Στα πρόθυρα της οικονομικής ασφυξίας βρίσκεται ένα μεγάλο μέρος των ελληνικών νοικοκυριών. Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα που προκύπτει από την ετήσια τακτική έρευνα του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας με τίτλο “Εισόδημα - Δαπάνες Νοικοκυριών”.
Σύμφωνα με τα ευρήματα:
- Το 40,2% των νοικοκυριών, περίπου 1,4 εκατ., έχουν στην οικογένεια ένα τουλάχιστον άνεργο άτομο. Από αυτό το ποσοστό, μόνο το 9,8% λαμβάνει επίδομα ανεργίας (λιγότερο από 200.000). Περισσότεροι από ένα εκατ. πολίτες έχουν μείνει ακάλυπτοι για τον κίνδυνο της ανεργίας.
- Το 44,3% του πληθυσμού έχει οικονομικές υποχρεώσεις προς τις τράπεζες. Το 1 στα 10 νοικοκυριά αναγκάστηκαν να ρευστοποιήσουν περιουσιακά στοιχεία για αντεπεξέλθουν στην κρίση. Οι πρόσφατοι νόμοι για τη φορολόγηση ακινήτων, τις κατασχέσεις καταθέσεων και τη μερική άρση των πλειστηριασμών αναμένεται να δημιουργήσουν συνθήκες ασφυξίας στα νοικοκυριά.
- Παραπάνω από 1 στα 3 νοικοκυριά βρίσκεται στο όριο καθυστέρησης πληρωμών προς το δημόσιο, ταμεία ΔΕΚΟ, τράπεζες, δάνεια κτλ. λόγω αδυναμίας (το 34,8% των νοικοκυριών καθυστερεί τις οφειλές για να μπορέσει να αντεπεξέλθει, ενώ το 41,7% δήλωσε ότι δεν διαθέτει επαρκές εισόδημα για την κάλυψη των υποχρεώσεων).
- Η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης των νοικοκυριών συνεχίζεται, αν και πλέον το φαινόμενο επιβραδύνει. Μεγάλο μέρος του πληθυσμού δεν καλύπτει φορολογικές και δανειακές υποχρεώσεις, αγοράζει αγαθά χαμηλότερης ποιότητας για να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις και φοβάται ότι κάποια στιγμή θα κινδυνεύσει να χάσει το σπίτι του.
- Το 94,6% των νοικοκυριών έχει υποστεί μειώσεις εισοδήματος το διάστημα της κρίσης (2010-2013). Η συντριπτική πλειοψηφία των νοικοκυριών που ανήκουν στo εισοδηματικό κλιμάκιο 10.000-25.000€ (96-97%) εμφανίζει μειώσεις στα εισοδήματά της. Σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά (2012), το 82,4% του πληθυσμού αναφέρει ότι έχει υποστεί μειώσεις μέσα στο 2013, γεγονός που δείχνει ότι τα εισοδήματα διατηρούν την καθοδική τους τάση.
- Ο μέσος όρος μείωσης του εισοδήματος σύμφωνα με την εκτίμηση του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ αγγίζει το 40% (39,47%). Η Αττική είναι η περιοχή όπου καταγράφηκε η μεγαλύτερη μείωση (41,06%).
- Βασική, ίσως και μοναδική, στήριξη των νοικοκυριών αποτελούν τα εισοδήματα από συντάξεις (48,6%). Τα εισοδήματα από μισθωτές υπηρεσίες, ελεύθερα επαγγέλματα και επιχειρηματική δραστηριότητα έχουν υποχωρήσει ως προς τη συνεισφορά τους στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς (35,9% των νοικοκυριών στηρίζεται σε μισθούς, 10,3% σε επιχειρηματικά κέρδη).
- Κλίμα απαισιοδοξίας συνεχίζει να διακατέχει τα ελληνικά νοικοκυριά. Το 41,7% θεωρεί ότι δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις οικονομικές υποχρεώσεις του επόμενου έτους. Αυξημένη αδυναμία δηλώνουν τα νοικοκυριά με ένα τουλάχιστο άνεργο (51%).
- Η αγορά συνεχίζει να βρίσκεται σε μια παρατεταμένη ετήσια χειμερία νάρκη”, δεδομένου ότι το 75,5% (από 70% στην αντίστοιχη περσινή έρευνα εισοδήματος) των νοικοκυριών αναμένει τις εκπτώσεις για να αγοράσει βασικά αγαθά.
- Δραματικές εμφανίζονται οι περικοπές στην κατανάλωση λόγω της συρρίκνωσης των εισοδημάτων. Το 63,7% των νοικοκυριών έχει κάνει περικοπές στις δαπάνες ειδών διατροφής, ενώ το 90,3%, περιόρισε τις δαπάνες για ένδυση - υπόδηση και περίπου το 90% έχει περιορίσει τις εξόδους σε εστιατόρια, ταβέρνες, μπαρ, σινεμά κλπ. Άνω του 75% των νοικοκυριών έχει κάνει περικοπές στις δαπάνες για θέρμανση και μετακινήσεις, γεγονός που συνδέεται με τη διατήρηση του υψηλού και αναποτελεσματικού -όπως εκτιμά το Ινστιτούτο- φόρου στην κατανάλωση πετρελαίου θέρμανσης.
- Η τάση υποβάθμισης της ποιότητας ζωής συνεχίζεται καθώς το 36,5% του πληθυσμού δηλώνει ότι αγοράζει προϊόντα χαμηλότερης ποιότητας. Οξυμένο είναι το πρόβλημα στις πολυμελείς οικογένειες (στις πενταμελείς το ποσοστό ανέρχεται στο 44,7%) και στις χαμηλές εισοδηματικά κατηγορίες.
- Από την έρευνα επιβεβαιώνεται το υψηλό ποσοστό κατοχής ακίνητης περιουσίας από τα ελληνικά νοικοκυριά. Το 86,7% του πληθυσμού κατέχει κάποιο ακίνητο. Το 28,1% των νοικοκυριών που διαμένει σε ιδιόκτητο σπίτι έχει στεγαστικό δάνειο. Αυτό σημαίνει ότι περίπου ένα εκατ. νοικοκυριά έχουν δανειακά βάρη στο ακίνητο που διαμένουν.
-Το 1 στα 3 νοικοκυριά φοβάται ότι θα χάσει το σπίτι του εξαιτίας τόσο των συσσωρευμένων υποχρεώσεων, όσο και των επιπρόσθετων επιβαρύνσεων (δανειακών, φορολογικών και άλλων). Η ανασφάλεια αυτή δημιουργεί ένα φαύλο κύκλο αποεπένδυσης και κατάρρευσης των αξιών των ακινήτων.
Ο ΓΟΛΓΟΘΑΣ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΑΣ ΤΑΞΗΣ
Με βάση τα στοιχεία της έρευνας, το 94,6% των νοικοκυριών είχε σημαντική μείωση των εισοδημάτων μετά το ξέσπασμα της κρίσης. Ο μέσος όρος μείωσης του οικογενειακού εισοδήματος σε σχέση με τρία χρόνια πριν καταγράφεται στο 39,5%. Η συντριπτική πλειοψηφία των μικρομεσαίων νοικοκυριών που ανήκουν στo εισοδηματικό κλιμάκιο 10,000-25,000€ (96-97%) εμφανίζει μειώσεις στα εισοδήματά της. Ιδιαίτερα ευάλωτες είναι οι πολυμελείς οικογένειες και οικογένειες που έχουν ένα τουλάχιστον άνεργο στο νοικοκυριό. Η περιφέρεια Αττικής φαίνεται να πλήττεται περισσότερο από όλους (καταγράφεται μείωση εισοδήματος στο 95,7% του πληθυσμού).
Η αγορά συνεχίζει να βρίσκεται σε μια παρατεταμένη ετήσια χειμερία νάρκη”, δεδομένου ότι το 75,5% (από 70% στην αντίστοιχη περσινή έρευνα εισοδήματος) των νοικοκυριών αναμένει τις εκπτώσεις για να αγοράσει βασικά αγαθά. Μάλιστα, παρά τη σημαντική αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, το 73,2% του πληθυσμού δηλώνει ότι κατά το τελευταίο έτος οι τιμές των αγαθών που αγοράζει αυξήθηκαν, γεγονός που υποδηλώνει ότι τα νοικοκυριά αντιλαμβάνονται τη μεγάλη μείωση του πραγματικού εισοδήματος ως παράμετρο που αυξάνει τις σχετικές τιμές σε σχέση με το παρελθόν.
Φέτος, πάνω από το 45% των νοικοκυριών κλήθηκε να πληρώσει φόρο ακινήτων πάνω από 500 ευρώ. Αν συνυπολογίσουμε την υπερφορολόγηση των εισοδημάτων και τη μεγάλη μείωση των εισοδημάτων, συνάγεται ότι 1 στα 2 νοικοκυριά επιβαρύνθηκε με φόρο κατοχής ακινήτου αξίας τουλάχιστον ενός μισθού, ο οποίος προφανώς αποσπάστηκε από την πραγματική οικονομία.
ΕΜΠΙΣΤΕΥΟΜΑΣΤΕ, ΑΚΟΜΑ, ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
Μοναδικό θετικό στοιχείο της έρευνας είναι η διατήρηση της εμπιστοσύνης που έχουν τα νοικοκυριά στο δημόσιο σύστημα υγείας, καθώς το 55,8% θα έδειχνε περισσότερη εμπιστοσύνη στο δημόσιο νοσοκομείο για την αντιμετώπιση κάποιου σοβαρού προβλήματος, έναντι 34,2% που θα προτιμούσε το ιδιωτικό. Οι μελετητές επισημαίνουν ότι οι πολιτικές υγείας που ασκούνται θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους το συγκεκριμένο δεδομένο, καθώς είναι πολύ πιθανό οι χρήστες των δημόσιων υπηρεσιών υγείας να αλλάξουν προτιμήσεις αν δεν εξομαλυνθεί διοικητικά και πολιτικά η κατάσταση στα δημόσια νοσοκομεία.
Η συγκεκριμένη έρευνα εντάσσεται στις ετήσιες τακτικές έρευνες του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ και πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με την εταιρεία MARC AE. Έγινε σε δείγμα 1.201 αντιπροσωπευτικών νοικοκυριών στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας την περίοδο Δεκεμβρίου 2013. Στόχος, η καταγραφή των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης στο εισόδημα, τις δαπάνες των νοικοκυριών, στη ζήτηση καθώς και η αποτύπωση της στάσης των νοικοκυριών σχετικά με την ποιότητα διαβίωσης και τις φορολογικές και άλλες οικονομικές υποχρεώσεις.
ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΡΙΘΜΟΥΣ
Από τα αποτελέσματα της έρευνας εισοδήματος 2013 του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ προκύπτει με σαφήνεια μια τάση υποβάθμισης των καταναλωτικών συνηθειών, του επιπέδου διαβίωσης και της ποιότητας ζωής των νοικοκυριών και αναδεικνύεται παράλληλα η αυξανόμενη ανασφάλεια που έχουν τα νοικοκυριά για τη δυνατότητά τους να αντεπεξέλθουν στις οικονομικές υποχρεώσεις τους, αλλά και να συντηρήσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία.
Οι συντάκτες υπογραμμίζουν ότι, “επιβεβαιώνονται για άλλη μια φορά οι θέσεις της ΓΣΕΒΕΕ όσον αφορά τις συνέπειες της σκληρής περιοριστικής πολιτικής και της διαδικασίας εσωτερικής υποτίμησης που εφαρμόζεται, και που προκαλεί αλυσιδωτές επιπτώσεις στην παραγωγή, την κατανάλωση, την επιχειρηματική δραστηριότητα και την απασχόληση. Μάλιστα, οι πρόσφατες ρυθμίσεις για την κτηματαγορά θα επιβαρύνουν περαιτέρω το επενδυτικό προφίλ των περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου και θα επιδράσουν αρνητικά στα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις”.
Συμπερασματικά, τα στοιχεία αποτυπώνουν με τον πιο παραστατικό τρόπο, ότι τα ελληνικά νοικοκυριά, όχι μόνο αντιμετωπίζουν ήδη μεγάλες δυσκολίες, αλλά και ότι δεν θα αντέξουν σε επιπλέον επιβαρύνσεις. Οι νομοθετικές ρυθμίσεις για τη μερική άρση των πλειστηριασμών, το φόρο ακινήτων και τις κατασχέσεις καταθέσεων έχουν τροφοδοτήσει ένα διαλυτικό κύμα ανασφάλειας που τροφοδοτεί εκ νέου την ύφεση, την αποφυγή ρίσκου και επενδυτικών πρωτοβουλιών, ενώ συντηρείται με αυτόν τον τρόπο το υψηλότατο επίπεδο ανεργίας.
Σύμφωνα με την Συνομοσπονδία, είναι επιτακτική σήμερα, όσο ποτέ άλλοτε, η προώθηση οικονομικών πολιτικών που θα τονώσουν την οικονομία και το εισόδημα των νοικοκυριών, όπως είναι η χρηματοδότηση δράσεων για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και η πολιτική ενίσχυσης της υποκατάστασης ζήτησης που καλύπτεται σήμερα με εισαγωγές. Η φορολογική δικαιοσύνη, η μείωση της ανεργίας και η συνακόλουθη άμβλυνση της οικονομικής ανασφάλειας πρέπει να αποτελέσουν προτεραιότητες της οικονομικής πολιτικής, μετά από μια μακρά περίοδο αυστηρής και αναποτελεσματικής λιτότητας και περιορισμού της λειτουργίας των οικονομικών θεσμών.