Ως «θάλαμος αερίων» λειτούργησε τον περασμένο χειμώνα η Θεσσαλονίκη, με τις ουσίες που «ενοχοποιούνται» για καρδιαγγειακές και αναπνευστικές παθήσεις (ακόμη και για καρκινογενέσεις) να βρίσκονται σε επίπεδα έως και πέντε φορές υψηλότερα από την αμέσως προηγούμενη χρονιά -και όλα αυτά λόγω της καύσης ξύλου αντί πετρελαίου για τη θέρμανση των κατοικιών.
Σε αυτό το συγκλονιστικό συμπέρασμα (που έρχεται να επιβεβαιώσει με επιστημονικό και αδιαμφισβήτητο, πλέον, τρόπο τους φόβους και τις εικασίες που διατυπώνονταν δημόσια όλο το προηγούμενο διάστημα) καταλήγει εκτενής έρευνα ειδικών επιστημόνων από τρία πανεπιστήμια (συγκεκριμένα, από το Αριστοτέλειο της Θεσσαλονίκης, από το Wisconsin-Madison και από το Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας, στις ΗΠΑ), η οποία περιήλθε σε γνώση της «ΜτΚ».
Την έρευνα (που τιτλοφορείται «Η αύξηση της καύσης βιομάζας λόγω της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα και οι αρνητικές επιπτώσεις της στην ποιότητα του αέρα κατά τους χειμερινούς μήνες στη Θεσσαλονίκη») υπογράφουν οι ερευνητές Κωνσταντίνος Σιούτας, Αριάν Σαφάρι και Νάνσι Ντάχερ (από το τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνιας), Κωνσταντίνα Σαμαρά, Δήμητρα Βουτσά, Αθανάσιος Κούρας, Ευαγγελία Μανώλη και Όλγα Καραγκιοζίδου (από το Εργαστήριο Ελέγχου Ρύπανσης Περιβάλλοντος του τμήματος Χημείας του ΑΠΘ), Νικόλαος Μουσιόπουλος και Χρήστος Βλαχοκώστας (από το εργαστήριο Μετάδοσης Θερμότητας και Περιβαλλοντικής Μηχανικής του τμήματος Μηχανολόγων Μηχανικών της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ) και Μάρτιν και Τζέιμς Σάφερ (από το πρόγραμμα Περιβαλλοντικής Χημείας και Τεχνολογίας του Πανεπιστημίου Wisconsin-Madison, στις ΗΠΑ).
ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΣΟΚΑΡΟΥΝ
Οι ερευνητές από τα τρία πανεπιστήμια προχώρησαν σε δειγματοληπτικές μετρήσεις των αιωρούμενων μικροσωματιδίων στη διάρκεια του περασμένου χειμώνα (συγκεκριμένα, την περίοδο Φεβρουαρίου-Μαρτίου 2012 και Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2013), σε μια προσπάθεια να καταλήξουν σε χειροπιαστά αποτελέσματα όσον αφορά το κατά πόσον ο αέρας που αναπνέουμε επιβαρύνθηκε από τις εκπομπές καπνού, που προκλήθηκαν από την καύση ξύλου ως μέσου θέρμανσης.
«Τα αποτελέσματα ‘δείχνουν’ αύξηση του ποσοστού συγκέντρωσης των μικροσωματιδίων κατά 30%, όπως επίσης και αύξηση -που φτάνει σε έως και πενταπλάσια επίπεδα- στη συγκέντρωση των δεικτών καύσης ξύλου, συμπεριλαμβανομένων ουσιών όπως το κάλλιο (potassium), η λεβογλυκοζάνη (levoglucosan), η μανοζάνη (mannosan) και η γαλακτοζάνη (galactosan)», σημειώνουν στην εισαγωγική τους έκθεση οι ερευνητές. «Την ίδια στιγμή, οι συγκεντρώσεις στους δείκτες καύσης πετρελαίου ουσιών όπως το νικέλιο και το βανάδιο υποχώρησαν κατά 20%-30% στη διάρκεια του 2013, σε σύγκριση με τις μετρήσεις που έγιναν το 2012. Σαφής διαφοροποίηση σε ό,τι αφορά τους δείκτες καύσης ξύλου παρατηρήθηκε και στη διάρκεια του 24ωρου, με τις συγκεντρώσεις επικίνδυνων ουσιών να είναι σημαντικά υψηλότερες στη διάρκεια της νύχτας, σε σύγκριση με τις πρωινές ώρες».
ΟΥΣΙΕΣ-ΦΟΝΙΑΔΕΣ
Σοκαριστικά είναι τα ευρήματα της μελέτης σε ό,τι αφορά τη δυνητική επίπτωση των επικίνδυνων ουσιών στην ανθρώπινη υγεία -και, συγκεκριμένα, των δραστικών μορφών οξυγόνου (όπως το ανιόν του υπεροξειδίου, το υπεροξείδιο του υδρογόνου και η υδροξυλική ρίζα), ουσιών δηλαδή που είναι εξαιρετικά επιβλαβείς για τον άνθρωπο σε υψηλές συγκεντρώσεις, ευθυνόμενες κατ’ εξοχήν για το λεγόμενο «οξειδωτικό στρες»: «Συγκριτική ανάλυση κατέδειξε μια πολύ ισχυρή σχέση μεταξύ της παρουσίας δραστικών μορφών οξυγόνου (σ.σ.: «reactive oxygen species» - ROS στο αγγλικό κείμενο) και της συγκέντρωσης λεβογλυκοζάνης, καλίου και γαλακτοζάνης, υπογραμμίζοντας έτσι τη δυνητική επίπτωση που μπορεί να έχει ο προερχόμενος από την καύση του ξύλου καπνός στην τοξικότητα των μικροσωματιδίων που εντοπίστηκαν στη διάρκεια των χειμερινών μηνών στη Θεσσαλονίκη», επισημαίνεται στην έρευνα. «Τα αιωρούμενα μικροσωματίδια αποτέλεσαν το αντικείμενο σειράς ερευνητικών μελετών στη διάρκεια των τελευταίων ετών, λόγω των επιβεβαιωμένων από σειρά στοιχείων επιπτώσεων που έχουν στην ανθρώπινη υγεία (όπως αναπνευστικά προβλήματα, καρδιαγγειακές παθήσεις και επιπτώσεις στην ανάπτυξη του νευρικού συστήματος)», εξηγούν οι ερευνητές -και προσθέτουν: «Πρόσφατες μελέτες κατέδειξαν ότι ορισμένες εξ αυτών των αρνητικών επιπτώσεων στην υγεία μας μπορούν να προέρχονται από το οξειδωτικό στρες που προκαλούν τα αιωρούμενα μικροσωματίδια. Η παραγωγή ROS στα κύτταρα αποτελεί μία από τις βασικές ‘οδούς’ που οδηγούν σε οξειδωτικό στρες. Αρκετά χρόνια και οξέα προβλήματα υγείας έχουν συνδεθεί με υψηλά επίπεδα ROS, συμπεριλαμβανομένων -αλλά όχι αποκλειστικά- της πνευμονικής φλεγμονής και της μιτοχονδριακής βλάβης. Με δεδομένα τα ανεβασμένα επίπεδα αιωρούμενων μικροσωματιδίων, η Θεσσαλονίκη, η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ελλάδας, χαρακτηρίζεται ως μία από τις πλέον επιβαρημένες από πλευράς μόλυνσης πόλεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), στη διάρκεια των τελευταίων ετών. Η πόλη φιλοξενεί περισσότερους από ένα εκατομμύριο κατοίκους σε μια περιοχή έκτασης περί τα 200 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Παράλληλα, βιώνει τις επιπτώσεις του μεσογειακού κλίματος, όπερ σημαίνει ετήσια βροχόπτωση 445mm και μέση θερμοκρασία περί τους 7 βαθμούς τον χειμώνα και περί τους 25 το καλοκαίρι. Η ανάγκη για αποτελεσματικό έλεγχο των αιωρούμενων μικροσωματιδίων στη Θεσσαλονίκη εντάθηκε την τελευταία διετία (περίοδος που συμπίπτει με την ελληνική οικονομική κρίση), στη διάρκεια της οποίας η ανεξέλεγκτη στροφή από την καύση πετρελαίου στην καύση ξύλου και βιομάζας για τη θέρμανση των κατοικιών οδήγησε σε σημαντική επιδείνωση της ποιότητας του αέρα. Η καύση διυλισμένου πετρελαίου αποτελούσε τον πλέον δημοφιλή τρόπο θέρμανσης των κατοικιών στη διάρκεια των τελευταίων (πολλών) ετών, ενώ η καύση ξύλου χρησιμοποιούταν σε μικρό αριθμό σπιτιών, ως συμπληρωτική πηγή θερμότητας -κυρίως στα προάστια της πόλης. Η οικονομική ύφεση στη διάρκεια της τελευταίας διετίας, ωστόσο, οδήγησε σε σημαντική αύξηση της τιμής του πετρελαίου (η οποία σχεδόν τριπλασιάστηκε), εξαναγκάζοντας τους κατοίκους της πόλης να καίνε ξύλο και βιομάζα για τη θέρμανση των σπιτιών τους, αντί του ‘συμβατικού’ πετρελαίου θέρμανσης», σημειώνουν οι ερευνητές.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΣΑΜΑΡΑ «Aκατάλληλη για τα αστικά κέντρα η καύση ξύλου»
«Η καύση του ξύλου είναι ένας παραδοσιακός και οικονομικός τρόπος θέρμανσης, όχι όμως και ο πλέον ενδεδειγμένος για αστικά κέντρα, στα οποία τη ρύπανση της ατμόσφαιρας επιβαρύνει η κυκλοφορία των οχημάτων.
»Τα νοικοκυριά, σε περίπτωση που δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν πετρέλαιο για τη θέρμανση τους, δεν θα πρέπει να οδηγούνται στην καύση ξύλου, αλλά στο φυσικό αέριο, η καύση τού οποίου έχει μηδαμινές επιπτώσεις στο περιβάλλον.
»Η έρευνά μας έδειξε αυξημένη συγκέντρωση επικίνδυνων για τον ανθρώπινο οργανισμό σωματιδίων, τα οποία είναι υπεύθυνα για την εμφάνιση οξειδωτικού στρες, που με τη σειρά του είναι προάγγελος πνευμονικής φλεγμονής, ακόμη και καρκίνου των πνευμόνων».
*Η κυρία Κωνσταντίνα Σαμαρά είναι καθηγήτρια τμήματος Χημείας, διευθύντρια Εργαστηρίου Ελέγχου Ρύπανσης Περιβάλλοντος ΑΠΘ.
ΝΙΚΟΛΑΟΣ Σ. ΜΟΥΣΙΟΠΟΥΛΟΣ «Επιτακτική η ανάγκη για άμεση επάνοδο της φορολογίας πετρελαίου στα προ τριετίας επίπεδα»
Με αφορμή τη δημοσιονομική κρίση, αλλά χωρίς επαρκή τεκμηρίωση, η ελληνική κυβέρνηση αύξησε υπέρμετρα τον φόρο στο πετρέλαιο θέρμανσης. Αυτό δυσχέρανε για πολλούς την κάλυψη των θερμικών αναγκών των κατοικιών τους ήδη τον χειμώνα 2011/12, η σοβαρότητα του προβλήματος διαπιστώθηκε όμως μόνο τον χειμώνα που πέρασε.
Τότε φάνηκε ότι συντελείται μια ριζική αλλαγή του ενεργειακού μείγματος στις κατοικίες, με βασικό χαρακτηριστικό τη στροφή στην καύση βιομάζας, κυρίως σε συμβατικά τζάκια και ξυλόσομπες. Η εν λόγω στροφή έλαβε χώρα άναρχα, χωρίς κανονιστικό πλαίσιο και έλεγχο των περιβαλλοντικών προτύπων.
Το Εργαστήριό μας ήταν μεταξύ των πρώτων που επεσήμαναν ότι, υπό αυτές τις προϋποθέσεις, ήταν δυνατόν να προκύψει μια άνευ προηγουμένου υποβάθμιση της ποιότητας αέρα στις αστικές περιοχές της χώρας τη χειμερινή περίοδο. Πήραμε, μάλιστα, την πρωτοβουλία για μια διεθνή ερευνητική δραστηριότητα, με στόχο την παρακολούθηση των συνεπειών στην ποιότητα αέρα στη Θεσσαλονίκη από τις μεταβολές στον τρόπο κάλυψης των θερμικών αναγκών των κατοικιών.
«ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΘΗΚΑΝ ΠΛΗΡΩΣ ΟΙ ΦΟΒΟΙ ΜΑΣ»
Τα αποτελέσματα της έρευνας δυστυχώς επιβεβαίωσαν πλήρως τους φόβους μας, όπως αποδεικνύουν τα πρώτα συμπεράσματα, που δημοσιοποιήθηκαν πρόσφατα στο έγκυρο επιστημονικό περιοδικό «Environmental Science and Technology». Ίσως η πλέον ανησυχητική διαπίστωση είναι η κατακόρυφη αύξηση των δεικτών ατμοσφαιρικής ρύπανσης από την καύση βιομάζας το τελευταίο διάστημα στη Θεσσαλονίκη -δεικτών που συσχετίζονται άμεσα με τη νοσηρότητα του πληθυσμού.
Παράλληλα με τη συμμετοχή του στην παραπάνω δραστηριότητα, το Εργαστήριό μας διεξήγαγε πρόγραμμα μετρήσεων αιωρουμένων σωματιδίων σε δύο αντιπροσωπευτικές περιοχές κατοικίας: στην Πυλαία και στην Τριανδρία. Αξιοσημείωτη είναι η εμφάνιση ενός ισχυρού νυχτερινού μεγίστου μετρούμενων συγκεντρώσεων, που προφανώς συνδέεται με τη συνεισφορά των οικιακών καύσεων. Ταυτόχρονα, μελετήσαμε τη ρύπανση της ατμόσφαιρας από την καύση βιομάζας, με χρήση του Συστήματος Διαχείρισης Ποιότητας Αέρα που δομήσαμε για τον Οργανισμό Ρυθμιστικού Σχεδίου και Προστασίας Περιβάλλοντος Θεσσαλονίκης.
Σε σχέση με την προηγούμενη κατάσταση (δηλαδή, πριν από την αύξηση της φορολογίας του πετρελαίου θέρμανσης) υποτέθηκε υποκατάσταση του πετρελαίου θέρμανσης από βιομάζα σε ποσοστό 70% των οικιακών εγκαταστάσεων. Οι υπολογιζόμενες χειμερινές συγκεντρώσεις PM10 και PM2.5 εκτοξεύθηκαν, καταγράφοντας αυξήσεις άνω του 60% στις πυκνοκατοικημένες περιοχές του πολεοδομικού συγκροτήματος. Τόσο οι υπολογιζόμενες μέσες συγκεντρώσεις όσο και η διακύμανση εντός του 24ώρου είναι σε πολύ καλή συμφωνία με αποτελέσματα του προγράμματος μετρήσεων. Αυτό μας επέτρεψε να επαληθεύσουμε και για την περίπτωση της Θεσσαλονίκης το Σύστημα Διαχείρισης Ποιότητας Αέρα, που έτσι μπορεί να αξιοποιηθεί για την ανάλυση διαφόρων σεναρίων κάλυψης των ενεργειακών αναγκών (για θέρμανση χώρων, αλλά και πολλές άλλες εφαρμογές).
Αυτό που προφανώς ενδιαφέρει όλους την παρούσα χρονική στιγμή είναι το πώς θα καλυφθούν οι θερμικές ανάγκες των κατοικιών την επικείμενη χειμερινή περίοδο. Όσα εκτέθηκαν παραπάνω αποτελούν αδιαμφισβήτητα επιστημονικά ευρήματα, που καθιστούν επιτακτική την ανάγκη άμεσης επανόδου της φορολογίας του πετρελαίου θέρμανσης στα προ τριετίας επίπεδα. Αποτελεί σε κάποιον βαθμό ειρωνεία ότι με την παρέμβασή της αυτή η πολιτεία, εκτός από την αυτονόητη υποχρέωσή της να προστατεύσει την επαπειλούμενη δημόσια υγεία, θα επιτύχει σημαντική αύξηση των φορολογικών εσόδων που τόσο πολύ έχουμε ανάγκη την τρέχουσα περίοδο. Πρέπει όμως να είναι σαφές ότι η επιστροφή στο πετρέλαιο δεν μπορεί παρά να είναι προσωρινή: υπάρχουν τεχνολογικές δυνατότητες μακράν του πετρελαίου, που είναι πολύ φιλικότερες για το περιβάλλον (π.χ., αξιοποίηση φυσικού αερίου, χρήση ενεργειακών τζακιών, βελτίωση της θερμομόνωσης). Η πολιτεία οφείλει να δώσει κίνητρα για τη μεσομακροπρόθεσμη διείσδυσή τους στις κατοικίες μας.
* Ο καθηγητής Νικόλαος Σ. Μουσιόπουλος είναι διευθυντής του Εργαστηρίου Μετάδοσης Θερμότητας και Περιβαλλοντικής Μηχανικής της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.