Τρίτη 17 Δεκεμβρίου 2013

ΟΙ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ ΤΟΥ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Ένα βιβλίο του Ανδρέα Ανδριανόπουλου που θα έπρεπε να προβληματίσει κάθε Νεοέλληνα ως προς τα βαθύτερα αίτια της σημερινής κρίσης και την πιθανή έξοδο από αυτήν

Σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπου οι φιλελεύθερες ιδέες επηρέασαν βαθύτατα και τις αντίστοιχες σοσιαλιστικές, στην Ελλάδα ποτέ δεν διαδόθηκαν και μάλλον είναι απούσες από την πολιτική ζωή της χώρας. Έτσι, εύκολα η τελευταία κατακτήθηκε μεταπολεμικά, στο ιδεολογικό επίπεδο, από την κομμουνιστική αριστερά, η οποία σίγουρα στο επίπεδο αυτό είχε και την πλήρη ανοχή της δεξιάς.

του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Από: EBR
Από κάθε πλευρά αποκαλυπτικό είναι το βιβλίο του Ανδρέα Ανδριανόπουλου, αλλά και πολλαπλώς διδακτικό για όποιον θα ήθελε να το μελετήσει. Και επειδή περιέχει αρκετές ανέκδοτες αφηγήσεις του συγγραφέα, εις επίρρωσίν τους μπαίνω στον πειρασμό να αναφέρω και μία προσωπική.
Ήταν αρχές του 1982, το ΠΑΣΟΚ είχε ανέλθει στην εξουσία και ο υπογράφων, πέρα από συντάκτης του Οικονομικού Ταχυδρόμου, συνεργαζόταν και με τον Ταχυδρόμο, που την εποχή εκείνη είχε διευθυντή τον εκλεκτό δημοσιογράφο Νίκο Κυριαζίδη. Ο τελευταίος, λοιπόν, μού ανέθεσε να έλθω σε επαφή με τον τότε υπουργό Συντονισμού, καθηγητή Απόστολο Λάζαρη, και να τον ρωτήσω τί θα γίνει με τις κοινωνικοποιήσεις που προβλέπονταν στο οικονομικό πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ. 
Ευγενέστατος, ο υπουργός με δέχθηκε στο γραφείο του και, όταν τού έθεσα το ερώτημα, μού έρριξε μία μάλλον ειρωνική ματιά και μού είπε, ανοίγοντας ένα μεγάλο συρτάρι του γραφείου του: «Τους βλέπετε αυτούς τους φακέλλους, αγαπητέ μου; Είναι από τους προκατόχους μου στην θέση αυτή. Ε, λοιπόν, θα εφαρμόσουμε αυτά που περιέχουν και που σε μεγάλο βαθμό ανταποκρίνονται στο πρόγραμμά μας». «Μα αυτό είναι είδηση, κύριε υπουργέ», απάντησα. «Μπα, δεν νομίζω», ανταπάντησε κάπως μυστηριωδώς ο Απ. Λάζαρης –και μάλλον είχε δίκιο.
Το περιεχόμενο του γραφείου του αποτελούσε είδηση για έναν φιλελεύθερο αλλά όχι για τον ίδιο, όπως και για μεγάλη μερίδα του πολιτικού προσωπικού της Νέας Δημοκρατίας. Για τους περισσότερους τότε βουλευτές της ΝΔ, ο φιλελευθερισμός ήταν μία ασαφής έννοια, με την οποία δεν έπρεπε να ασχολείται κανείς και πολύ-πολύ γιατί θα κινδύνευε να αποκτήσει ιδέες και αντιλήψεις που θα τον καθιστούσαν γραφικό. Εξάλλου, η υιοθέτηση από το κόμμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή της ιδεολογίας του «ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού», κατά την ταπεινή μας γνώμη ελάχιστη σχέση είχε με την πραγματικότητα και ουσιαστικά επρόκειτο για μία λεκτική διαφοροποίηση από τον «σοσιαλισμό» του Ανδρέα Παπανδρέου.
Σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπου οι φιλελεύθερες ιδέες επηρέασαν βαθύτατα και τις αντίστοιχες σοσιαλιστικές, στην Ελλάδα ποτέ δεν διαδόθηκαν και μάλλον είναι απούσες από την πολιτική ζωή της χώρας. 
Έτσι, εύκολα η τελευταία κατακτήθηκε μεταπολεμικά, στο ιδεολογικό επίπεδο, από την κομμουνιστική αριστερά, η οποία σίγουρα στο επίπεδο αυτό είχε και την πλήρη ανοχή της δεξιάς. Υπενθυμίζουμε για την ιστορία ότι, στις δεκαετίες του 1960 και του 1970 επί δικτατορίας, οι σημαντικότεροι «αντικομμουνιστές» αρθρογράφοι ήσαν …πρώην κομμουνιστές και, αν ήθελε κανείς να πάει σε βάθος, στα γραπτά τους διέκρινε έναν μελετημένο αντικομμουνισμό, ο οποίος συμβάδιζε με έναν ριζικά αντιφιλελεύθερο εθνικισμό. 
Αυτόν που ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος αποκαλούσε τριάντα χρόνια πριν «συντηρητικό φιλελευθερισμό» και στο βιβλίο του Αλλαγή Πορείας τόνιζε τα εξής, πάντα πολύ επίκαιρα: 
«Δυστυχώς στην Ελλάδα οι συντηρητικο-φιλελεύθερες δυνάμεις είχαν συνηθίσει να νέμονται μόνιμα την εξουσία. Χωρίς επικίνδυνους δομικούς αντιπάλους (παρατάξεις δηλαδή που να αμφισβητούν το σύστημα και όχι απλά τους νομείς της εξουσίας), ο πολιτικός προβληματισμός της λεγόμενης Δεξιάς είχε περιορισθεί στην αναζήτηση προσωπικοτήτων που θα μπορούσαν να εκφράσουν την παρουσία της στο πολιτικό πεδίο συνεπικουρούμενοι από υποτυπώδεις κομματικούς μηχανισμούς, που μοναδικό στόχο είχαν την ύπαρξη κάποιας κινητοποίησης σε περιόδους εκλογικών αναμετρήσεων. Μοναδικός ουσιαστικός αντίπαλος ήταν ο κομμουνισμός. 
Αλλά αυτόν είχε αναλάβει να τον αντιμετωπίζει το κράτος, που τον είχε εξάλλου και νικήσει στην μετακατοχική εμφύλια σύρραξη. Η διατύπωση μιας ξεκάθαρης ιδεολογικο-κοινωνικής φιλοσοφίας ήταν περιττή πολυτέλεια για μία παράταξη που, ούτως ή άλλως, βρισκόταν στην εξουσία και που σαν στόχο είχε την χρησιμοποίηση του κράτους για την βελτίωση, καθαρά πατερναλιστικά, του επιπέδου ζωής των Ελλήνων.
»Παρά τις πολλές προσπάθειες μετά το 1974 σημαντικών προσωπικοτήτων του τόπου, τα πράγματα στον πολιτικό αυτόν χώρο ελάχιστα μεταβλήθηκαν. Η αναζήτηση του ηγέτη, η υποβάθμιση της ιδεολογικής αντιπαράθεσης, η περιφρόνηση κάθε προσπάθειας για αναζήτηση μιας συγκεκριμένης κοινωνικο-οικονομικής ταυτότητας και η εύκολη λύση της οξείας πολιτικής αντιδικίας με ανταλλαγές σε προσωπικό επίπεδο δηλώσεων και καταγγελιών εξακολούθησαν, σαν μέθοδοι πολιτικής συμπεριφοράς, να κυριαρχούν».
Αυτά έγραφε το 1984 ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος και σήμερα το ιστορικό γίγνεσθαι τον δικαιώνει. Και αυτό θα συνεχίσει να συμβαίνει όσο ο τόπος αρνείται πεισματικά και χυδαία την επιλογή της ελευθερίας. Την μόνη επιλογή, εξάλλου, που μπορεί να τού επιτρέψει να στρέψει τα νώτα του σε ένα ξεπερασμένο και βαθειά μαφιόζικο κρατικιστικό πρότυπο, που συντηρείται από εκατομμύρια Ευρωπαίους φορολογούμενους.
Υπογραμμίζουμε ότι το βιβλίο του Ανδρέα Ανδριανόπουλου εκδόθηκε από τις εκδόσεις Αρμός και το προλογίζει ο συνάδελφος Πάσχος Μανδραβέλης.