Μια χώρα είναι προτεκτοράτο όταν αισθάνεται προτεκτοράτο.
Και μια χώρα αισθάνεται προτεκτοράτο όταν αισθάνεται κάθε φορά την ανάγκη να δημιουργεί εχθρούς για να τους καταγγέλλει και να κλαψουρίζει παριστάνοντας το θύμα, βγάζοντας συνεχώς το χέρι του Τιραμόλα και δείχνοντας τον επόμενο υπεύθυνο – και ποτέ τον εαυτό της.
Αποτελεί καθαρή ένδειξη δουλοπρέπειας κάθε νευρική αντίδραση σε οποιαδήποτε δήλωση ξένου αξιωματούχου, όπως συνέβη τελευταία με μια δήλωση του Γερμανού υπουργού των Οικονομικών σχετικά με την ανάγκη η χώρα μας να τηρήσει τις δεσμεύσεις της έναντι των δανειστών της αν επιθυμεί να παραμείνει στο ευρώ (προαναγγέλλοντας για άλλη μια φορά ένα πρόσθετο ποσό χρηματοδότησης της τάξης των 10 δις ευρώ).
Η δήλωση εξελήφθη ως προειδοποίηση προς την κυβέρνηση, προκειμένου να μην προχωρήσει σε φοροελαφρύνσεις, ως συνέπεια των αρνητικών επιδόσεων των κομμάτων που την στηρίζουν στις πρόσφατες ευρωεκλογές.
Αλλά πρόκειται πράγματι γι’ αυτό;
Ή μήπως για άλλη μια φορά βλέπουμε το δένδρο και χάνουμε το δάσος;
Διότι το θέμα που έχει τεθεί στην Ελλάδα μετά την Κυριακή των ευρωεκλογών δεν είναι αν και πώς θα επιτευχθούν οι φοροελαφρύνσεις, αλλά αν και πότε θα διεξαχθούν εθνικές εκλογές.
Αυτό το κλίμα βγαίνει προς τα έξω, σ’ αυτό αναφέρονται όλα τα διεθνή μέσα ενημέρωσης:
Ότι δηλαδή η αξιωματική αντιπολίτευση ζητά εκλογές βάσει του αποτελέσματος των ευρωεκλογών.
Ότι είναι ορατός ο κίνδυνος να μπει η Ελλάδα σε μια παρατεταμένη πολύμηνη προεκλογική περίοδο στη διάρκεια της οποίας η χώρα μπορεί να περιπέσει σε ακυβερνησία.
Αυτό άλλωστε προκύπτει και από την έκθεση του διεθνούς οίκου αξιολόγησης Moody’s, που δόθηκε στη δημοσιότητα στις 2 Ιουνίου και με την οποία δεν ασχολήθηκε κανείς – σε αντίθεση με τις δηλώσεις Σόιμπλε.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, «το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών είναι αρνητικό για την πιστοληπτική ικανότητα (credit negative) της Γαλλίας και της Ελλάδας», καθώς «η άνοδος των ευρωσκεπτικιστικών κομμάτων στις χώρες αυτές αυξάνει τον κίνδυνο να εξετάσουν οι κυβερνήσεις τους τη χαλάρωση της δημοσιονομικής προσαρμογής, η οποία θα αντιμετώπιζε την κόπωση του εκλογικού σώματος από τη λιτότητα, αλλά θα επέτρεπε μεγαλύτερα ελλείμματα από αυτά που προβλέπονται σήμερα».
Ο οίκος κάνει αναφορά στην απαίτηση του ΣΥΡΙΖΑ για άμεση διεξαγωγή γενικών εκλογών και υποστηρίζει πως «η Ελλάδα αντιμετωπίζει ακόμη την πιθανότητα αποσταθεροποιητικών πρόωρων βουλευτικών εκλογών, δεδομένης της εύθραυστης και μειούμενης πλειοψηφίας τού κυβερνητικού συνασπισμού».
Και: «Επιπλέον, επειδή είναι (σ.σ. η Ελλάδα) η πιο αδύναμη χώρα της Ευρωζώνης, αποτελεί τον μεγαλύτερο συστημικό κίνδυνο για την υπόλοιπη νομισματική ένωση, αν και ο κίνδυνος να προκαλέσει η Ελλάδα ένα συστημικό πρόβλημα είναι μικρότερος από ό,τι ήταν στο αποκορύφωμα της κρίσης κρατικού χρέους της Ευρωζώνης».
Επομένως, αυτό που έχει προκαλέσει τη γενική ανησυχία είναι ο κίνδυνος να ξαναμπεί η χώρα μας (για τέταρτη φορά σε πέντε χρόνια) σε μια νέα εκλογική περιδίνηση, στη διάρκεια της οποίας δεν θα γίνεται τίποτε – αντίθετα θα μειώνονται ακόμη και τα έσοδα από τον τουρισμό.
Αυτό είναι το πρόβλημα και αυτός είναι ο κίνδυνος που θέλουν να αποτρέψουν οι ξένοι.
Οι οποίοι (ξένοι)βλέπουν μια χρεοκοπημένη χώρα να πηγαίνει από εκλογές σε εκλογές, έχοντας παράλληλα την απαίτηση οι άλλοι να συνεχίσουν να την χρηματοδοτούν.
Οι ξένοι είδαν μια χώρα με τεράστιο χρέος να πηγαίνει σε πρόωρες εκλογές το 2009 με το βασικό σύνθημα «λεφτά υπάρχουν».
Μετά την είδαν να διαπιστώνει πως λεφτά δεν υπήρχαν και να τρέχει στο κατώφλι τους ζητώντας απεγνωσμένα μια λύση, διότι είχε αποκλειστεί από τις αγορές και δεν την δάνειζε κανείς, με τα σπρεντ να πηγαίνουν στον Θεό.
Μετά την είδαν (την πτωχευμένη χώρα) να περνά άλλο δυο χρόνια μέσα στο χάος και την ακινησία.
Μετά την είδαν να πηγαίνει σε διπλές εκλογές, τον Μάιο και τον Ιούνιο του 2012.
Και τώρα διαπιστώνουν πως μετά τις ευρωεκλογές θέλει ξανά εκλογές.
Πέρα από το γεγονός ότι ο οποιοσδήποτε μπορεί να ασκεί κριτική – και επομένως και αυτοί που μάζεψαν τα δάνειά μας και τα μετέφεραν στις χώρες και στους λαούς τους – ακόμη και ο πιο καλόπιστος δεν μπορεί παρά να απορεί και να εξίσταται με τέτοιου είδους ανεύθυνες συμπεριφορές.