Μία χτένα πάνω στο φέρετρο του 48χρονου υπάλληλου της πολεοδομίας Καβάλας, που τοποθετήθηκε από γείτονά του, ήταν το «στοιχείο» που έριξε φως στην υπόθεση, η οποία στοίχειωνε επί 13 χρόνια την περιοχή: Την τριπλή δολοφονία στην Καλλιράχη Θάσου το καλοκαίρι του 2001.
Του Κώστα Καντούρη
Η χτένα, όπως δέχονται οι δικαστές του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Καβάλας στο βούλευμά τους, τοποθετήθηκε για συμβολικούς λόγους και υποδήλωνε πως ένοχος του τριπλού εγκλήματος ήταν ο 57χρονος επιχειρηματίας Ανδρέας Χτενάς.
Ο άνθρωπος που έκανε τη συγκεκριμένη κίνηση να τοποθετήσει τη χτένα πάνω στη σορό του θύματος, που θεωρήθηκε βασικός στόχος του κατηγορούμενου, δέχτηκε για πρώτη φορά στην τελευταία κατάθεσή του το 2011 ότι το έπραξε. Στις προηγούμενες καταθέσεις η κίνηση καταγράφηκε από άλλους μάρτυρες ως στοιχείο, όμως ποτέ δεν διασταυρώθηκε. Πάντως, ο γείτονας δεν διευκρινίζει για ποιους λόγους το έκανε. Το δικαστικό συμβούλιο Καβάλας στο βούλευμά του με αριθμό 16/2014, με το οποίο παραπέμπει σε δίκη τον 57χρονο και τον προφυλακίζει, σημειώνει πως η αιτιολογία που δίνει ο μάρτυρας ότι «ήταν αυθόρμητη αντίδραση να τοποθετήσω τη χτένα» δεν ευσταθεί, καθώς ο νεκρός υπάλληλος Ιωάννης Κουλούσης είχε ελάχιστα μαλλιά και παράλληλα η χτένα παρέπεμπε ευθέως στο όνομα του βασικού υπόπτου Ανδρέα Χτενά. «Το γεγονός αυτό έχει καθαρά συμβολικό χαρακτήρα, καθότι η τοποθέτηση του αντικειμένου (χτένας) συνδέεται με το όνομα του κατηγορούμενου», αναφέρεται συγκεκριμένα.
Μέχρι την τελευταία κατάθεση του γείτονα του θύματος, ο οποίος είχε φιλικές σχέσεις με τον κατηγορούμενο για το τριπλό έγκλημα, δεν είχε επιβεβαιωθεί από τον ίδιο ότι είχε τοποθετήσει τη χτένα. Οι δικαστές στο βούλευμά τους συνδυάζουν ακόμη την κατάθεση της χήρας του υπαλλήλου, η οποία υποστηρίζει ότι τρία διαφορετικά πρόσωπα εκμυστηρεύτηκαν στην ίδια πως δολοφόνος του συζύγου της ήταν ο Αν. Χτενάς.
ΤΑ 13 ΧΡΟΝΙΑ ΕΡΕΥΝΩΝ
Το στοιχείο της χτένας δεν ήταν το μοναδικό που οδήγησε το δικαστικό συμβούλιο να παραπέμψει τον 57χρονο επιχειρηματία Ανδρέα Χτενά σε δίκη για το τριπλό έγκλημα. Άλλωστε ήταν ο υπ’ αριθμόν ένα ύποπτος από τότε που διαπράχθηκε το πρωτοφανές στα χρονικά έγκλημα. Όπως φαίνεται από το βούλευμα, αξιολογήθηκαν περισσότερες από 20 καταθέσεις μαρτύρων, με σημαντικότερη όμως αυτή του γείτονα του κατηγορούμενου, ο οποίος μεταξύ άλλων αναφέρει πως είδε έναν ψηλό την ημέρα του φονικού να πηδάει το μπαλκόνι του εξοχικού του θύματος στην Καλλιράχη της Θάσου.
Το τριπλό έγκλημα είχε διαπραχθεί στα μέσα Ιουνίου 2001, με θύματα τον 48χρονο υπάλληλο της πολεοδομίας Καβάλας Γιάννη Κουλούση, τον 55χρονο υπάλληλο της τοπογραφικής υπηρεσίας Καβάλας Γιώργο Χαλκίδη και τον 49χρονο εργολάβο οικοδομών και στέλεχος τότε της βιομηχανίας ζάχαρης Κυριάκο Αθανασά. Οι τρεις άνδρες είχαν πυροβοληθεί από δύο όπλα, καθώς στο σημείο βρέθηκαν δέκα κάλυκες των 9 χιλιοστών. Όπως φαίνεται από την ιατροδικαστική εξέταση, οι δύο πυροβολήθηκαν με δύο σφαίρες στο κεφάλι στο μπαλκόνι του σπιτιού και ο τρίτος με δύο σφαίρες στην πλάτη και μία στο κεφάλι στον ελαιώνα του εξοχικού, προσπαθώντας μάλλον να διαφύγει. Και στις τρεις περιπτώσεις ο ιατροδικαστής Μηνάς Γεωργιάδης είχε βρει «χαριστικές βολές».
Το βασικό «κλειδί» που έδωσε και άλλα στοιχεία στις εργαστηριακές έρευνες αφορούσε μία τέταρτη δολοφονία, του Γεώργιου Σιδηρόπουλου, ιδιοκτήτη νυχτερινού κέντρου, που σημειώθηκε έναν χρόνο αργότερα, τον Ιούλιο του 2002. Και με αυτόν ο κατηγορούμενος είχε διαφορές, ενώ και σε αυτή την περίπτωση παρατηρήθηκε «χαριστική βολή». Και για τις δύο υποθέσεις όμως ποτέ δεν είχαν βρεθεί επαρκή στοιχεία, για να τον ενοχοποιήσουν. Σφαίρες που εξετάστηκαν από τις δύο υποθέσεις, την τριπλή δολοφονία στη Θάσο και το έγκλημα του Σιδηρόπουλου στην Καβάλα, προέκυψε ότι ανήκαν στο ίδιο όπλο. Το όπλο δεν βρέθηκε ποτέ, όμως σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αστυνομικών που έκαναν τις εργαστηριακές εξετάσεις, ένα άλλο όπλο μπορούσε να ταυτιστεί εργαστηριακά με τους κάλυκες των δύο υποθέσεων ανθρωποκτονιών. Το συγκεκριμένο είχε δηλωθεί ως ιδιωτικό από αστυνομικό, που πλέον έχει αποταχθεί και από μαρτυρίες προκύπτει ότι είχε δώσει στον Ανδρέα Χτενά.
Στα στοιχεία που καταγράφονται ένα προς ένα στη δικαστική απόφαση παραπομπής του σε δίκη αναφέρονται και μαρτυρίες που αφορούν το αυτοκίνητο του Χτενά, πανομοιότυπο του οποίου είδαν έξω από το εξοχικό του θύματος.
Στο τριπλό έγκλημα όμως εκτιμούν οι δικαστικές αρχές ότι εμπλέκεται και άλλο άτομο, άγνωστο μέχρι τώρα. Στο βούλευμα ταυτοποιούνται καταθέσεις μαρτύρων από την τριπλή δολοφονία της Θάσου και από την ανθρωποκτονία του επιχειρηματία Σιδηρόπουλου, που περιγράφουν τα ίδια χαρακτηριστικά του προσώπου, το οποίο χαρακτηρίζεται συνεργός του Χτενά. Μάλιστα, σε μαρτυρία αναφέρεται ότι στο εξοχικό του άτυχου Ιω. Κουλούση έγινε αντιληπτή μοτοσικλέτα, παρόμοια της οποίας επισκευάστηκε τις προηγούμενες ημέρες του τριπλού εγκλήματος από συνεργείο και το δίκυκλο ήταν ιδιοκτησίας ενός Αλβανού.
57ΧΡΟΝΟΣ «Έχω τρία άδεια φέρετρα στο οικόπεδο»
Το κίνητρο του τριπλού εγκλήματος, στην περίπτωση ενοχοποίησης του Χτενά, ήταν γνωστό στις αρχές από την πρώτη στιγμή, όταν άλλωστε ο 57χρονος επιχειρηματίας είχε κριθεί ύποπτος, χωρίς όμως να βρεθούν στοιχεία σε βάρος του. Ακόμη και όταν συνελήφθη για ληστείες και φυλακίστηκε γι’ αυτό, σχεδόν δυόμισι χρόνια αργότερα από το έγκλημα της Θάσου.
Η κατεδάφιση ενός αυθαιρέτου σε οικόπεδο ιδιοκτησίας της συζύγου του Χτενά, τον Μάιο του 2001, λιγότερο από έναν μήνα πριν από την τριπλή δολοφονία, θεωρείται ως μοναδικό κίνητρο και έτσι καταγράφεται και στην απόφαση του δικαστικού συμβουλίου Καβάλας. «Σε διάστημα μίας εβδομάδας από την κατεδάφιση έντονη είναι η αντίδραση του Ανδρέα Χτενά, ο οποίος απειλεί ότι θα θάψει σε φέρετρα που είχε τοποθετήσει εντός του παραπάνω οικοπέδου (τρία σε αριθμό) όποιον του κατεδάφιζε το σπίτι», τονίζεται στο διατακτικό της απόφασης που επικαλείται μαρτυρίες κατοίκων της περιοχής.
Ο φόβος του υπαλλήλου της πολεοδομίας Ιωάννη Κουλούση, ο οποίος είχε εμφανιστεί στην κατεδάφιση, κρύβοντας τα χαρακτηριστικά του προσώπου του, επιβεβαιώνεται από μαρτυρίες κατοίκων της Θάσου, με τους οποίους συνομίλησε μία ημέρα πριν να δολοφονηθεί, όταν επισκέφτηκε πάλι το νησί στις 14 Ιουνίου 2001. Ακόμη, στο βούλευμα καταγράφεται ότι ο άτυχος υπάλληλος της πολεοδομίας είχε ήδη κάνει κινήσεις για να εκδώσει άδεια οπλοφορίας, καθώς στο γραφείο του βρέθηκε αίτηση για άδεια και υπεύθυνη δήλωση για αγορά όπλου.