Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2013

Επιτρέπεται η διακίνηση ληγμένων τροφίμων «περασμένης διατηρησιμότητας» μέσα στην ΕΕ, εφ’ όσον τα έχουν ελέγξει οι ίδιες οι εταιρίες!

· Απάντηση Κομισιόν σε Νίκο Χουντή
Οι επιχειρήσεις τροφίμων μπορούν να διακινούν ελεύθερα εντός της ΕΕ ή ενδοομιλικά, τα ληγμένα τρόφιμα «περασμένης διατηρησιμότητας», ενώ εναπόκειται στις ίδιες τις επιχειρήσεις να μεριμνήσουν για την ασφάλεια των τροφίμων αυτών!Αυτό προκύπτει από απάντηση του ευρωπαίου Επίτροπου για θέματα Υγείας και Προστασίας των καταναλωτών, Tonio Borg, σε ερώτηση του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Νίκου Χουντή.

Πιο συγκεκριμένα, ο Νίκος Χουντής με αφορμή την απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να επιτρέψει από την 1η Σεπτέμβρη τη διάθεση τροφίμων «περασμένης διατηρησιμότητας», ζητούσε από την Κομισιόν να μάθει αν επιτρέπεται η ελεύθερη διακίνηση των προϊόντων αυτών «εντός της ΕΕ, καθώς και η εισαγωγή τους από τρίτες χώρες» και αν «επιτρέπεται από την κοινοτική νομοθεσία η εντός του αυτού επιχειρηματικού ομίλου διακίνηση τροφίμων περασμένης διατηρησιμότητας».

Ο ευρωπαίος Επίτροπος, στην απάντησή του, αφού κάνει μία σύντομη παρουσίαση της τρέχουσας ευρωπαϊκής νομοθεσίας σε σχέση με την ασφάλεια των τροφίμων και τη χρήση των ενδείξεων «ανάλωση ως…» και «ανάλωση κατά προτίμηση πριν από…», επισημαίνει ότι «η εμπορία των τροφίμων μετά τη λήξη της ημερομηνίας τους ελάχιστης διατηρησιμότητας δεν απαγορεύεται από τη νομοθεσία της Ένωσης, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω τρόφιμα εξακολουθούν να είναι ασφαλή και η παρουσίασή τους δεν είναι παραπλανητική». Οι επιχειρήσεις τροφίμων δηλαδή, έχουν το δικαίωμα να διακινούν τα τρόφιμα «περασμένης διατηρησιμότητας», εντός της ΕΕ ή ενδοομιλικά. Σημειώνει μάλιστα ότι, σύμφωνα με τη νομοθεσία, «οι υπεύθυνοι επιχείρησης τροφίμων» είναι αυτοί που «πρέπει να διασφαλίσουν ότι η προμήθεια τροφίμων είναι ασφαλής».
Η πλήρης ερώτηση του Ν. Χουντή και απάντηση του Tonio Berg, έχουν ως εξής:
Ερώτηση Νίκου Χουντή:
Η ελληνική κυβέρνηση, από την 1.9.2013, έθεσε σε εφαρμογή το άρθρο 9 της Οδηγίας 2000/13/ΕΚ, που επιτρέπει τη διάθεση τροφίμων περασμένης χρονολογίας, ελάχιστης διατηρησιμότητας. Τα τρόφιμα αυτά θα πωλούνται σαφώς διαχωρισμένα από τα υπόλοιπα τρόφιμα, ενώ σε πινακίδα που θα αναρτάται σε αυτά, θα αναγράφεται, με κεφαλαία γράμματα, η φράση «ΤΡΟΦΙΜΑ ΠΕΡΑΣΜΕΝΗΣ ΔΙΑΤΗΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑΣ».
Ερωτάται η Επιτροπή:
–     Από τη θέσπιση της σχετικής με την επισήμανση, την παρουσίαση και τη διαφήμιση των τροφίμων Οδηγίας 2000/13/ΕΚ και των τροποποιήσεών της, ποια κράτη μέλη έχουν εφαρμόσει το μέτρο αυτό; Υπό ποιες υγειονομικές προϋποθέσεις;
–     Επιτρέπει η κοινοτική οδηγία την ελεύθερη διακίνηση τροφίμων περασμένης διατηρησιμότητας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και την εισαγωγή τους από τρίτες χώρες;
–          Επιτρέπεται από την κοινοτική νομοθεσία η εντός του αυτού επιχειρηματικού ομίλου διακίνηση τροφίμων περασμένης διατηρησιμότητας εντός της ΕΕ;
Απάντηση Επίτροπου Tonio Berg:
Τα προσυσκευασμένα τρόφιμα, εκτός από λίγες εξαιρέσεις, πρέπει να φέρουν την ημερομηνία ελάχιστης διάρκειας (ημερομηνία "ανάλωση κατά προτίμηση πριν από") ή την ημερομηνία "ανάλωση έως". Η ημερομηνία "ανάλωση κατά προτίμηση πριν από" δείχνει την ημερομηνία έως την οποία το τρόφιμο διατηρεί την προσδοκώμενη ποιότητα του. Η υπάρχουσα ευρωπαϊκή νομοθεσία[1] διευκρινίζει ότι η ημερομηνία "ανάλωση κατά προτίμηση πρίν από" πρέπει να αντικατασταθεί από την ημερομηνία "ανάλωση έως" όταν, μικροβιολογικώς, κάποιο τρόφιμο είναι εξαιρετικά αλλοιώσιμο και ενδέχεται επομένως μετά από ένα σύντομο χρονικό διάστημα να αποτελέσει άμεσο κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία.
Σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 και το άρθρο 19 του κανονισμού 178/2002, οι υπεύθυνοι επιχείρησης τροφίμων πρέπει να διασφαλίσουν ότι η προμήθεια τροφίμων είναι ασφαλής. Εναπόκειται επίσης στην ευθύνη τους να αποφασίσουν αν ένα προϊόν πρέπει να φέρει την ετικέτα για ημερομηνία "ανάλωση έως". Ο νέο κανονισμός σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές[2] διατηρεί τους υπάρχοντες κανόνες.[3]
Πρόσφατα, η Επιτροπή ενημερώθηκε για το ελληνικό μέτρο που απαιτούσε τα τρόφιμα πέραν της ημερομηνίας "ανάλωση κατά προτίμηση πριν από" και όχι τα τρόφιμα με ληγμένες ημερομηνίες "ανάλωση έως", να τοποθετούνται σε χωριστά ράφια σε επίπεδο λιανικής σε μειωμένες τιμές. Πέραν των ειδικών νομοθετικών διατάξεων, όπως στην περίπτωση των αυγών για άμεση κατανάλωσή τους από τον άνθρωπο[4], η εμπορία των τροφίμων μετά τη λήξη της ημερομηνίας τους ελάχιστης διατηρησιμότητας δεν απαγορεύεται από τη νομοθεσία της Ένωσης, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω τρόφιμα εξακολουθούν να είναι ασφαλή και η παρουσίασή τους δεν είναι παραπλανητική.
Η Επιτροπή δεν γνωρίζει την ύπαρξη παρόμοιου ρυθμιστικού πλαισίου σε άλλα κράτη μέλη.

6/11/2013                                                                                                Το Γραφείο Τύπου



[1]     Οδηγία 2000/13/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 2000, για προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την επισήμανση, την παρουσίαση και τη διαφήμιση των τροφίμων (ΕΕ L 109 της 6.5.2000, σ. 29).
[2]     Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1924/2006 και (ΕΚ) αριθ. 1925/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 87/250/EΟΚ της Επιτροπής, της οδηγίας 90/496/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της οδηγίας 1999/10/EΚ της Επιτροπής, της οδηγίας 2000/13/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 2002/67/EΚ και 2008/5/EΚ της Επιτροπής και του κανονισμού (EΚ) αριθ. 608/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 18–63). Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 θα καταργήσει και θα αντικαταστήσει την οδηγία 2000/13/EΚ της 13ης Δεκεμβρίου 2014.
[3]     Επιπρόσθετα, το άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1169/2011 προβλέπει ότι μετά το πέρας της ημερομηνίας "ανάλωση έως" ένα τρόφιμο θεωρείται ότι δεν είναι ασφαλές σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 με παράγραφο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφάλειας των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφάλειας τροφίμων, (ΕΕ L 31 της 1.2.2012, σ.1).
[4]     Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 589/2008 ορίζει ότι τα αυγά δεν μπορούν να πωλούνται στον τελικό καταναλωτή σε  περίπτωση που παρέλθει η "ημερομηνία λήξης" τους. Έτσι, τα αυγά αυτά διοχετεύονται στη βιομηχανία τροφίμων ή στο μη διατροφικό κλάδο.