το όνομα της εβραϊκής οικογένειας και οι Θεσσαλονικείς, ακόμη και σήμερα, έτσι το γνωρίζουν...
Το 1950 μια δεύτερη πυρκαγιά χτυπά τον χώρο προξενώντας μεγάλες καταστροφές στο συγκρότημα. Σύμφωνα με την ομιλήτρια, καταστράφηκε ολοσχερώς το εσωτερικό και οι δύο τελευταίοι όροφοι του πολυώροφου κτιρίου και προκλήθηκαν μεγάλης έκτασης ζημιές στα όμορα κτίρια. Κατά τη δεκαετία του 1960, μετά τις εργασίες επισκευής, το συγκρότημα απέκτησε νέα μορφή.
Η απώλεια της σχέσης με τη θάλασσα, οι τίτλοι τέλους και η κήρυξη ως διατηρητέου
Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1970 εξακολουθούν να γίνονται επεκτάσεις και επεμβάσεις "εκσυγχρονισμού" του κτιριακού αποθέματος αλλά και του μηχανολογικού εξοπλισμού και το συγκρότημα χάνει τη σχέση του με το θαλάσσιο μέτωπο με τη δημιουργία της νέας παραλίας. Οι τίτλοι τέλους για τη βιομηχανική λειτουργία του πέφτουν στα μέσα της δεκαετίας του '90, όταν εγκαταλείπεται και οι εγκαταστάσεις της εταιρείας που στεγαζόταν εκεί μεταφέρονται εκτός πόλης. Το συγκρότημα κηρύσσεται διατηρητέο από το υπουργείο Πολιτισμού τόσο για τη σημασία του στην οικονομική κοινωνική και ιστορική εξέλιξη της πόλης, όσο και για τη σπουδαιότητα της αρχιτεκτονικής των εγκαταστάσεων.
Το παλαιότερο βιομηχανικό κτίριο της Θεσσαλονίκης φτιάχτηκε με οικοδομική τεχνολογία που δεν έχει εντοπιστεί αλλού...
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ένα από τα κτήρια του προϋφιστάμενου Μύλου,αυτό της παλαιάς αποθήκης, στο οποίο διασώζονται σπανιότατες οικοδομικές και διακοσμητικές λεπτομέρειες. "Το κτίριο αυτό αποτελεί σίγουρα το παλαιότερο βιομηχανικό της πόλης και ένα από τα παλαιότερα της βιομηχανικής μας κληρονομιάς. Οι χυτοσιδηροί στύλοι εδράζονται σε μεσόβαθρα οπτοπλινθοδομής σε δύο γραμμές στήριξης και φέρουν τη σύμμικτη δομή της οροφής, η οποία αποτελείται από σιδηρές δοκίδες και θολίσκους από λίθους. Πρόκειται για μια μοναδική οικοδομική τεχνολογία που δεν έχει εντοπιστεί, από όσα γνωρίζω, σε κάποιο άλλο κτίριο" σημείωσε η κ. Δούση. Κατά τα λοιπά, το σημαντικότερο κτίριο του συγκροτήματος, ο αλευρόμυλος, έχει υποστεί και τις μεγαλύτερες αλλοιώσεις, ενώ σήμα κατατεθέν του συ κροτήματος αποτελεί μέχρι σήμερα το λεβητοστάσιο, με την επιβλητική καμινάδα των 35.50 μέτρων. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και το σιλό του σιταριού.
Ο ατμός βοηθά τη Θεσσαλονίκη να γίνει το "νούμερο 2" οικονομικό κέντρο μετά την Κωνσταντινούπολη
Το σύμπλεγμα των Μύλων Αλλατίνι αποτελεί ένα σημαντικό κομμάτι της πλούσιας βιομηχανικής κληρονομιάς της Θεσσαλονίκης, όπου στο παρελθόν η βιομηχανία ανθούσε. "Κατά την πρώτη περίοδο της βιομηχανικής ανάπτυξης, όταν η πόλη ανήκε στην οθωμανική αυτοκρατορία, ο ατμός θα είναι η είναι η νέα δύναμη, που θα ανεξαρτητοποιήσει την παραγωγή από τις περιοχές που διέθεταν φυσική κινητήρια δύναμη (σ.σ. π.χ., νερό από καταρράκτες). Έτσι, η πόλη θα αποκτήσει το προβάδισμα, θα συγκεντρώσει το μεγαλύτερο ποσοστό της επιχειρηματικής δραστηριότητας και θα γίνει το σημαντικότερο διοικητικό, στρατηγικό, εμπορικό και οικονομικό κέντρο της νοτιοανατολικής Ευρώπης μετά την Κωνσταντινούπολη" σημείωσε η κ. Δούση. Χαρακτηριστικό είναι ότι το 1909, στην πόλη λειτουργούσαν 19 βιομηχανικές μονάδες, κοντά στο νέο για την εποχή σιδηροδρομικό δίκτυο και το λιμάνι αλλά και μέσα στον αστικό ιστό της πόλης.
Το συγκρότημα του ΦΙΞ: Ένα οινοπνευματοποιείο που έγινε ζυθοποιία, ενώπιον της φθοράς
Στις παρυφές της πόλης λειτουργούσε και το ιστορικό βιομηχανικό συγκρότημα ΦΙΞ, που μαζί με τους Μύλους Αλλατίνι, αποτέλεσαν τις ναυαρχίδες της βιομηχανίας στην πόλη. Σύμφωνα με τον ομότιμο καθηγητή του ΑΠΘ, Μιχάλη Νομικό, ομιλητή στην ίδια εκδήλωση, μετά τη διακοπή των παραγωγικών δραστηριοτήτων κατά τη δεκαετία του 1980, τα κτήρια του ΦΙΞ άρχισαν να εγκαταλείπονται στην τύχη τους, στους βανδαλισμούς και τη φθορά του χρόνου. Πολλοί επιστημονικοί φορείς της πόλης και αρμόδιες υπηρεσίες κινητοποιήθηκαν για τη διάσωση του σημαντικού συγκροτήματος, που έχει κηρυχθεί διατηρητέο, με αποτέλεσμα να συγκροτηθούν ομάδες εργασίες και επιτροπές για την αποκατάστασή του.
Σύμφωνα με τον κ. Νομικό, η ιστορία του βιομηχανικού συγκροτήματος ξεκινά το 1883, όταν η οικογένεια Αλλατίνι ίδρυσε στον χώρο ένα οινοπνευματοποιείο. Ακολούθησαν αλλεπάλληλες τροποποιήσεις και επεκτάσεις του εργοστασίου και το 1892 η επιχείρηση μετατράπηκε σε ζυθοποιείο από τις οικογένειες Αλλατίνι, Μισδραχή και Φερνάντεζ. Το βιομηχανικό συγκρότημα άρχισε να λειτουργεί με τέσσερα τμήματα, το βυνοποιείο (το μοναδικό στην Ελλάδα εκείνη την εποχή), το ζυθοποιείο, το εμφιαλωτήριο και το παγοποιείο.
Το 1926 το εργοστάσιο περιήλθε στην ιδιοκτησία της "Κάρολος Φιξ ΑΕ", όπου και παρέμεινε μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980, οπότε και σταμάτησε οριστικά η λειτουργία του. Το καλοκαίρι του 1983 η εταιρεία αναστέλλει κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα.
Διαδοχικές προσπάθειες για διάσωση και προστασία
Το 1990, η τότε 4η Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων (ΕΝΜ) εισηγήθηκε για τον χαρακτηρισμό του συγκροτήματος ως διατηρητέου. Σύμφωνα με τον κ. Νομικό, μόλις ένα χρόνο μετά, το συγκρότημα του Φιξ ύστερα από πλειστηριασμό περιέρχεται σε ομάδα ιδιωτών κατά 60% και στην τεχνική εταιρεία "Ατλαντική Τεχνοδομική ΕΠΕ" κατά 40%. Το 1992 εκδόθηκε απόφαση μη χαρακτηρισμού μέρους του συγκροτήματος και οι ιδιοκτήτες εκδίδουν άδεια κατεδάφισης τμημάτων των παλαιών κτηρίων. Το 1993 με παρέμβαση της 4ης ΕΝΜ γίνεται αναστολή της κατεδάφισης και αποστέλλονται συμπληρωματικά στοιχεία στο υπουργείο Πολιτισμού για τον χαρακτηρισμό.
Την ίδια χρονιά, το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας/Τμήμα Κεντρικής Μακεδονίας (ΤΕΕ/ΤΚΜ) καταθέτει πρόταση για τη διάσωση του συγκροτήματος, ενώ ένα χρόνο μετά οι ιδιοκτήτες υποβάλλουν σειρά προτάσεων για την αξιοποίησή του. Ως αποτέλεσμα των ενεργειών αυτών, το 1994 το ΥΠΠΟ χαρακτηρίζει το μεγαλύτερο μέρος του συγκροτήματος ως διατηρητέο μαζί με τον τεχνολογικό του εξοπλισμό.
Η τελευταία προσπάθεια για τον χαρακτηρισμό και τη διατήρηση του συγκροτήματος πραγματοποιήθηκε σε ημερίδα που διοργάνωσε το ΤΕΕ/ΤΚΜ στις αρχές του 2005, όπου οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντες υποστήριξαν την ανάγκη εκπόνησης ενός master plan για την ευρύτερη περιοχή του βιομηχανικού συγκροτήματος Φιξ στη Θεσσαλονίκη με τον ορισμό ζώνης προστασίας η οποία θα προσδιόριζε όρους δόμησης και χρήσεις. Με αφετηρία τους προβληματισμούς αυτούς ξεκίνησε και έρευνα στο εργαστήριο διεπιστημονικής συνεργασίας του μεταπτυχιακού προγράμματος σπουδών της πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ, με αντικείμενο την αποκατάσταση μνημείων πολιτισμού, όπου διδάσκει και ο κ. Νομικός.
Πενήντα διατηρούμενα μηχανήματα, ανάμεσα στα οποία τα δέκα είναι "ιδιαίτερα σημαντικά"
Στο πλαίσιο της έρευνας έγινε προσπάθεια ανασύνθεσης της παραγωγικής διαδικασίας από την παραγωγή της πρώτης ύλης μέχρι την εμφιάλωση του τελικού προϊόντος. Διαπιστώθηκε ότι το συγκρότημα απαρτίζεται από έξι λειτουργικές ενότητες: Το βυνοποιείο, το ζυθοποιείο, το εμφιαλωτήριο, το λεβητοστάσιο, το παγοποιείο και το παρασκευαστήριο χυμών. Ο δε διατηρούμενος μηχανολογικός εξοπλισμός καταγράφηκε με καρτέλες καταγραφής-τεκμηρίωσης κατά τα πρότυπα του TICHI. Από τα 50 διατηρούμενα μηχανήματα τα 10 χαρακτηρίστηκαν ως ιδιαίτερα σημαντικά και προτάθηκε η διατήρηση στη θέση τους. Η έρευνα μηχανολογικού εξοπλισμού έγινε με την καθοδήγηση του μηχανολόγου Σάκη Χατζηγώγα.
Το πρόγραμμα κατέληξε σε πρόταση αποκατάστασης επανάχρησης. "Για την οργάνωση και χωροθέτηση χρήσεων στο σύνολο του συγκροτήματος, θεωρήθηκε ότι βασική αρχή θα ήταν να εξασφαλίζεται η παρουσία χρήσεων και ανθρώπων όλες τις ώρες της ημέρας. Με τίτλο '24 ώρες ΦΙΞ', στόχος της ομάδας ήταν η ανάδειξη του συγκροτήματος ως ένα χωρόσημο στο δυτικό τμήμα της πόλης. "Τα κτήρια των βιομηχανικών εγκαταστάσεων πάντα εντυπωσίαζαν, τόσο με τον όγκο τους, όσο και με τη μορφή τους. Ακόμη κι όταν σταματούν να λειτουργούν όμως, ως εγκαταλειμμένα κελύφη πλέον, συνεχίζουν να εντυπωσιάζουν και να προκαλούν το ενδιαφέρον" κατέληξε ο κ. Νομικός.
Πηγή: iefimerida.gr