Τετάρτη 17 Ιουλίου 2013

ΟΙ ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΤΟΥ ΤΑΣΟΥ ΓΙΑΝΝΙΤΣΗ: Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ

Σε ένα βιβλίο-ανατομία της ελληνικής κρίσης και όχι μόνον, ο άνθρωπος που θέλησε να σώσει το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας περιγράφει τα αίτια της κατάρρευσής της

του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου 

Με τίτλο «Η Ελλάδα στην κρίση» (εκδ. Πόλις, 2013), το βιβλίο του πρώην υπουργού και καθηγητή στο Οικονομικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Τάσου Γιαννίτση αποτελεί κυριολεκτικά μια βαθειά μελέτη της ελληνικής οικονομίας, την οποία και ανατέμνει. Παράλληλα, όμως, μπορούμε να πούμε ότι είναι και βιβλίο-παράπονο. Παράπονο ενός ανθρώπου και επιστήμονα που θέλησε να προσφέρει σε μία κοινωνία αγκυλωμένη και διαβρωμένη από τον εσμό των τυχάρπαστων, των τιποτένιων, των γελοίων ανάξιων. Σε μια τέτοια κοινωνία, η προσφορά και η περί αυτής αντίληψη αποτελούν ουτοπία. Με την διαπίστωση αυτή αρχίζει το αφήγημα του Τάσου Γιαννίτση. 

«Ουτοπία είναι όταν οι συνθήκες σε κάνουν να ελπίζεις ότι θα ζήσεις σε έναν κόσμο που θα μοιάζει με αυτόν για τον οποίον έχεις δώσει μάχες και έχεις θυσιάσει ένα μέρος της ζωής σου. Ελπίδα είναι όταν αχνοβλέπεις αυτό τον κόσμο σε ένα ορατό βάθος χρόνου. Κατάρρευση είναι όταν η πραγματικότητα σε γυρίζει στο παρελθόν, σού ακυρώνει ελπίδες και ουτοπίες και σε κάνει να αισθάνεσαι προδομένος και αδύναμος. Για μια ολόκληρη κοινωνία, η ελληνική ουτοπία ξεκίνησε το 1974 και τελείωσε το 2009…», γράφει. 

«Η αδικία είναι», συνεχίζει ο συγγραφέας, «ότι στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης αρκετά μπορούσαν να γίνουν –και πολλά έγιναν. Αυτά τα πολλά, όμως, δεν αρκούσαν για να ικανοποιήσουν τις προσδοκίες πολλών πρωταγωνιστών αυτής της περιόδου για όλο και μεγαλύτερα οφέλη –υλικά, άϋλα, προσωπικά, πολιτικά … Γιατί; Ίσως επειδή πολιτικοί, συνδικαλιστές, άνθρωποι των μίντια, οικονομικές ελίτ, ένας κόσμος ολόκληρος, δεν ενδιαφέρθηκε να δημιουργήσει μια καλύτερη πραγματικότητα ή να αλλάξει πραγματικότητες που έπρεπε να ανατραπούν. 

Το σύστημα εξουσίας κατέφευγε σε συνταγές που συχνά άφηναν το συλλογικό ή το εθνικό συμφέρον στους αυτοματισμούς της πολιτικής αγοράς. Όμως, ακόμη και όταν στον πίνακα της ιστορίας γράφτηκε με κεφαλαία γράμματα η λέξη «αποτυχία», δεν θέλησε να το αναγνωρίσει –ούτε καν όταν το έδαφος υποχωρούσε βροντερά κάτω από τα πόδια εκατομμυρίων απλών πολιτών και η ίδια η χώρα κατέρρεε συνολικά. Η εξήγηση είναι απλή. Μια τέτοια αναγνώριση δεν θα σήμαινε απλώς αναγνώριση λαθών• θα σήμαινε την κατάρρευση ιδεολογιών, ιδεοληψιών και ισορροπιών συμφερόντων με τα οποία πορεύτηκε το σύστημα για δεκαετίες, γεγονός που, με την σειρά του, θα σήμαινε την αποκάλυψη του κίβδηλου κα της ιδεολογικής φούσκας…». 

Τα λόγια δεν είναι μόνον αληθινά, πικρά και μεστά σε περιεχόμενο. Είναι και δραματικά επίκαιρα την ώρα που κάποιοι από τους φορείς της καταστροφής «οραματίζονται» να πάρουν την ρεβάνς τους από την ιστορία. Και ίσως τελικά πετύχουν τον αποκρουστικό αυτόν στόχο τους, διότι στην Ελλάδα κυριαρχεί η αποκαλούμενη από τον Τάσο Γιαννίτση πεντάλφα. Σε αυτή την διάσταση της ελληνικής κοινωνίας μπορεί να εντοπίσει κανείς τα ουσιαστικά και δραματικά αίτια της καταρρεύσεως. Μία κατάρρευση που απαιτεί πειστικές απαντήσεις και όχι νεφελώδεις ανοησίες περί «εχθρών» και λοιπών «ανθελλήνων». 

Έτσι, μπορεί να είναι χρήσιμο να κατανοήσει κανείς την πορεία της κρίσης μέσα από οικονομικά μεγέθη, αυτό όμως δεν αρκεί για να κατανοήσει και τις πραγματικές γενεσιουργές δυνάμεις της κρίσεως. Τα οικονομικά μεγέθη πήραν την τροπή που γνωρίζουμε επειδή πολιτικές, κοινωνικές και ηθικές αξίες, αντιλήψεις και πρακτικές διαμορφώθηκαν με τρόπο που ευνόησε ή προκάλεσε μια τέτοια τροπή. Η όλη πορεία ήταν το αποτέλεσμα πολλών επιμέρους οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών σχέσεων, η εξέλιξη των οποίων οδήγησε στην κρίση. «Οδήγησε», όμως, δεν σημαίνει ότι υπάρχει κατ’ ανάγκην σχέση αιτίου-αιτιατού. 

Πρέπει να φθάσει κανείς σε ένα βαθύτερο στρώμα αιτίων ή και ακόμη πιο πέρα για να καταλάβει πώς συνέβησαν όλα αυτά που πλήττουν σήμερα την χώρα. Για τον συγγραφέα, πέντε είναι τα στοιχεία της συνολικής παρακμής: η αδράνεια, η αμορφωσιά, ο ανορθολογισμός, η απληστία και ο αρνητισμός. Αυτός ο τελευταίος, εξάλλου, συνδυαζόμενος και με τα υπόλοιπα, αποτελεί μια νέα θρασεία και αυταρχική μορφή εξουσίας την οποία κάποιοι αμόρφωτοι ονομάζουν «δημοκρατία». Αυτή η μορφή εξουσίας απέτρεψε και κατασυκοφάντησε την σωτήρια «ασφαλιστική μεταρρύθμιση Γιαννίτση». Αυτή η μορφή εξουσίας εμποδίζει την Ελλάδα να βγάλει το κεφάλι της από το νερό, καταρρακώνοντας διεθνώς ό,τι απομένει ακόμη από το γόητρο της χώρας. 

Παρόλα αυτά, ευχή μας είναι το βιβλίο του Τάσου Γιαννίτση να αποτελέσει αφετηρία για αφύπνιση. Εφαλτήριο για όσα πρέπει επειγόντως να γίνουν. 
«Συζητάμε συνεχώς για τις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές προκειμένου να επιτευχθεί η δυναμική προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας στις ευρωπαϊκές εξελίξεις. Αυτό όμως, πρώτα απ’ όλα, σημαίνει διαρθρωτικές αλλαγές και προσαρμογές στο ίδιο το σύστημα λήψης πολιτικών αποφάσεων. 

Διαφορετική αντίληψη και ισορροπία στις πολιτικές-συλλογικές αποφάσεις, μεταξύ ατομικού και δημόσιου συμφέροντος και μεταξύ «σήμερα» και «αύριο» σημαίνει την ανατροπή του στοιχείου εκείνου που το πολιτικό σύστημα έχει συστηματικά κρατήσει έξω από κάθε συζήτηση: πρόκειται για τις συστημικές αδυναμίες του, μία βαθιά μεταρρύθμιση της πολιτικής λειτουργίας του, το πώς θα πετύχουμε όχι μόνον μια οικονομική ή κοινωνική σύγκλιση με τον προηγμένο κόσμο αλλά και μια πολιτική σύγκλιση που θα συνδέεται στενά με τις άλλες δύο. Ο όρος πολιτική σύγκλιση δεν έχει την έννοια της σύγκλισης ή της εξομοίωσης αξιών, στόχων ή εργαλείων. Έχει την έννοια της ικανότητας του πολιτικού μας συστήματος, και κυρίως της διακυβέρνησης, να λειτουργεί παρεμβατικά στην διαμόρφωση του μέλλοντος, ώστε να μην επιτρέπει στις εξελίξεις να μετατρέπουν το μέλλον μας σε μη αναστρέψιμο καταναγκασμό», γράφει ο συγγραφέας. 

Για να προσθέσει –πολύ σωστά, κατά την γνώμη μας– ότι σήμερα στην χώρα μας «η διαχωριστική βρίσκεται μεταξύ όσων είναι προετοιμασμένοι να δώσουν μάχες, κατανοώντας ότι οι προοπτικές είναι δύσκολες, και όσων δεν τολμούν καν να μιλήσουν για τις μάχες που πρέπει να δοθούν».