Γράφει η Σοφία Βούλτεψη
Για όποιον του διαφεύγει, η χώρα έχει σοβαρά προβλήματα όσον αφορά στην αποπληρωμή των υποχρεώσεών της, που μέχρι το τέλος του 2015 αγγίζουν τα 30 δις ευρώ.
Πρόκειται για χρήματα που οφείλουμε στο ΔΝΤ, από το πρώτο πρόγραμμα (του 2010), στην ΕΚΤ και στις εθνικές κεντρικές τράπεζες (δάνεια που εξαιρέθηκαν από το PSI του 2012) και για λήξεις εντόκων ομολόγων – άλλο τώρα που η κυβέρνηση θέλει κι’ άλλον τέτοιον πανάκριβο μικροπρόθεσμο δανεισμό, ενώ δεν είναι σε θέση να πληρώσει τα παλιά.
Επιμένει επίσης η κυβέρνηση, παρά την πιστωτική ασφυξία, ότι δεν θέλει τα 7,2 δις ευρώ, επειδή δεν θέλει να ολοκληρωθεί η 5η Αξιολόγηση.
Όλα αυτά την ώρα που με βάση όσα έχει υπογράψει και συνομολογήσει – ζητώντας την επέκταση του υπάρχοντος προγράμματος και αποδεχόμενη τη Δήλωση του Eurogroup – υποχρεούται πλέον και το πρόγραμμα να εφαρμόσει και την αξιολόγηση να αποδεχθεί.
Αυτό είναι κάτι που πρέπει να μας το εξηγήσουν:
Πώς, δηλαδή, από την μια αποδέχονται και επέκταση και πρόγραμμα και αξιολόγηση και τρόικα (όποιος θέλει να τους λέει «θεσμούς», ας το κάνει βαυκαλιζόμενος) και πώς από την άλλη και συγχρόνως δεν τα αποδέχονται όλα αυτά.
Επιτέλους, έχουν υπογράψει ότι θα δεχθούν review (δηλαδή αξιολόγηση) προκειμένου να πάρει η χώρα τα χρήματα που χρειάζεται απεγνωσμένα.
Αυτή η άρνηση πραγματικότητας δεν μπορεί να τραβήξει άλλο. Στις 5 Μαρτίου αρχίζουν οι πληρωμές και κύκλοι του ΔΝΤ μας ξεκαθάρισαν πως μονομερής αναβολή της καταβολής θα οδηγήσει σε πιστωτικό γεγονός, ενώ ακόμη και αν υπάρξει επίσημο αίτημα για αναβολή δεν είναι βέβαιο ότι θα γίνει αποδεκτό – ήδη 11 μέλη του ΔΝΤ, μεταξύ των οποίων και ο εκπρόσωπος του (προτύπου) Βραζιλίας διαμαρτύρονται για διακριτική μεταχείριση υπέρ της Ελλάδας.
Αυτά είναι τα προβλήματα και όχι οι δωδεκάωρες (και βάλε) συζητήσεις στην Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ, οι εξάωρες στην Πολιτική Γραμματεία και τα διήμερα στην Κεντρική Επιτροπή.
Κι’ αν ασκείται κριτική στο γεγονός ότι και στην τελευταία συνεδρίαση της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ υποβλήθηκε τροπολογία της Αριστερής Πλατφόρμας, όπου διατυπώνεται διαφωνία και με τη δήλωση του Eurogroup και με την Λίστα Βαρουφάκη, λαμβάνοντας 68 ψήφους υπέρ και 92 κατά – δηλαδή πραγματικό σχίσμα και πάλι – αυτό δεν είναι ένα απλό κουτσομπολιό επί της πολυφωνίας.
Διαφωνίες στα κόμματα υπάρχουν, αλλά όταν ένα κόμμα που κυβερνά εμφανίζεται κομμένο στα δύο πάνω στο πιο βασικό ζήτημα ως προς την πολιτική που θα ασκήσει και την πορεία που θα ακολουθήσει, τότε υπάρχει πρόβλημα.
Όταν ο επικεφαλής της ισχυρής ομάδας που διαφωνεί είναι υπουργός που θα κληθεί να εφαρμόσει την συμφωνία (δια των ιδιωτικοποιήσεων) και όταν ανάμεσα σ’ αυτούς που διαφωνούν βρίσκονται όλοι εκείνοι που θα κληθούν είτε να εφαρμόσουν στα υπουργεία τους όλα αυτά με τα οποία διαφωνούν, τότε υπάρχει πρόβλημα στην κυβέρνηση.
Δεν πρόκειται επομένως, κ. Λαφαζάνη για μια απλή εσωκομματική διαφωνία.
Πρόκειται για διαφωνία μεταξύ αυτών που καλούνται να εφαρμόσουν τα συμφωνηθέντα.
Και αυτό δεν αφορά μόνο τον ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι δηλαδή θέμα εσωτερικών διαδικασιών που θέλει να ακολουθεί – και δικαίωμά του.
Είναι θέμα όλων των κομμάτων και όλων των πολιτών.
Εκτός και αν μας πουν πως θα κάνουν ό,τι πρέπει και ό,τι συμφωνήθηκε και ας διαφωνούν.
Έχουν το θάρρος να μας το πουν – και κυρίως να το κάνουν;
Εδώ δεν πρόκειται πλέον για μια παρέα που κουβεντιάζει και διαφωνεί και πετάει κείμενα και τροπολογίες.
Πρόκειται για την κυβέρνηση μιας χώρας που κινδυνεύει.
Και είναι υποκριτικό όλοι, διαφωνούντες και μη, να μην θέλουν να φέρουν την συμφωνία της επέκτασης της τρέχουσας συμφωνίας και του τρέχοντος προγράμματος, καταφεύγοντας σε νομικίστικα τερτίπια.
Διότι όλοι ξέρουμε ότι προσπαθούν να αποφύγουν το πικρό ποτήρι επειδή πρώτον δεν θέλουν να αποκαλυφθεί ότι πρόκειται για το ίδιο μνημόνιο και την ίδια σύμβαση και δεύτερον επειδή θα αναγκάζονταν είτε να καταψηφίσουν, είτε να υπρψηφίσουν… διαφωνώντας.
Τα πράγματα είναι απλά…